Αναζήτηση
Αποτελέσματα 101-159 από 159
Αντρανοβίτικο ποδάρι
(1928)
Για το κοκορέτσι, σπλήνι και κάθε χονδροειδές πράγμα. Αντράνοβα χωριό της Ευρυτανίας με εύρωστους χοντροπόδαρους άντρες
Άνθρουπους μάλαμα
(1923)
Χρυσός
Πήρι του μυαλό τ' αέρα
(1926)
Υπερηφανεύθη
Τον πήρε ο κατήφορος
(1926)
Περιέπεσεν εις πτωχείαν
Άνθρωπος να μην ερμώνει ο τόπος
(1928)
Επί παντελής αγροίκου ανθρώπου
Απού ρήμ' σ' σκουτήν'
(1922)
Ερμηνεία: Βαίνω από αποτυχίας εις αποτυχίαν
Έχ' ένα σπίτ' μοναστήρ'
(1923)
Δηλαδή πολλοί ξένοι φιλοξενούνται η δε λείπ' οι ξένοι απ' του σπίτ' αυτό
Απού της συκιάς το γάλα κι από αμυγδαλιάς ζουμί
(1926)
Όταν θέλη τις να δείξη περιφρόνησιν εις μακρυνών συγγένειαν
Μ' έρρξι απού κούτσουρου σι λ'θάρ'
(1926)
Από κακό σε κακόν
Καθώς αρχίν'σις, πατέρα να μ' ουρμ'νεύ'ς σαράντα μυίγιης έκατσαν 'ς τ' γαϊδουριού τουν πούτσου
(1902)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Δεν ξέρ' ου άνθρωπους να πέφτ' κι πού σ'κ'ων'τι
(1923)
Δηλαδή, είναι άγνωστοι οι οδοί της τύχης
Άμα σε χουϊάζ'νι ν' απ'λουέσι!
(1922)
Παρεμφέρους των εν λήμμα αποκρίνομαι 1
Έζ Νικόας εν dου σειμωνού η μέση
(1951)
Ο Άι-Νικόλας είναι του χειμώνα η μέση
Τι τρέχ' η μύτ' σ' γέρουντα; Τρέχ' ατ' του βοριά. Σ' ίξιρα κι απ' του νουτιά
(1926)
Όταν προφασίζεται ως αιτίαν παθήματός του ψευδή
Τ' διακουνιάρ' κουμμάτια δος τ' κι απε τς στράτις τς ξέρ'
(1926)
Προς αποπέμποντά τινα όστις ζητεί κάτι
Δεν απουγέννησαν οι μαννάδες
(1928)
Ως παρηγοριά εκ αποτυχόντα συνοικέστον μετά τινος κόρης. Δε χαθήκαν οι γυναίκες
Άμα δε φουραίνη τουν ανθρούπου, τι αν καταλάβ'ς τι είνι
(1923)
Φουράω = Ενδύω, ενδύνομαι, αλλά καιμεταφορικής συγχρωτίζομαι μετά τινός
Τότι π' σι χαλέβνι ν' απλουϊέσι!
(1923)
Δηλαδή, παρουσιαζομένης ευκαιρίας να σου ζητούν εις γάμον την θυγατέρα μην αδιαφορής. Δόσε προσοχήν, διότι τοιώται ευκαιρίας σπάνιως έρχονται
Τι του βρίσκ' τουν άνθρουπου κι δεν του τραβάει
(1923)
Δηλαδή, ο άνθρωπος υποφέρει και τα μεγαλύτερα δυστυχήματα
Βγάνει ο σύκος άντερα;
(1928)
Ερμηνεία: Ένας Μυρεσιώτης πήγε σε μια συκιά πάνω να φάη σύκα. Εκεί στη ρίζα βρήκε ένα μπάκακα. Τον πήρε για σύκο και τον έβαλε στο στόμα του να τον φάη. Τον μπαπάλησε και βγήκαν τ' αντερά του μπάκακα από το στόμα. Βρίσκει ...
Τι τουν βρίσκ' τουν άνθρουπου κι δεν του τραβάει
(1923)
Δηλαδή, τα κοινά υποφέρει ο άνθρωπος
Απ' τα μούρα ως τα σύκα έκαμες
(1928)
Επί ταχείας ενέργειας δια τον επιτεύξεων σκοπού τινος
Μ' έρρξι απού κούτσουρου σι λ'θάρι
(1925)
Παροιμία λεγομένη προς τον διεκφεύγοντα εκ αξίωσιν τινος με διάφορα προσχήματα
Τ' ανταμ'κο του γαϊδούρ' ου λύκους του τρώει
(1923)
Δηλαδή, το κοινόν περπίστει εις αθλιότητα
Από το μπότη στο ροΐ κι απ' τση συκιάς το γάλα
(1926)
Προκειμένου περί απίθανον
Πιτάϊτι σαν τμ πουρδή απ' του βρακί
(1923)
Είναι πραπετής
Πάρι άνθρουπου απού σόϊ κι σκυλί απού κουπάδ'
(1925)
Παροιμία λεγόμενη ως συμβουλή περί την καλήν εκλογήν της νύμφης
Άμα σ' κρέν'νι, απ'λουήσ'
(1926)
Μην αφίνης την ευκαιρίαν προτάσεως γάμου να παρέλθη
Απ' το Γιάννη στον Κολιό τύφλα νάχουνε κι οι δυο
(1926)
Ισοδυναμεί προς το “ Πάρτον ένα, χτύπα τον άλλον”
Ου άνθρουπους είνι γλυκός σαν του μέλ' κι βαρύς σαν τ' αλάτ'
(1923)
Χαρακτηριστικώτατον δια την συμβίωσιν με τ' ανθρώπου
Δεν τό χω πως βάρεσα, το χω πως λασπώθηκα
(1928)
επί τρωθήσεις φιλοτιμίας έστω και αν εζημιώθη τις υλικώς
Σύντας σ' κραίν'νι, ν' απουκρίνισι
(1922)
Ερμηνεία: Όταν έχεις κόρην εν ώρα γάμου, όταν σου την ζητούν εις γάμον, μην αποποιείσαι
Παίρν' αντίδωρον απ' ούλης τις εκκλησίες αυτός
(1925)
Παροιμ. Φράσις λεγομένης επί τινός, όστις επιδιώκει την επιτυχίαν των υποθέσεων από πολλούς και διαφόρους
Δέν πεθαίνει μ' ένα βιόο άνθρωπος, μ' ένα κορμί πεθαίνει
(1927)
Αυτονόητος
Κουσμάρ απού κουσμάρ!
(1926)
Δηλαδή κουσμάρ' είχαμε, κουσμάρ' θα βάλουμε . Κάποτε νια γριά είπε τς τσούπας τς να πλύν' τον πιάτον που ήταν απού κοσμάρ' κι κι κείν' απήντσι έτσι κι έμεινι η παροιμία
Εκεί που πατάου εγώ δεν είσαι άξιος ούτε να χέζης
(1926)
Όταν δεικνύεται περιφρόνησις προς τινά
Μιτρώει τα ματέρια αυτός, άμα τουν ουρμηνέβ'ς
(1923)
Ερμηνεία: Επί αδιαφορίας, όταν τις κυττάζει επάνω εις τα ματέρια, ενώ ακούει τας συμβουλάς ή τας επικρίνει άλλον
Ιγώ ουρμήνιβα κι αυτός μέτραϊ τα ματέρια
(1923)
Ερμηνεία: Επί αδιαφορίας, όταν τις κυττάζει επάνω εις τα ματέρια, ενώ ακούει τας συμβουλάς ή τας επικρίνει άλλον
Δεν τ' βουλεί, θ' απλώσ' τραχανά!
(1923)
Λέγεται ειρωνικώς περί τινος, του οποίου ημείς αναμένομεν, ενώ εκείνος ευρίσκεται εις κάποιον στενάχωρον θέσιν. Γίνεται λόγος, φέρ' ειπείν περί τινος, όστις πρόκεινται να διηγηθεί τις τας φύλακας και δεν έχει ευκαιρίαν να ...
Κόττα πίττα του Γινάρ' κι παππί τουν Αλουνάρ'
(1922)
Τρώγεται δηλαδή
Θα γέν' τ' ανάστα ου Κουρκόντζιλους, (η γιν' κε)
(1922)
Κουρκόντζιλους = τις οίδε ποιός και πότε ζήσας εις ον αναφέρεται η παροιμία
Οσού να ειπής πιπέρ' (γίν'κι η πίττα)
(1922)
Ερμηνεία: Επί ταχείας ενεργείας
Αάμα σ' κραίνουνε, απλοήσου, τότε π' δε σου κραίνουνε, μην απλοϊέσαι
(1928)
Να επιλαμβάνεσαι σπουδάιως των ευκαιριών, ιδίως προκειμένου περί σύναψης συνοικεσίου
Θα ιδούμι κι' αυτό τον δ'κο σ' του παλάτ'
(1926)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Απ' την ουρά 'ς τουν κόλου κι απ' τουν κόλου 'ς τ'ν ουρά
(1902)
Επί ασυναρτησίας
Έχω τραχανά απλωμένον
(1927)
Ερμηνεία: Έχω εμπόδιον, το οποίον δεν μ' αφήνει να δώσω άλλον προσοχή. π.δ. Μου λές να ρθώ Που μπορώ νάρθω! Έχω τραχανά απλωμένον
Άπιαστα π'λιά, χίλια στουμ παρά
(1923)
Ξύπνος είναι η υπόσχεσις παροχής πραγμάτων, τα οποία δεν τα έχει τις εις χηράς του
Άμα δε σε χουϊάζ'νι, τι απ'λουϊέσι!
(1922)
Παρεμφέρους των εν λήμμα αποκρίνομαι 1
Αν μπαίνης και σύ με τους ανθρώπους, χαρά στον κόσμο!
(1926)
Λέγεται προς στεερούμενον ανθρωπισμού
Είμι μι τάντερα όξου τώρα ίγω
(1923)
Δηλαδή, εξαντλημένος της έργασίαςαπαιτούσας όλας τας δυνάμεις μου αμερίστους
Τι του βρίσκ' τουν άνθρουπου κι δεν του τραβάει
(1922)
Ερμηνεία: Ο άνθρωπος όλα τα υπομένει
Τον αβγάτη κατεβάζει τα 'ς τ' αβγόν bοπάνου
(1951)
Τον καβαλάρη κατεβάζει πάνου από τ' άλογο. Για κείνον που έχει ζηλιάρικο μάτι και βασκαίνει
Σου αβγού τον dόπα, γαϊρίδι μη λητεύ'
(1951)
Στ' αλόγου τον τόπο,γαϊδούρι μη δένεις
Άν κάμη ΄ναίκα, σωστού να ράψει α ίταίρι τσαί α ιμάτι, ο Πάσκαζ ά να ΄ρτει τσαί α δεβεί
(1951)
Μιά κα΄κη γυναίκα, ώσπου να ράψει ένα σώβρακο κι ένα πουκάμισο, η Λαμπρή θε νάρθει και θα περάσει. Τόλεγαν και έτσι : Άν bασαρμάζ ΄υναίκα, σου να ράψει το ιταίρι τσαί το ιμάτι, εγώ Πάσκας μbαίνει τσαί βgαίνει. Λεβ. 7...
Κατέβης 'ς τ' άβγο, γαλίτσεψες σο γαϊρίδι, κατέβης 'ς το γαϊρίδι, τσοκτϊέσες σόν τζοράχο
(1951)
Κατέβηκες από τ' άλογο, καβαλίκεψες στο γαϊδουρι, κατέβηκες απ' το γαϊδουρι βούλιαξες στη λάσπη. Όταν αρχίζεις να ξεπέφτεις, δεν ξέρεις που θα καταντήσεις στο τέλος
Αρ να 'υρεύ' να γαλτζέπ' αβγό, να γαλτζέπ' ά ζόρι άβγο, του 'ά φα την dαή να νάνι χαλάλι
(1951)
Αν τύχει και θέλεις να καβαλικέψεις άλογο, να καβαλικέψεις ένα καλό άλογο. Την ταή που θα φάει να την αξίζει