Αναζήτηση
Αποτελέσματα 901-1000 από 5686
Εβλάστησεν σαν το μανιτάριν
(1940)
Τράβα πόνον για ομορφκιάν
(1951)
Υπόμεινε τον πόνον για ομορφιά
Εθ θέλω κολαούζον
(1940)
Μαλάκκαμ πούβρεν
Είπεν τις εν κώμα του γιαλού δια νέου ευρόντα αρκετήν προίκα
Καμήλα κλάννει στο Πεντάκωμον
Λέγεται επί των αδιαφόρων
Έβκαλεν το όνομα ο θεριστής
(1940)
Απόσει γόνατα, γονατίζει
(1940)
Ο έχων στήριγμα, δεν καταρρέει, συγκρατείται.
Έσει φλάγκαν τού βού
(1940)
Εν τζι εν' κόλλυφα;
(1951)
Δεν είναι κόλλυβα
Σαν τοδ δράκον
(1940)
Δι' ευρώστους και χαίροντας άκραν υγείαν
Που τον τζαιρόν του Χριστού
(1940)
Πετάσσει μεγάλους πόρdους
(1940)
Δι' όσους κομπορρημονούν
Πόσα ξέρεις; Τα όσα είδα
(1940)
Γελά τζ' ο νοικοτζύρης
(1940)
Γελά τζ' ο μάρσαπης
(1940)
Εύρε Φίλιππος τον Ναθαναήλ
(1940)
Το Ευαγγελικόν
Tencere teherlendi kapagim buldu
(1940)
Τούρκικη
Σαν τηβ βρεμμένην όρνιθα
(1940)
Εν εφτάψυχος σαν τογ κάττον
(1940)
Κατύση του γιαλιού που να ραή
Σημείωση: Κατύση = αλίμονον
Εσήμανεν τογ καλά
(1930)
Δηλαδή τον εξύλισε πολύ
Φέρν' οπναν τζαι παίρν' οπναν
Εμ πολλά άρωστος
Τα δεξιά ξινάστραφα
(1940)
Επί υποθέσεων που αντί ευνοϊκώς, βαίνουσι κακώς
Να παράδ δός μου κρέας
(1940)
Αδεμασελλαν του σσύλλου
(1920)
Ερμηνεία: Επί των αδιακρίτων και αναισχύντων
Όπκοιος δκιαλέει, ποδκιαλέει
(1940)
Έσει γινάτιν του καμήλου
(1940)
Άνθρακες ο θησαυρός
(1940)
Κάμνει τον άνεμον κουβάριν
(1940)
Η γλώσσα του εψ ψαλλίδιν
(1940)
Έκατσε στ' αβκά του
(1940)
Οποιος δουλεύκει τρώει
(1940)
Ο παρέχων εκδουλεύσεις δικαούται και εις ανταμοιβήν
Πίτταν έσεις, έννοιαν έσεις
(1940)
Έμ μετάξιν αφεντικόν
(1940)
Όπκοιος ιδκιάζεται, ποστέκεται
(1940)
Ο μετά σπουδής καί συνεχής εργαζόμενος κουράζεται
Άρατε πύλας
(1940)
Σπανίζει, ως αστεϊσμός. Εκ του ευαγγελικού ρητού
Βούννου, βούννου, βρε λοή
(1940)
Κούρεψε τ' αυκόν να πιάσης το μαλλίν
Ερμηνεία: Επί πτωχών
Ανεμομαζώματα, διαολοσκορπίσματα
(1940)
Τα χωρίς τίμον ιδρώτα αποκτηθέντα ευκολώτερον εξοδεύομεν
Με το βελόνιβ βκάλλει λάκκον
(1940)
Απόν εσύντυθεν, επέθανεν
(1940)
Νούς τούρτσικος
(1940)
εν της στέκκας
(1929)
Απ' ατου άϊ (γι)άννυ τ' άϊ Αρμογενιού
(1940)
Εννοείται “ζήσε”. Ευχή φαινομενικώς, είναι πράγματι κατάρα, διότι ο μεταξύ δυο εορτών χρόνος είναι μια μέρα. Η 4η Οκτωβρίου (Ιωάννου του λαμπαδιστού) προς την 5ην, (Ερμογένους). Αντί μακρότητα ημερών ευχόμεθα βραχυζωΐαν...
Η αγιά Βαρβάρα βαρβαρώνει τζ΄άις Σάββας σαβανώνει, τζ΄άις Νικόλας παραχώνει
(1940)
Τα “Νικολοβάρβαρα” (4-6 Δεκεμβρίου) η χιών καλύπτει ως σάβανον την γην και η κακοκαιρία με την ψύχραν ευνοούσι τας ασθενείας εξ ων ο θάνατος...
Εταιρκάσαν τα σκουφκιά μας
(1924)
Συμφωνούν οι χαρακτήρες μας και τα φρονήματα μας.
Τα κανάτζια πόσ' ο μύλος, το νερόν τα κατεβάζει
(1940)
Κανάτζιν, το, εκ του ιταλ. cane που σημαίνει 1ον προγούλι, 2ον χάδι, εξ ου και κανακάρης, ο, και κανακάρικο, το...
Άμα τρεχτουν πρώμα οι κουέλλες ο γρόνος εν όψιμος
(1945)
Πρώϊμος οίστρος στα πρόβατα χρονιά όψιμη...
Σημείωση: 1) τρεχτουν = οργούν προς συνουσίαν, 2) κουέλλα, ή και κούελλος, ο = προβατίνα...
Σημείωση: 1) τρεχτουν = οργούν προς συνουσίαν, 2) κουέλλα, ή και κούελλος, ο = προβατίνα...
Η ομορκιά εν τρώεται με το κουτάλιν
(1948)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Όποιος εν ημπορεί να δέρη τον γάρον, δέρνει το σάμαν
(1920)
Σάμαν = σάγμα
Η ψεφκιά έχ χαλιτζίν της αλήθκειας
(1940)
Όπως διά την ανέγερσιν οικίας χρειάζεται η μεγάλη αλλα και μικρά πέτρα, το “χαλιτζίν”, προς στερεώσιν της έτσι προς αποφυγήν ψυχικού κλονισμού λέγεται η αλήθεια με ψευδή εις περίπτωσιν σοβαράς συμφοράς
Ακόμα εν τον είαμεν τζ'αί Γιάννην τον εβκάλαμεν
(1948)
Ακόμα δεν τον είδαμε, Γιάννη τον ωνομάσαμε
Απουν εχάρην το πουρνόν με ούλλην την ημέραν
(1953)
Από την αρχήν, πρέπει να προσπαθή ο άνθρωπος
Πού άδρωποσ στενοπερίσσευτον ππαράες μεδ δανειστής
(1948)
Απ' άνθρωπο στενοπερίσσευτο λεφτά μη δανειστής