Αναζήτηση
Αποτελέσματα 161-170 από 2652
Πάς άνθρωπος, πάσα ιδέα
(1958)
Έλεγον ο Μανωλιός ο Κουτσάφτης
Κουβέντα, κουβεντούλα τρώει ο λύκος τη βιτούλα
(1959)
Δυό τσοπαναραίοι κουβεντιάζουνε
Α σε κατεβάσω σο ποτάμι, α σε βgάω διψασμένο
(1951)
Θα σε κατεβάσω στο ποτάμι, θα σε βγάλω διψασμένο. Όταν ένας ήθελε να δείξει στον άλλον πως είναι εξυπνότερός του, και πως δεν πιάνεται με τα λόγια. Τόλεγαν και σε γ' πρόσωπο: Παγάνει σε σο ποτάμι, τσαί φερίνει σε διψασμένος. ...
Τσάπ' είνdαι πουά μαμούκτες, για το σεριν dου, για το ποράδιν dου μαχτσουμού 'α βgάλουνε
(1951)
Όπου είναι πολλές μαμές, ή το χέρι ή το ποδάρι του παιδιού θα βγάλουνε
Τσάπ' είνdαι πουά κουμανdάροι, 'ς τα σερε τουν έργον τζο 'ρτσεται
(1951)
Όπου είναι πολλοί κουμανταδόροι, από τα χέρια τους δε βγαίνει δουλειά
Σου να πουγιουρdάς, φα' στσυλλού κρας έν' τζάφ' καό
(1951)
Πουγιουρντώ = διατάζω
Του ποταμίζεται ο νομάτ', αρατίζει αν τζαλούς να πιέσει
(1951)
Ποταμίζομαι = πνίγομαι
Το ποτάμι του σοτρά 'μbρο, ξοπίσου τζο 'υρίζεται
(1951)
Το ποτάμι που τρέχει μπροστά, πίσω δε γυρίζει