Αναζήτηση
Αποτελέσματα 211-220 από 428
Κλούβιο κιφάλ'
(1940)
Έχω κόρη κι' έχω πίκρα έχω αυγές και μεσανύχτια
(1940)
Έχω αυγές και μεσανύχτια, δηλαδή όλο σκέβομαι
Άδραχτος, μονάδραχτος, μιά είν' η δικατιά του
(1940)
Ήταν μια οκνηρή γυναίκα. Η γι' αdρας της της πήγε μαλλί νάχει να κάνει. Αυτή τα πούλεσε κι' έκανε το ίδιο πάντα. Όταν ήταν μπροστά γι' άdρας της έκανε πως δουλεύει κείνος έλεγε: Γρίζα θάχη καμωμένα έβγαλε η κυβέρνηση διαταγή ...
Άδραχτος, μονάδραχτος, τι θάν' η δικατιά του
(1940)
Ήταν μια οκνηρή γυναίκα. Η γι' αdρας της της πήγε μαλλί νάχει να κάνει. Αυτή τα πούλεσε κι' έκανε το ίδιο πάντα. Όταν ήταν μπροστά γι' άdρας της έκανε πως δουλεύει κείνος έλεγε: Γρίζα θάχη καμωμένα έβγαλε η κυβέρνηση διαταγή ...
Αφίστε πια τ' αδιάντροπα, και πα' στο μ'νι ας πούμι
(1940)
Από αποκριάτικο στίχο, ερμηνεία: ΄ταν λέη κανείς τάχα πως αφίνει κάτι κ' ξανάρχεται στο ΐδιο
Βρέχει βρέχει και χιονίζ' και τα μάρμαρα ποτίζ'
(1940)
Το λενε τα παιδιά σα βρέχ'
Ποτές να μη μπιστεύης σι κούκο κι κλοχερέλ' σα δε λαλήση τζίτζιρας δεν είνι καλοκαίρι
(1940)
Παροιμία που εκτός από την κυριολεξία της τη λένε σε περίπτωση που δεν επιτρέπουνε πολλή εμπιστοσύνη