Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1101-1200 από 3195
Σο Βαρασό λέν αν gατζί,σην bόλην 'gούεται
(1951)
Στα Φάρασα λένε ένα λόγο, στην Πόλη ακούεται. Λόγος που λέγεται εύκολα μαθαίνεται. -Ποντ.Δ.Π. Αρ. 6:Άς σ' ωτίν 'ς σ'ωτίν,κρούει και ς' σή πασά τ' ωτίν.
Φέρε τα δυο άκρες σ' ά μερά
(1951)
Φέρε τις δυο άκρες σε μια μεριά. Κοίταξε να βγείς σ' ένα αποτέλεσμα
Κατζεύω τα 'γω, κούγω τα 'γω
(1951)
Τού χα ειπείς κατένκες τα του χα 'κουσ' τζο κατένκες τα;
(1951)
Αυτό που θα πείς το ήξερες, αυτό που θ' ακούσεις δεν το ήξερες;
Λές τα συ,΄κούς τα συ
(1951)
Εσύ τα λές, εσύ τ' ακούς
Πέφτ'ν τα σάλια σ' να σ' καθαράν τ' αυγά
(1923)
Δηλαδή είσαι λιχούδης
Σαν τα άρκα στον μεζέ έπεσαν αυτοίν
(1923)
Δηλαδή, να καταφάγουν περιουσίαν ή άλλο τι
Άλειμμαν τζο βgαίνει
(1951)
Βούτηρο δεν βγαίνει
Θέλει νανι βαφή να βάψ' νι ταυγά, δε βάφ' νι μι πουρΔες
(1928)
Απαιτουνται τα απαραίτητα προς επιτυχίαν επιχειρήσεως
Όταν ανθίσ' ο ξέρακας και βγάλη νιον βλαστάρι
(1926)
Ερμηνεία: Επί αδυνάτου
Σόπιος σαν τ' μπούφ' του π'λί
(1923)
Δηλαδή όπως έπεσεν εις το στόμα του μπούφου. Το πουλί, τοιουτοτρόπως και εις ήλεθν η ευκαιρία να ωφεληθή
Έφαε την μπαρούτη με τη χούφτα
(1928)
Όταν κατέβαλε κανείς μεγάλας προσπαθείας γιά να επιτύχη τι
Ούτι δυο γαϊδουριών άχυρου δεγ ξέρ' να μιράσ' αυτός
(1923)
Δηλαδή είναι ηλίθιος
Καλουκιρνό μ' αγκάθ', χ'μουνιάτ'κου μαρούλ'
(1923)
Ερμηνεία: Δίδει αξία σε κάθε τι
Σαν τ' μπούφ' του πλι
(1925)
Παροιμία
Σαμού φήνει τ' άβgο του Έζ Γιώργης σο τσαΐρι, έρτσεται η άνοιξη
(1949)
Όταν αφήνει τ' άλογό ο Άι Γιώργης στο λιβάδι, έρχεται η άνοιξη
Νου δεν έχ' κιαπέι μνυαλό έχ' ναλείψ' έναν τοίχου
(1923)
Ειρωνική έκφρασις περί της χαμηλής νοηματικής καταστάσεως ανθρώπου
(Αμ' τι περιμένς!) σκατοπουλ' ου κούκκους, σκατοκλάσ' ο κισσός, σκατάνθρουπους ου σύγαμπρους
(1922)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Σαν πέρα δίπλα βάλτε την δεν ξέρω τι με βρίσκει
(1925)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Καθώς αρχίν'σις, πατέρα να μ' ουρμ'νεύ'ς σαράντα μυίγιης έκατσαν 'ς τ' γαϊδουριού τουν πούτσου
(1902)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Κάμι μι νονητόν να σι κάμου πλούσιουν
(1902)
Κάμι μι νονητόν = Δόσε μου γνώμη, νοητός = ο γνωστικός
Δεν ξερ' απου τι μαλλί κρακέτ' η σκούφια σ'!
(1923)
Δηλαδή οποίου χαρακτήρος άνθρωπος είσαι
Σε σάπιου ξύλο δεν πατάει. Ξέρς τι είνι αυτός!
(1925)
Παροιμιώδης φράση λεγόμενη επί ανθρώπου σώφρονος, όστις ουδέποτε σφάλλει εις τους υπολογισμούς του
Δε ζεσταίν' γουνιά αυτός πθινά
(1923)
Δηλαδή δεν δύναται να παραμείνη εις ένα τόπον να εργασθή και ευδοκιμήση
Ν' αγλείφεις τα δάχτυλα σ' είναι το φαΐ
(1927)
Ερμηνεία: Προκειμένου περί εξαιρετικώς καλού φαγητού
Πήγαν στ' άβαθα τς γης οι ψ'χές τς
(1923)
Φόβον μεγάλον εδοκίμασαν
Μ' έβαλι στ' άβαθα τς γης αυτήν
(1923)
Δηλαδή με καταντρόπιασε
Τ'μ πιπίδα να βγάλ'ς (ιγώ δε σ' αηκού')
(1922)
Σημείωση: Πιπίδα = λεπτή μεμβράνη κάτωθεν της γλώσσιδος της όρνιθος, την οποίαν όταν έχη η όρνις, λέγουν δεν γεννά αυγά. Την αποπέμπουν λειπούν εκείθεν δια του όνυχος
Η γριά δλειά δεν είχι κι αγόρασι γρούν'
(1923)
Δηλαδή διάουλον
Η γριά δεν είχε δλειά κι αγόρασι γρούν'
(1923)
Λέγεται δια το πολυάσχολον της περιποιήσεως χαίρον.
Αλοιά π' τς δαρμένους όσου να'ρθούν οι κριτάδες
(1928)
Φρόντισε να μη δαρθής. Δάρθηκες, εφαρμόζεται η παραπάνω παροιμία
Παίρνει κουλόκρο
(1928)
Ερμηνεία: Επί επιρρεπούς εις δωροδοκίαν
Θέλ' λάδουμα ου τρουχός για να ξικ'νήσ', αλλιώς δεγ ξεκ'νάει
(1923)
Δηλαδή η δωροδοκία, το φιλοδώρημα είναι εκείνο, δια του οποίου επιτυγχάνομεν υπόθεσίν μας (Αυτή είναι δυστυχώς η ψυχολογία του ελληνικού λαού)
Τρεις τα Γέννα, τρείς τα Φώτα, κι' έξη στην Ανάσταση
(1926)
Επί αργοπορίας. Δηλαδή, αργούμε
Πιρσότιρα αρνιακά παίρν' ου Χάρους παρά παλιουπρουβιές
(1926)
Περισσότερος άνθρωπος αποθνήσκουν εις την νεαράν ηλικίαν παρά εις των γεροντικών
Θά καταλάβ' ς τί εστί βερίκουκο
(1923)
Δηλαδή, θα εννοήσης τήν αξίαν τής υποθέσεως
Να γλύφ'ς κι τα δάχ'λα σ'
(1922)
Ερμηνεία: Επί ευγέστου φαγητού ή ποτού
Είναι με άγγελο καλόν
(1928)
Επί δυστρόπου, όστις εν στιγμής ηρέμου ψυχικής διαθέσεως, πράττει ευχαρίστως εκείνο το οποίον ασφαλώς θα αρνείτο εν εναντία περιπτώση
Η βρουχή κι ου θάνατους δεν είν' αργ' το
(1922)
Σημαίνει: Αργ' τό = δύσκολο, εν απτώ χρόνω
Να πιάσ' Απρίλης δυο νερά κι ου Μάης καγκανένα
(1922)
Ερμηνεία: Τότε γίνονται τα σπαρτά
Περισσότερα τ' αρνιακά παρά οι παλιοπρουβειές
(1926)
Μεγαλυτέρα η θνησιμότης κατά την νεαράν ηλικίαν
Σι σάπιου ξύλου δεν πατάει. Ξέρς τι είν' αυτός!
(1926)
Όταν βαδίζη κανείς ασφαλής εις όλα του
Θα ιδήτι απου τι μαλλί κρατιέται η σκούφια μ'
(1922)
Καταγραφή και ως απειλή
Μκρός πλάνους μιγάλου ψάρ'
(1925)
Παροιμιώδης φράση λεγομένη επί επιτυχίας μεγάλων μέ μικρά μέσα
Μιά π' λυέται ο κόμπος με το χέρι, γιατί να τον λύσουμε με τα δόντια
(1927)
Ερμηνεία: Προκειμένου μία υπόθεση να κατορθώνεται με ολιγωτέραν προσπάθειαν, τη η ανάγκη καταβολής μεγάλην μέσων
Πείσμουσ' ου καλόϊρους κι' έκοψι τα γένεια τ'
(1925)
Παροιμία επί ανθρώπων, όστις αγανακτών διά κάποιαν βλάβην ως θέλην να ζημιώση τον προξενήσαντα ταύτων, βλάπτει τον εαυτον του
Πείσμουσι ου καλόγηρους κι έκουψι τ΄ αρχίδια τ'
(1925)
Παροιμία
Θέλει να μας κάμη την Άγια παρθένα
(1926)
Ειρωνικά επί υποκρινομένης την Αγίαν
Ου παραπιταμένους τ' σπιτιού γίνιτι κληρονόμους
(1925)
Ερμηνεία: Επί των παρ' αξίαν ευημερίας
Αλιά π' τς δαρμένς όσου να'ρθούν οι κριτάδες
(1928)
Προς δαρέντα ή παθόντα και επιδιώκοντα να εύρη το δίκαιόν του δια των δικαστηρίων
Αξαίν ου γάϊδαρους, κουνταίν του σαμάρ
(1926)
Λέγεται όταν παχύνη τις, αυξάνει σωματικώς , ενώ αντιθέτως τα ενδύματα του μικραίνουν
Σύντας σ' κραίν'νι, ν' απουκρίνισι
(1922)
Ερμηνεία: Όταν έχεις κόρην εν ώρα γάμου, όταν σου την ζητούν εις γάμον, μην αποποιείσαι
Βούτυρους σι σκύλ'νου τουμάρ' είν' αυτός
(1926)
Ερμηνεία: Επί του αναξίως κατέχοντος μιαν θέσιν
Σε σπίτι ξέσκεπο γεννήθηκε
(1928)
Ερμηνεία: Επί ανθρώπου τον οποίον τα κατά συνθήκην ψεύδη δεν περιορίζουν λόγω της καλής οικογενειακής προελευσής του να εκφράζη απεριφράστως ό,τι αισθάνεται
Ου καλός ου κελλαρντζής όλο ένα κελλαρντζίζει
(1928)
Ερμηνεία: Επί διαρκούς ευημερίας ενεκατής καλής διοικήσεως
Γι αυτό είμαστι καλούερ', ταηκούμ' ένας τουν άλλουν
(1923)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Ψέλν' σαγ κι ο' μοιρουλουγάει ου διάουλους τουμ πατέρα τ'
(1923)
Λέγεται τοι κακού και ανυπόφορου ψάλμου
Το τάξιμο δέ χαλάει σπίτι, το δόσιμο χαλάει
(1925)
Αιτωλία, 13 Παπανικολάου
Σανταλα, μάνταλα, κούφια καρύδια
(1922)
Ερμηνεία: Λέγεται αστειότητος και φιλοφροσύνης χάριν προς τινα ον συναντώμεν μετά καιρόν και χαιρετώμεν δια χειραψίας κτυπητης με τα παλά μας
Οσόχει ο Γιάννος την υγειά όλοι τον αγαπάνε
(1927)
Ερμηνεία: λέγεται όταν θέλουν να εκφράσουν την εύνοιαν του αρχαίου ρητού "των ευτυχούντων πάντες εισί φίλοι"
Ξέφραγους ου κήπους έρμα τα λάχανα
(1922)
Ερμηνεία: Όταν λείπη η πρόνοια, το κακόν επίκειται
Μήλου νάρ'χνις, δεν έπιφτι καταή
(1922)
Ερμηνεία: Λέγεται όταν είναι πυκνή μάζα ανθρώπων κάπου συμμαζευμένη
Μέντζα τράϊα μέντζα πρόβεια
(1927)
Ερμηνεία: Ούτε καλά ούτε άσχημα μέτρια
Αναμέρσι ου παλαβός απ΄ το μεθυσμένον
(1928)
Ερμηνεία: Ο μεθυσμένος υπερβάλλει τον παλαβό
Μοναχή τση η γαϊδούρα επελέκα το σαμάρι, μα καλό – κακό τση τύχη η γαϊδούρα θα το βάλη
(1926)
Προς τινα όστις μόνος του είναι αϊτιος μιας συμφοράς του
Ήρτε Έζ Δρεμήτηζ, ήρτ' ο σειμός
(1951)
Ήρθε ο Άι-Δημήτρης, ήρθε ο χειμώνας=Στα Φάρασα χειμώνιαζε πρώϊμα, αφού και τ' Άι-Λουκά, 18 Οκτωβρίου, μπορούσε να χιονίσει
Σαγ κι π' σ' έβγαλα απ' του κ'τί είσι
(1923)
Δηλαδή λίαν φιλοκάλης ανδεδημένος
Αν λογαριάης καρφί και πέταλο, ποτέ δεν παίρνεις άλογο
(1928)
Προκειμένου ν΄αποκτήση κανείς ν αγαθόν, δεν πρέπει να υπολογίζει τα μικροέξοδα
Το μικρό μου κάνει γάμο και τ' αστήθι μου βαφτίσια
(1926)
Επί ανθρώπου μέγα φρονούντος περί εαυτού από τραγουδάκι του πουλιού λέγγου ή καλογιάννου, πρβλ. 1421, σελ. 634 και 635 όπου: “το μηρί μου κάνει γάμο...”
Αν σε φάη Σάββατο κονακάκι γρήγορα το σαβανάκι
(1928)
Επί το ότι πεθαίνει ο άνθρωπος αν δαγκασθή από το φείδι κονακάκι
Κναει τ' νουρά σαν τ' σκύλα κι παν τα σκλιά κουντά τς
(1923)
Δηλαδή δίδει αφορμάς ασελγών επιθέσεων
Όποιους προυτουφάει, κουνταγναντέβ'
(1925)
Παροιμία
Έχου ράμματα για τ' γούνα σ' ιγώ!
(1923)
Δηλαδή θα εύρω τρόπον να σε εκδικηθώ
Αυτός τόπαθε σαν τν αλπου μι τ' κριαριού τ' αρχίδια. Περιμέν' να πέσνι να τα φάη
(1923)
Αναμένει την πραγματοποίησιν αδυνατων ματαίως
Απου τι μαλλί κρακέτ' η σκούφια τ' αυτός
(1923)
Δηλαδή ποίας οικογένειας είναι, οποίου είδους άνθρωπος είναι
Κάμι μι σουφό (ή νουητό) για να σι κάμου πλούσιου
(1925)
Παροιμία επί ημών προνοητικόν, θα ήμουν πλούσιος
Τι όφιους είν' αυτός!
(1925)
Παρομοιώδης φράσις λεγομένη δια τινα όστις τρώγει πολύ, είναι πολυφαγάς
Χαρ σαμού θωρώ αν gαό, τα τάρτε μ' εν' gατό
(1951)
Κάθε που βλέπω κάτι ωραίο, τα ντέρτια μου γίνοντ' εκατό//Αυτό τολέγαν και στο χορό οι Φαρασιώτες για τις όμορφες
Η καλημέρα εν' dου Θεού
(1951)
Ερμηνεία: Η καλημέρα είναι του Θεού//Το πρωί που ξυπνούσαν οι Φαρασιώτες, προτού πλυθούν και κάμουν το σταυρό τους, δεν έλεγαν καλημέρα
Είσαι καό, άμα λες πουά ψέματα
(1951)
Είσαι καλός, άλλα λες πολλά ψέματα
Τ' οψάρ ασ' σό κεφάλ βρωμά
(1951)
Με παίρνεις ποτάμι; Σε παίρνω. Με παίρνεις αμ' δεν μπαίνω
(1927)
Ερμηνεία: Λέγεται επί προφανούς κινδύνου, τον οποίον διαγιγνώσκων τις εγκαίρως προφυλάσσεται
Τόκαμαν πλόκου του χουριό
(1923)
Δηλαδή το περικύκλωσαν ως ο πλόκος την καλύβην
Τοχ' του μυαλό απ' πάν' απ' τ' σκούφια αυτός
(1923)
Δηλαδή είναι ανόητος πολύ