Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1201-1300 από 5686
Τ' αϊ Ντρικά αντριών η νύχτα
(1940)
Η μακροτέρα του έτους νύκτα είναι η της μνήμης του αποστόλου Ανδρέα, κοινότερον τ΄αϊ Ντρικά
Βάστα πόνογ για ομορκιάν
(1948)
Ερμηνεία: Λέγεται για τα ρούχα, τα παπούτσια, τα καπέλλα που σε σφίγγουν
Με τα ξένα κόλλυφα μνημονεύκει τους γονεούς του
(1924)
Ερμηνεία: Επί των γενναιοδώρων ή διευθετούντων τα εαυτών αλλοτρίοις αναλώμασι
Του κλέφτη κλέφτεις του;
(1924)
Τον εξ' επαγγέλματος και πεπειραμένον απατεώνα ζητείς να απατήσης ή προς τον παμπόνηρον ζητείς να πονηρευθής;
Αγάπα με θεοτικά να σ' αγαπώ μελένα
Σημ. Θεοτικά= ασφαλώς εξ άπαντος με βεβαιότητα θεϊκών, να είσαι βέβαιος, ως να σου υπόσχεται ο Θεός
Η πείνα την ευκενικήν ποβκενικήν την κάμνει
(1924)
Η στέρησις και η ένδεια ωθεί εις την ατιμίαν και εξαχρείωσιν
Απόν ακούει του γονιού παρασπιθκιού τζοιμάται
(1953)
Παρασπιθκιού=έξω από το σπίτι. Απόν=εκείνος οποίος δεν
Καλός, καλός ο χοίρος μας και εξέβη χαλαζιάρις
(1924)
Περί των διαψευδόντων την σχηματισθείσαν καλή γνώμην ή προώρως διαδόθεισαν φήμην των
Τζιείνος που σ' αγαπά κάμνει σε τζιαι κλαίεις
(1951)
Εκείνος που σ' αγαπά σε κάνει να κλαίς
Ο θυμός του χωρκάτη ζημιά του πουντζιού του
(1953)
Το πουντζίν = πορτοφόλι
Διατάσσω 'γιώ τηγ κάτταμ μου, τζ' η κάττα τα καττούδκια της
(1948)
Ερμηνεία: Προστάζω γω κάποιο κι αυτός άλλους κ' έτσι η υπόθεση μένει μπερδεμένη
Αδκειασερός παπάς θάβγκει τζαι τους ζωντανούς
(1930)
Ερμηνεία: Λέγεται επί εκείνων, οι οποίοι είναι άεργοι, καταγινόμενοι και ασχολούμενοι εις ανόητα, άχρηστα και περιττά πράγματα
Αβκόν αβκόν τσακκίζει τζ' η πέτρα το ρα(γ)ίζει
(1940)
Ούτω εσυνηθιζέτο να λέγεται κατά την εβδομάδα της Διακαινησίμου, οπότε επεκράτει η συνήθεια μικροί και μεγάλοι να τσουγκρίζουν κόκκινα αυγά.Το ισχυρότερον έθραυε το ασθενέστερον.Μεταφορικώς μεταξύ ισοδύναμων κατορθώνει να ...
Εμείς παιδκιά εν είχαμεν, τζ' αγγόνιν αγγονιστήκαμεν
(1940)
Λέγεται επί όσων απερίσπαστοι από ιδικάς των υποθέσεις ενοχλούνται επιφορτιζόμενοι ξένας τοιαύτας
Εγλέπου τζ' εν να σπάσης ταβκά!
(1940)
Λέγεται ειρωνικώς δι' όσουςάνευ σοβαρού λόγου κάμνουσι τι μετά πολλής βραδύτητος και προσοχής.
Σύρν' αβκά στον τοίχον
(1940)
Από το με αυγά πετροβόλημα, ο μεν τοίχος δεν θα πάθη απολύτως τίποτε,το αυγό όμως θα σπάση διότι είναι πολύ εύθραυστον.Τοιουτοτρόπως και ο συμβουέυων ισχυρογνώμονα ματαιοπονεί,ζημιούται σε ο ασθενέστερος όταν επιτίθεται ...
Εν είμαι ταβκόν
(1940)
Όπως το αυγόν, ως εύθραυστον,κινδυνεύει εις κάθε σύγκρουσιν να σπάση, ούτω και μεταξύ ανισο-δυνάμων ο αδύνατος θα ηττηθή.Αν κίνδυνος και απειλή υπάρχη, ο μέλλων να πάθη δεν θα είμαι εγώ,διότι δεν είμαι αυγόν,ανίσχυρος ...
Αγιος ποθ θαμματουρκά έν του ταιρκάζουν τα τζερκά
(1940)
Το κερί προσφέρεται λιβάνι διά να εισακούση ο άγιος την ευχήν και παράκλησίν μας. Εφόσον δεν τυγχάνομεν του ποθούμενου, διότι δεν θέλει ή αδυνατεί ο άγιος, το λιβάνισμα είναι περιττόν. Μεταφορικώς διά τούς μή εξυπηρετούντας ημάς
Ήβρες τζαι τον ά(γ)ιον ν'αψης το τζερίσ σου
(1940)
Λέγεται ειρωνικώς δι' όσους που αποταθέντες προς κάποιον πιστεύουσι ότι εν τω προσώπω του επέτυχον καλόν και πειθήνιον όργανον διά τους σκοπούς των ενώ το αντίθετον συμβαίνει
Φτωχός άγιος εν έσει γιορτήν
(1940)
Ο ανίσχυρος και πτωχός ούτε εκτιμάται αλλά ούτε και λαμβάνεται υπ' όψιν και όταν ακόμη έχει κάποιαν αξίαν
Απού χέλει ν' α(γ)απήση, χέλει να χασομερήση
Ερμηνεία: Επί αφειδίας μέσων προς επίτευξιν σκοπού τινός
Της αγιάς Μαρίνας σύκον, τ' άϊ Μηνά σταφύλιν τζαι τ' Άη Παντελεήμονα γεμάτον το κοφίνι
(1940)
Σπάνιον τον Ιούνιον το σταφύλιν, είναι άφθονον τον Ιούλιον
Αμ μεμ μ' αγαπάς, προσγέλα μου.
(1940)
Έσο ευπροσήγορος και προς όσους δεν αγαπάς
Αγάπη εν τζαι γίνεται με να της πης χαρώ σε! Έβκαλε το πουγκάτζισ σου, τζαι λίμισε, τζαι δώσε
(1940)
Τα καλά αποκτώνται όχι δωρεάν και ακόπως αλλά με θυσίας και έμπρακτον απόδειξιν ενδιαφέροντος
Αγάπη στα κόρκα ένι, τζ' αλοί του πον να ππέση
(1940)
Ο έρως είναι τυφλός, επομένως ημπορεί κανείς και παρ' αξίαν να αγαπήση, να υποφέρη συνεπώς και να δυστυχήση αδίκως. Κόρκα και κόβκα, τα, λέγεται η κόπρος των μεγάλων ζώων
Ο απόστολος Βαρνάβας ανοίγει τα παναΰρκα, τζ' ο άϊς Μηνάς βαδώννει τα
(1940)
Ένεκα της ως άνω μεταθέσεως, αλλά και διότι άλλοτε μεγάλη πανήγυρις εγίνετο την 11 Νοεμβρίου, εορτήν του αγίου Μηνά παρά την Βάλβαν (Λάρνακος), τας πανηγύρεις ελέγετο ότι έκλειεν ο άϊς Μηνάς
Πρώτα ήμουν άντζελος, τόρ' αντζελίζουν άλλοι. Στη βρύση πούπινα νερόν τόρα ποτίζουν άλλοι
(1940)
Αρχικώ ερωτικόν δίστιχον. Λέγεται επί νέων σχέσεων και προτιμήσεων επί βλάβη παλαιότερων τοιούτων
Αγάπησεν ο κολοιός τημ πεταλλίναν
(1940)
Επί ενεργειών και πράξεων υστερόβουλων
Κότσιριμ που τηγ κοπριάσ σου, τζαι σκατόμ που τα σκατά σου
(1940)
Να μη θυσιαζόμεθα παρά δια τους απολύτως ιδικούς μας
Τον αγαπάς ξητίμαζε τζ'αι τομ μισάς σ'αιρέτα
(1940)
Επιτιμών φίλον ωφελώ αυτόν, εννοούντα ότι εξ ειλικρινούς ενδιαφέροντος καυτηριάζω τα λάθη του προς διόρθωσίντου. Ευπροσηγόρως δε φερόμενος προς εχθρόν όχι μόνον δεν υποδαυλίζω το μίσος του αλλά και τον αφοπλίζω.
Τομ πρωτινόν τζαιρόν ελάλεμ μια γεναίκα. "Τον αγαπάς ξητίμαζε τζ'αι τομ μισάς σ'αιρέτα".
(1940)
Η παροιμία είναι πληρεστέρα των προηγουμένων που προέκυψαν εκ ταύτης, δια της αφαιρέσεως του πρώτου ημίσεος
Όπκοιον εν αγαπούν τα γνότα του βρομούν
(1940)
Ευκόλως εξευρίσκομεν αφορμήν και επιχείρημα να δικαιολογήσωμεν την αντιπάθειαν και αποστροφήν μας προς τινα
Πού αγαπά στραώννεται
(1940)
Πολλάκις μας αποτυφλώνει η αγάπη ώστε όχι μόνον να μην βλέπωμεν, αλλ' ακόμη να δικαιολογώμεν και να συγχωρώμεν τα ελαττώματα και τα σφάλματα του φιλουμένου προσώπου
Από του αποστόλου Αντρέα, αντρειών η μέρα
(1940)
Από της ημέρας αυτής αρχίζει να ελαττόνιται η νύκτα και να μεγαλώνει η ημέρα
Εν να μπη η αλιζαβρούα με τογ κουφον ένα;
(1940)
Οι άνθρωποι διαφέρουσι την αξίαν
Να σε φάη η κουφή του Μπάρρατζη
(1940)
Φέρεται ζώσα εις την τοποθεσίαν Μπάρρατζη παρά τον Γερόλοκκον Λευκοσίας μεγάλη κουφή
Η κρυάδα μπαίνει με το σατσίν, τζαί βκαίνει με το βελόνιν
(1940)
Κρυάδα = αρρώστεια, ελονοσία;
Κρυφός παπάς εγ γίνεται, τζ' άγ γίνη ελ λουτουρκά
(1940)
Επ άπειρον δεν μπορεί να τηρηθεί μυστικόν
Κώλος αμ μεγ καή, τόπον εν αλλάσσει
(1940)
Ερμηνεία: Όταν εκ πείρας αντιλαμβανόμεθα το σφάλμα μας
Ας σε βαστά ο κώλοσ σου
(1940)
Ερμηνεία: Επί προκλήσεως ιδία
Άσ σε κρατεί ο κώλοσ σου
(1940)
Μάχαιραν έδωσες, μάχαιραν λάβης
(1940)
Το γραφικόν
Τούτος παραντζέλλει του νου τζαί τάλλου, μα ποια στράτα πα' στογ κρεμμόν τζαί ποια στο περβόλιν εξ ξέρει
(1940)
Δι' όσους ενώ δεν είναι εις θέσιν τολμώσι να δώσωσι συμβουλάς
Εδώ εμ με ξέρουν, ειδεμή αλλού καθόλου
(1940)
Αστείως αλλά και δι' όσους δεν αξίζουσι τίποτε
Πκιάσ' τον τίτσιρον και έβκαρ΄τα ρούχα του
(1924)
Ερμηνεία: Ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος
Του φρένιμου τα χαπάρκα, οι πελλοί τα κουβαλούσιν
(1940)
Οι τρελλοί, οι μη εννοούντες την αξίαν της εχεμυθίας, λέγουσιν ό,τι γνωρίζουσι
Το μωρόν όσοφ φάει έχ χαλάλιν του, τζ' όσοφ φορήση έχ χαράμιν του
(1940)
Διότι ούτε αισθάνεται ούτε έχει ανάγκην επιδείξεως
Έχω το μέτωπομ μου ψηλά
(1940)
Δεν είναι ντροπιασμένος ώστε να κύπτω την κεφαλήν
Ο Μάρτις που το πρωΐν εψόφησεν τογ γάδαρον και ως το δείλης εβρόμησεν τον
(1924)
Ερμηνεία: Αναφέρεται εις το δυνατόν πρωϊνόν ψύχος του Μαρτίου και τας καυστικάς αύτου ακτίνας κατά τας λοιπάς ώρας της πρωΐας
Από ν' ακούει γονιούς παραγωνιές τσοιμάται
(1920)
Ακρώννεται=υπακούω. Επί των απειθών τέκνων. Απούν ακρώννεται γονιού, παραγωνιάς τζοιμάται.
Έναν τό 'σεν ο Κολώτας τζαί τό Πάσκαν τζαί τά Φώτα
Σημείωση: Κολώτας = ο έχων ένα αυτί
Μιτσίγ γαούριν νωπόφ φαίνεται
(1931)
Μικρό κοντό γαϊδουρι νωπό φαίνεται
Πέψε τομ πελλόν και λάμνε
(1924)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Η νύφφη αντάγ γεννηχεί της πεττεράς της μοιάζει
(1934)
Η νύμφη από τον καιρό που θα γεννηθή μοιάζει της πεθεράς της
Να θωρής τηγ κρυάδα, τζαί να μοιράζης τα ρούχα
(1940)
Κατά τας ανάγκας η τας δυνάμεις τον έκαστος να πειβαρύνεται είτε και να βοηθείται
Με τομ μαύρομ μου αναγυιώθηκα, τζαι τα κουστούμια του εν τα ξέρω;
(1940)
Μακροχρόνιος συμβίωσις φανερώνει τον πραγματικό μας χαρακτήρα. Μαύρος είναι ο σκλάβος
Της νύχτας τες δουλιές είδεν τες η ΄μέρα τζ' ενηέλασέν τες
(1940)
Την νύκτα η εργασία γίνεται υπο όρους δυσμενείς ολίγον φως κάματον νυστάραν που δεν υπάρχουν κατά την ημέραν
Ούλλοι λέσιν τζαί πολέσιν, τζ' ο φτωχός ετζεί που πόνεν
(1940)
Ο φτωχός απασχολείται με το πρόβλημα της πληρώσεως των ζωτικών του αναγκών
Που θέλει να κάψη θεμωνιές, τ' αλώνια εν τα φτάνει
(1940)
Ερμηνεία: Ο θεός προνοεί όποιος θέλει να προξενήση κακόν να συναντήση εμπόδια
Έσει τζαί μιαλήτεροχ χτηνόμ που τηγ καμήλαν
(1940)
Υπάρχει και ανώτερος από τον ικανόν και άξιον που γνωρίζομεν
Άνταν να θέλη ο Θεός, δίχως τα νέφη
(1924)
Σακελλ: τα σύννεφα. Βρέχει. ΣΚ, Β' 284 αρ. 209
Επήαμεν για μαλλίν τζ' ήρταμεγ κουρεμένοι
(1940)
Δι όσους ήλπιζον επιτυχίας και απεκόμισαν ζημίας
Η όρνιθα, εν το κοπάδιν του φτωχού
(1940)
Χωρίς έξοδα αισθητά παρέχει ωφελείας
Όνομα και μη χωρκόν!
(1940)
Ερμηνεία: Επί των λίαν εχεμύθων
Να σου ζουλέψω ναν η γεναίκα σου όμορφη, όξα το ρεσπερλίκκιχ, χρονιά σου τζαι χρονιά μου
(1940)
Ενώ η τύχη είναι ευμετάβλητος, η ομορφιά είναι σταθερά
Τα ριάλια του τζυρού μου, ισιώνουν τηγ καμούραμ μου
(1940)
Ελαττώματα της κόρης καλύπτει η πλουσία προίκα
Άμα κάμει πάγος έσει κοντά νερά
(1940)
Τοπική της Σολιάς
Η αλουπού κουδούνια φόρεν, τζ' αν τα 'φόρεν, πκοιός τα θώρεν;
(1940)
Οι πτωχοί και αφανείς όσον και αν φέρωνται επιδεικτικώς δεν επισύτουσιν την προσοχήν
Επήρεν η αλουπού τες μίξες της
(1940)
Ερμηνεία: Επί γυναικών που μετά λογομαχίαν, ελλείψει επιχειρημάτων, φεύγουσι
Σαν νάρκετουν κουρσάριν
(1940)
Ιστορική
Το λαμπρόσ στηγ Καραμανιάν τζ' εμείς δαμαί να βράζουμεν
(1940)
Όταν εκείνο που έχομεν ανάγκην δεν μας είναι πρόχειρον και δεν δυνάμεθα να επωφεληθώμεν αυτού
Είντα σε κόφτει που του Χατζαλή τ' αρνιά, ανν εμ πέντε για εννιά
(1948)
Ερμηνεία: Τι σε γνοιάζει για τες ξένες υποθέσεις
Δός του μάντζιπα ψουμίν να φάη να 'χ χαλάλιν του
Σημ. Μάντζιπας = αρτοποιός, ψωμάς
Ο Μάρτης έβρεσιεν τζι' ο θεριστής εσιαίρουν
(1958)
Αυτό σημαίνει, ότι όταν βρέξη τον Μάρτιον η παραγωγή του σίτου θα είναι μεγάλη και ο θεριστής θα χαίρεται. Διηγήθηκε μια γριά από το χωριό Άγιος Γεώργιος στην επαρχία Κυρηνείας
Μιτσύγ γαούριμ, νωπόφ φαίνεται
(1940)
Ο μικρόσωμος εκλαμβάνεται ως μικρότερος την ηλικίαν
Μιτσύγ γαούριν ούλλοδ δύναμις
(1940)
Δι' όσους τα προτερήματα των εξουδετερούσι τα ελαττώματα
Ό,τι κάμνεις βρίσκεις
(1940)
Τιμωρούμεθα ή βραβευόμεθα αναλόγως των πραξεών μας
Τζ΄ η εκκλησιά μεγάλη ένι, αμμά στήμ μιάμ μερτιάλ λειτουρκούσιν
(1940)
Το μεγάλον αν δεν είναι αναγκαίον δύναται να είναι χρήσιμον