Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1901-2000 από 2529
Τ' αμπέλι θέλει αμπελουργό, το σπίτι νοικοκύρη
(1939)
Κάθε πράμα θέλει και την προστασία του
Ου! καλός! Καλό να βγάλη
(1939)
Όταν λένε κάποιο καλό, ενώ δεν είναι
Διε με Μ' ένα μάτι, να σε διώ με δυο
(1937)
Ερμηνεία: Αν μου φερθής καλά, θα σου φερθώ καλύτερα
Το βασιλικόν απίδι την τιμήν οπού ΄χει δίδει
(1937)
Ερμηνεία : Ανάλογα με την ανατροφή και το εσωτερικό του καθένας συμπεριφέρεται
Αργάτη κάνεις, αργά τόνε τρως
(1937)
Αργάτης= εργάτης, ημερομήσθιο, ερμηνεία: Από ημερομήσθια δε μπορείς να πλουτίσης
Απού τα καλά ντου έργα δα κουμπήση με τη βέργα
(1937)
Ερμηνεία: Λέγεται για κείνους που πληρώνουν τα ενέχειρα της κακίας τους
Πλιά μπρός βρήκαν τό βαρέλι παρά πού φυτέψανε τ' αμπέλι
(1937)
Ερμηνεία: το λέν γιά όσους δέν προχωρούν μέ σειρά στή δουλειά τους
Δέκα μέτρα κι ένα κόψε
(1938)
Όταν εποχειρήσης κάτι πρέπει να το σκέπτεσαι καλά
Οντό λείπ' ο γέρο κάτης, όλοι οι μποντικοί χορεύγουν
(1937)
Ερμηνεία: Το λέν στα παιδιά που κινούνται με πιότερη ελευθερία και ατακτούν, όταν λείπη ο πατέρας των
Ο καλός εργάτης από το φαΐ του 'ναι μπελί
(1937)
Ερμηνεία: Όποιος τρώει γρήγορα είναι και προκομμένος στη δουλειά, μπελί= φανερός
Ο λύκος πάει στά πρόβατα αλλοίς πού τό 'χει ένα
(1937)
Ερμηνεία: Τό μοναχό παιδί στό σπίτι δέν είναι καλό
Από πού 'σαι ποπονέλι; - απ' αυτό τό μποστανέλι
(1937)
Ερμηνεία: τά παιδιά μοιάζουν στούς γονείς
Αλλοί σ' που το 'χει η κούτρα του, να κατεβάζη ψείρες
(1938)
κούτρα=κεφάλι
Διαλεχτής και πομπεντής και γαΐδουροκαθιστής
(1938)
Λέγεται για κείνους που διαλέγουν, διαλέγουν και στο τέλος δεν πετυχαίνουν στην εκλογή τους
Τα καλά του Γιάννη θέλω, μα τον Γιάννη δεν τον θέλω
(1938)
Θέλω την κληρονομιά, μα δεν θέλω το βάρος του
Απάνω στην Κεραμαριώ, άλλη μιά Κεραμαριώ
(1938)
Ερμηνεία: Το λεν σε κείνον που βάζει στολίδια πάνω σε στολίδια
Ήρθαν τ΄ άγρια να διώξουν τα ήμερα
(1938)
Ερμηνεία: Το λεν όταν ξένος πάη κάπου κι θέλει να διώξεη το νοικοκύρη
Ο Θεός άλλους πλάνει, άλλους κλάνει κι άλλους πουτσουλά και βγαίνει
(1938)
Το λέν όταν παρουσιάζονται ειδών ειδών άνθρωποι δηλ. όλοι δεν είναι ίδιοι
Ο Θεός, άλλους έπλασε, άλλους έκλασε, άλλους πυρδοκατούρησε
(1938)
Δηλαδή τους ανθρώπους δεν τους έκαμε όλους ίδιους, άλλους έκαμε καλούς άλλους κακούς
Καθένας την πορδή του μούσκο το 'χει
(1938)
Στονν καθένα αρέσουν τα δικά του πράγματα
Στη φυλακή που γεννηθή, τη φυλακή γυρεύει
(1938)
Το δικό τους μέρος τόχει για καλύτερο αν και είναι χειρότερο από άλλο μέρος που βρίσκεται
Η τσιγγάνα το ντρουβά της κε' θωρεί το
(1938)
Δε βλέπει τα δικά του, κατηγορεί άλλους
Η γάτα που γεννά ποντικό πιάνει
(1938)
Τα παιδιά μοιάζουν στους γονείς
Γαμπρέ γλυκά έλα
(1938)
Μην πολυπηγαίνης κάπου για να μη σε βαρεθούν
Έναν κερί ανάβει χίλια κεριά
(1938)
Τό λέν γιά τό μοναχοπαίδι
Σκότωνε τρελλούς πλήρωνε τζερεμέδες
(1938)
Τζερεμές = πρόστιμο
Κι απού τσι δυό μυλόπετρες βγαίνει τ' αλεύρι
(1938)
Κι οι δυό σύζυγοι εργάζονται για να προοδέψη το σπίτι
Για τον καινούργιο δρόμο τον παλιό μην αναγυρίσης
(1938)
Μή δέχεσαι ασυζητητή καινούργιες συνθήκες
Ο γυιός γαμπρός δε γίνεται κι η νύφη θυγατέρα
(1938)
Καλύτερα αγαπούν οι γονείς τους γυιούς και τις κόρες παρά τις νύφες
Ίσια κάνε, γρα, την πίττα κι ίσια την πιττάρωνε
(1938)
Δηλαδή Τα παιδιά σου να τάχης όλα ίσια
Με τις πορδές αυγά δε βάφουνται
(1938)
Δηλαδή για κάθε δουλειά χρειάζονται ολικά
Εγώ το σκύλον ώρισα κι ο σκύλος την ουρά του
(1938)
Το λεν σ' όσους δεν κάνουν ότι τους πουν, αλλά το αναθέτουν σε άλλους
Σικώθηκε ο καλόκωλος κι έκατσ' ο στραβόκωλος
(1939)
Ερμηνεία: Το λένε όταν γελάνε κάποιο ως του παίρνουν τη θέση του
Με τ' αρνιά κουρεύεσαι με τα κατσίκια πααίνεις
(1940)
Το λεν για κείνους που είναι μεγάλοι και κάνουν παρέα με μικρούς
Όλοι οι γύφτες μιά γενιά
(1939)
Όλοι τους είναι το ίδιο κακοί
Από τα φάβατα ως τα κεράσια δεν θα πάει
(1938)
Είναι παλιό πράμα και θα χαλάση γρήγορα. Φάβατα = κουκιά
Το μπουκί του κανένας δεν το βλέπει
(1938)
Ερμηνεία: Είναι πολύ τσιγγκούνης
Ο άντρας να κουβανή με το τσουβάλι κι η γυναίκα να σπαταλά με τη βελόνα προκοπή δεν κάνουνε
(1939)
Κουβανή = κουβαλεί , φέρνει
Ακόμη δεν εβγήκε από τ' αυγό και κάνει τον καμπόσο
(1938)
Είναι ανήλικος και αδαής και όμως κοκορεύεται.
Σα δε σ' αρέσει η αιλιά, πάρε το βούι να γεννά
(1939)
Το λένε σε κείνο που δεν τ' αρέσει κάτι συμφερότερο και του τυχαίνει άλλο λιγώτερο συμφέρον
Όλα 'ν' του γάμου δύσκολα, κι η νύφ' α βαρεμένη
(1939)
Το λέν όταν απάνω στη μια δυσκολία παρουσιάζονται κι άλλες
Άλλα βάνουν τζή κνισάρας, κι άλλα κοσκινίζ' εκείνη
(1939)
Άλλα σού λέω κι άλλα λές. Κνισάρα = σίτα
Το αίμα νερό δε γίνεται κι ανέ γενή, δεν πίνεται
(1939)
Οι συγγενείς, όσο καν μαλώσουν είναι συγγενείς
Κι οι γωνίες έχουν φτιά
(1938)
Όσο σιγά κιάν λέη κάποιος κάτι γίνεται γνωστό.
Όλα του γάμου δύσκολα κι η νύφ' αγκαστρωμένη
(1937)
Όταν παρουσιάζονται πολλές δυσκολίες για κάτι, η μια απάνω στην άλλη
Το αίμα τραβά
(1937)
Ερμηνεία: Το λέω όταν αγαπά κανείς κάποιον άγνωστο συγγενή του
Ναχα του Μάη τις γιορτές του Γεναριού τις άδειες
(1940)
Το λεν για τους τεμπέληδες που ζητουν αφορμή για να τεμπελιάζουν
Του πεθαμένου το πιγγί τ' αναποδα γυρίζει
(1940)
Τον πεθαμένο δεν τον λογαριάζουν
Σότουν (σειόταν) τα μήλα στο γιαλό, σόταν κι οι καβαλίνες
(1939)
Το λεν σε κείνες που κάνουν τις σπουδαίες ενώ δεν αξίζουν
Φωτιά εκεί που πίσει, εκεί καίει
(1938)
Ερμηνεία: Το πένθος τους κοντινούς μόνο συγγενείς πειράζει, οι μακρινοί δεν πειράζονται
Με τον καλλιά σου κάθιζε και νηστικός σηκώνου
(1938)
Να κάνη συναναστροφή με καλύτερους σου κια ας μη έχης και υλικό κέρδος
Τα ρούχα του 'χει
(1938)
Το λεν σ' όσους νευριάζουν πολύ
Σιγά τον πολυέλαιο!
(1938)
Μη λες πολύ μεγάλα πράματα
Ο σκύλος που θα μάθη τα παλιοπέτοια δεν ξεχνα την τέχνη ντου
(1938)
Αυτός που θα συνειθίση στο κακό, δεν το ξεχνας
Του παιδιού μου το παιδί τόχω δυο φορές παιδί
(1939)
Τα εγγονακια είναι πολύ αγαπητά
Το σίδερο στη βράση κολλάει
(1939)
Η δουλειά πρέπει να γίνεται στην ώρα, για να πετυχαίνει
Πέρυσι έκλασε κι εφέτος βγήκε βρώμος
(1938)
Το λεν όταν θυμηθούν κάτι παλιό και το ζητουν
Κρυφός παπάς δε γίνεται
(1938)
Ερμηνεία: Όλα τα μυστικά κοινολογούνται