Αναζήτηση
Αποτελέσματα 5201-5300 από 5686
Απούταν πρώτα μάειρος τζ' ύστερα γίνηγ Γούμενος οσάξερεν ο μάειρος έξερεν τα τζ' ο Γούμενος
(1940)
Δι' όσους, πολυπαθής κατά τον βίον των δεν εξαπατώνται ευκόλως
Απλώσαμεν τα ρούχα μας στον ίδιον ήλιον
(1940)
Λέγεται ειρωνικώς. Δεν είναι τα επουσιώδη που συνδέουσι και υποχρεούσι
Τα ζωντανά 'κονομιούνται
(1940)
Η υγεία και η ζωή είναι το πολυτιμότερον αγαθόν. Κάθε κακόν, πλην του θανάτου, δύναται να τύχη θεραπείας
Ο Θεός μαχροημερά, μα δικαιοπκερώνει
(1940)
Ο Θεός μακροθυμών παρέχει τον καιρόν προς μετάνοιαν
Όποιος κρατεί τοθ Θεόν, έχ χάννει
(1940)
Ο πιστεύων και ελπίζων σώζεται
Ο Θεός εν έν Αρβανίτης
(1940)
Επί των κακών, τους οποίους πλήττει ατύχημα ως θεία δίκη
Τραυά τον το γαίμα
(1940)
Λέγεται α) Επί στενής συγγενείας ατόμων αγνοούντων άλληλα ως και τους δεσμούς συγγενείας των ελκομένων όμως ζωηρώς μετά τυχαίαν συνάντησιν. β) Επί δολοφόνων, τους οποίους το αίμα του θύματος των ωθεί να προδοθώσι και να ...
Πρόσωπον που εθ θωρκιέται γλήορα πολησμονιέται
(1940)
Η συχνή αναστροφή συνδέει στενότερον
Θυμός του χωρκάτη, ζημιά του πουντζιού του
(1940)
Η οργή συσκοτίζουσα την διάνοιαν, προάγει εις πράξεις επιζημίους
Θώρε με να σε θωρώ, να περνούμεν τον τζαιρόν
(1940)
Λέγεται επί των οκνηρών και αμελώς εργαζομένων
Εθ θωρεί ο στραός, αμμά θωρεί ο Θεός
(1940)
Ο Θεός προφυλάττει τον ανίσχυρον και τιμωρεί τον αδικούντα αυτόν
Εξώδκιασα το γαίμαν της καρκιάς μου
(1940)
Επί άνευ υπολογισμού θυσίας εξ αγάπης προς τινα
Τα θωρούμεν, ευλοούμεν
(1940)
Δι' όσα βλέπομεν μεριμνώμεν και θεραπεύομεν και ανάγκας που μας βιάζουσι
Το πουττίμ μου πιλέ νάσες σερούδκια τήδ δουλειάσ σου κάμνει την
(1940)
Λέγεται πρός ένδειξιν προθυμίας και του ευκόλου της εργασίας
Εμείς εναήκαμεν του γαμησιού, τσ' ο άντρας μας καύκαν έδει
(1940)
Δι' όσους κατασπαταλώσιν αλλού αντί εις τον οίκον των
Κάμε τοδ δκιάολογ κουμπάρον, να περάσης το γιοφύριν
(1940)
Ερμηνεία: Εις δυσκόλους στιγμάς να επωφελούμεθα παντός μέσου
Νάσεν ο κκέλης γιατρικόν εθελέν το για λόου του
(1940)
Πρωτίστως δικάς μας ανάγκας αν δυνάμεθα να θεραπεύομεν
Άκουε βελόνισ στον τοίχον
(1940)
Όπως το βελόνιν εις τον τοίχον δεν ακούει ούτω πως και ο αποφασισμένος να μη προσέξη εις τας συμβουλάς μας
Εισέν τα μαλλιά τζ΄ ερίαν, τζ΄ έβκαλέν τα τζ΄ ετουρτούραν
(1940)
Εάν έχοντες κάτι ευρισκόμεθα εις δύσκολον θέσιν, στερούμενοι τούτου θα ευρεθώμεν προ αδιεξόδου
Έκαμεν η λόττα γουρούνια, τζ' εν έφαεν να χορτάση
(1940)
Η δια τον οίκον μέριμνα και η απόκτησις τέκνων απασχολούσε μεγάλως.
Πού του αποστόλου Λουκά, ως τ' άι Δημητρίου, εν το καλοτζαίριν τους οκνιάρηδες
(1940)
Συνήθως επικρατεί καλοκαιρία κατά το μεταξύ διάστημα
Κάτσε σταβκά σου
(1940)
Η μοναδική εργασία και ενασχόλησις της κλώσσας είναι να κάθεται εις τη αυγά της δι' εκκόλαψιν και να τα θερμαίνη δι' όλου του ημερονυκτίου, αδιαφορούσα δια κάθε άλλο. Πρέπει να κοιτάζη ο καθένας την δικήν του δουλειάν και ...
Στογ κόσμον άλλοι εν έχουν τζαί κάμνουν, τζ' άλλοι έχουσι τζαί χάνουν
(1940)
Η τύχη είναι ασταθής και ευμετάβλητος
Άλλα λοάρκαζεν η αλουπού τζ' άλλα κάμιν' ο βούνναρης
(1940)
Όταν αι προβλέψεις μας δεν πραγματοποιούνται κατ' ευχήν και αι επιθυμίαι μας δεν ευοδούνται
Είμαστην συγγενείς που τα πούτταρα ως τα μούνναρα, τζ' εμείς καλώς σας ήβραμεν
(1940)
Εις περίπτωσιν εξεζητημενης ομοιότητος
Επόκατσεσ σαν την αλουσίβα
(1940)
Στάκτη εις ποσότητα ύδατος γίνεται αλουσίβα προς πλύσιν. Το νερόν θολόν καθαρίζει βαθύτερον. Λέγεται επί θυμού κατευνασθέντος
Είδεν τήσ σάν τήν εληάμ μέσ' στό σκουτέλλιν
(1940)
Δι' όσους αγαπούσι καί φροντίζουσι νά περιποιούνται τινα
Η γλώσσα του εσ' σαν το ψαλλίδιν
(1940)
Δια φλύαρους που έχουσιν αεικίνητον γλώσσαν
Πουλεΐ νήλιον τζ' αγοράζει λάϊν
(1940)
Επί των αμελούντων τας εργασίας των χάριν διασκεδάσεως
Κάθεται σάν τόν έλληνα
(1940)
Ιστορική. Κατοικεί ή κάθεται κατάμονος, μακράν τών άλλων ανθρώπων
Άμα φυσοϋγ καλοτζαίριβ βορκά(δ)ες, έρχετ' ο τζαιρός παττάλικος
(1940)
Όταν επικτατοϋσι βόρειοι άνεμοι το καλοκαϊρι, πιστεύεται ότι επακολουθεί κακός χρόνος διά την γεωργίαν
Αναγέλασεν η αίγια την κουδέλλαν
(1940)
Κατά τον μύθον η αίγα όταν με την κουδέλλαν επήδησαν αυλάκιν, εξακαρδίστην απ' τα γέλοια διότι εσηκώθη η βάκλα της κουδέλλας και εφάνη ο πισινός της. Επί των κατηγορούντων άλλους ενώ αυτοί χειρότερα πράττουσιν
Φίλα γαμπρέ την νύφφην
(1940)
Εις κάποιον γάμον άνεμος έσβυσε το φώς του δωματίου που οι καλεσμένοι εγλεντούσαν. Ένας ζωηρός, εφώναξε στον γαμπρόν να φιλήση την νύμφην. Αυτός φοβούσεν μήπως άλλος επωφελήθη της ευκαιρίας, απήντη: Φίλα γαμπρέ την νύφφην, ...
Εξ ανάγκης και νόμου μετάθεσις
(1940)
Η ανάγκη μεταβάλλει μακράς συνηθείας, και σοβαρόν κώλυμα εμποδίζει την τέλεσιν του σκοπουμένου
Εφ φοούνται τα βουνά τα σόνια
(1940)
Ερμηνεία: Είναι συνηθισμένοι σύντροφοι. Επί ανθρώπων δερομένων από ατυχίας
Αναελά ο σεσάρης τογ κλαννιάρην
(1940)
Ο έχων ουσιώδες ελάττωμα ας μη περιγελά τον έχοντα επουσιώδες
Που την νεβκάβ βολίτζιν, τζ' από βολίτζιμ μαντάλιν
(1940)
Ξυλουργός ανεπιτήδειος εργαζόμενος κορμόν δένδρου από νεβκάν ή τουλάχιστον βολίτζιν κατέληξε να κάμη μόνον ένα μαντάλιν . Δι' όσους από μεγάλα και θαυμαστά καταλήγουσι μόλις μικρά και ασήμαντα να πραξώσι
Ο ερωτοφατσημένος τζ΄ο ξενητεμμένος, εν έχουν υπομονήν
(1940)
Ερμηνεία: Δεν είναι ψυχικώς ανεπηρέαστοι ώστε να προσηλωθώσιν εις την εργασίαν των
Απορριμένον κάτεργον σε καθαρόν λιμάνι
(1940)
Όταν η τρικυμία δεν αναταράσσει την θάλασσαν τα νερά είναι διαγή. Επί απέλπιδος καταστάσεως βελτιουμένης ανελπίστως
Από τ' αφτίν, τζ' εις τόδ δάσκαλον
(1940)
Δι' ότι αποφασίζεται και εκτελείται αμέσως
Από τημ Πάφου έρχουμαι, τζαί στηγ κορφήν κανέλλα
(1940)
Επί όσων λέγουσιν ασυναρτησίας
Η αντροπή εμ που πλάτω που το πάπλωμα
(1940)
Ό,τι δύναται να προξενήση εντροπήν γίνεται υπό πέπλον
Από τον Άνναν εις τον Καϊάφαν
(1940)
Το ευγγελικόν. Επί των περιπτόντων από ένα δυσάρεστον εις το άλλο, από κακού εις χειρότερον
Αμ' μεν αξιάζαν, εν αγιάζαν
(1940)
Έχουσιν υπόληψιν συνήθως οι κεκτημένοι άξιαν τινά
Κάθε τάβλαν τζαι μαντήλιν νάσου τζαι τον κύρ Βασίλην
(1940)
Ειρωνικώς δια τους αρεσκομένους εις φαγοπότι. Κατ' επέκτασιν και δια τους αναιδείς, τους προσερχομένους όπου διασκέδασις
Εκόλλησεμ πάνω μου σαν την αβdέλλα
(1940)
Επί απαιτητικών αναιδών. Εικών από την παλαιάν ιατρικήν συνήθειαν να γίνεται αφαίμαξις δι' αβδέλλας
Ετσύλλησέμ με το σκουφίν του βαρ(ο) υπνά
(1940)
Εκ του πανελληνίου μύθου του εφιάλτου
Βάστα με να σε βαστώ
(1940)
Αλληλοβοηθούμενοι επιτυγχάνομεν ό,τι έκαστος χωριστά δεν θα κατώρθωνε
Εβ βάρος της γης
(1940)
Κατά το άχθος αρούρης, δια τους ανωφελείς και αχρήστους
Όποιος βουρά, ποστέκεται, όποιος πάει γιάλι – άλι κόβκει στράταν
(1940)
Ερμηνεία: Με την βίαν όχι μόνον αργεί, αλλά και ελλείψεις έχει και λάθη η δουλειά μας. Βουρώ = βιάζομαι, σπεύδω
Βουρά παπά τζαί φτάνω σε, παρπάτα τζαί θωρώ σε
(1940)
Ερμηνεία: Καθ΄ας περιπτώσεις επειγόμενοι να περατόσουμεν υποθέσεις μας επιφορτιζόμεθα και άλλας επειγούσας. Βουρώ = σπεύδω
Όπκοιος βουρά μεινίσκει πίσω τζ΄ όποιος πάει γιάλι – άλι κόβκει δρόμον
(1940)
Βουρώ = βιάζομαι, σπεύδω
Η βούρνα έν αρχόντισσα, το πλύμμαν εν τήλ λείπει
(1940)
Κάθε οικογένεια έχει συχνά μπουγάδαν.
Βουρά παπά τζαί φτάνω σε Κατούρα κόρη τζαί θωρώ σε
(1940)
Βουρώ = σπεύδω
Βουνόμ με βουνόν εν ι – σμήγει
(1940)
Ερμηνεία: Ο άνθρωπος δυνάμενος να μετακινηθή, δύναται κάποτε και να συναντηθή μετ΄ άλλου
Απόσει βούδκια ας βάλλει άσερον
(1940)
Πάσα εργασία θέλει φροντίδα και δαπάνην, η οποία οφείλει να επιβαρύνη τον ιδιοκτήτην
Όπκοιος βουρά πολλά κόβκει σαν τον γάδαρον
(1940)
Βουρώ = βιάζομαι
Όπκοιος βουρά κουτσουφλά
(1940)
Ερμηνεία: Ενδιαφερόμενος να φθάση το ταχύτερον δεν προσέχει και αργοπορεί. Βουρώ = σπέυδω
Έτσι που επάθαμεν, αντρούλλη μου, για εσού εν να πεθάνης, για εγιώ εν να σηρέψω
(1940)
Εις αμφοτέρας τας περιπτώσεις εκείνος που θα πάθη είναι ένας και ο αυτός
Τί έσεις Γιάννη; Τάχα πάντα
(1940)
Επί όσων η τύχη, αθλία και ελεεινή, εξακολουθεί αμεταβλήτος η αυτή
Είν' τα εγνώ είμαι η συτζά τους;
Μετάφρ.: καθένας ή κάθε μιά πού ορμούνε επάνω του όλοι μέ λόγια, βρισιές, ειρωνείες ή γιά ν' αποσπάσουν καμμιά ωφέλεια λέγεται συτζά
Ηύρες το σύκον σήκωσ' το, γιατί σηκώννει το άλλος
Δηλαδή, επωφελήσου από την περίστασι, πριν ο άλλος σε προλάβη
Το σπίτι του γονηού μου εν να μείνη τ' αγγονιού μου
(1940)
Συνήθως ο χωρικός προικίζει τον υιόν του ανεγείρων κατοικίαν. Ο μικρότερος υιός λαμβάνει την πατρικήν οικία. Όυτω το σπίτι του γονιού γίνεται του αγγονιού. Αλλά και ο χαρακτήρ και αι νόσοι είναι κληρονομικαί
Εφτζήγ γονέωγ ΄γόραζε τζαί τα βουνά ανέβα
(1940)
Ερμηνεία: Μας εύχονται οι γονείς μας όταν έχομεν προτερήματα, δια των οποίων θα αντιμετωπίσωμεν κάθε ενατιότητα και θα ευτυχήσωμεν. Βλέπε το παραμύθιν των τριών παιδιών “ΚΧ” Θ. 289 κεξ
Που ούλλες τες γνώμες έπαιρνε τζαί που τηδ δικής σου μέβ βκαίνεις
(1940)
Αμέσως ενδιαφερόμενοι μορφούμεν γνώμην ακούοντες και την των άλλων.
Η ρκά στησ συτζιάν εν τα λυμπίση ώστι να τημ ποσυτζήση
(1940)
Τα σύκα είναι εύγεστος, προ παντός όμως εύκολος καρπός δια τα δόντια γρηάς
Εφτζήγ γονέων έπαιρνε, τζαί στα βουνά παρπάτε
(1940)
Ερμηνεία: Δι΄έλλειψιν καταλλήλου δρόμου και το ανηφορικόν των βουνών το βάδισμα είναι δύσκολον
Ό,τι γυαλίζει εν εθ διαμάντι
(1940)
Επί όσων επιφανειακώς φαίνονται κάτι, ενώ είναι ένα τίποτε
Έν να γινούμεν που δκυό χωρκά
(1940)
Οι κάτοικοι χωριών, πολύ μακράν το ενα του άλλου δεν γνωρίζονται, και συνεπώς είναι αδιάφοροι προς αλλήλους. Εχθροί θα κατακτήσωμεν και ξένοι προς αλλήλους
Δκυό τζαμπαζηδες έχ χορεύκουν στο ίδιοσ σσοινίν
(1940)
Δυό αντίπαλοι δεν είναι δυνατόν να συνεργασθώσι
Ό,τι άνεμος φυσήση πάνω μον τα ποκουμπήση
(1940)
Επί των πάντοτε ατυχούντων και μεμψιμοιρούντων δια τούτο
Καθένας τα κάρβουνα τραβά τα ομπροστά του
(1940)
Καθένας κυττάζει το συμφέρον του
Δκυό τζαί δκυό , κάμνουν τέσσερα
(1940)
Οσάκις τι είναι κατάδηλον ώστε κάθε συζήτησιςνα παρέλκη
Όπκοιος σκάβκει τολ λάκκον του άλλου πέφτει ο ίδιος μέσα
(1940)
Συμβαίνει να πάθη ο φθονερός ό,τι κακόν επεζήτει δι άλλον
Άλογον ροκόν, κουβαλεί δεμάδκια;
(1940)
Επί προσώπων προθύμων μεν εις υπηρεσίας ακαταλλήλων όμως ως στερουμένων γνώσεων και πείρας. Ροκόν είναι ο βόρδος και η μούλα, που δεν τεκνοποιούσι
Άλλη του ήλιου η δόξα τζ' άλλη του φεγγαριού
(1940)
Δεν έχουσιν οι άνθρωποι την αυτήν αξίαν. Ο ένας υπερέχει του άλλου κατά τούτο η εκείνο
Εδ δρώννει τ' αυτίμ μου
(1940)
Δεν φοβούμαι συνεπώς δεν ενδιαφέρομαι.Ο λαός παραδέχεται ότι το αυτί δεν ιδρώνει,παρά μόνον εις ζωηράν αγωνίαν.
Εν τρώμεν άσερα
(1940)
Ερμηνεία: Δεν είμεθα ζώα αλλά λογικοί ώστε να μας γελάσετε
Τον Αύγουστον τον σιέρεται απόσιει να τρυγήση
(1958)
Αυτό σημαίνει, ότι χαίρονται για τον Αύγουστο εκείνοι οι οποίοι θα τρυγήσουν. (Διηγήθηκε μια γρια από το χωριό “Άγιος Γεώργιος” στην επαρχία Κυρηνείας
Έμεινα στους πέντε δρόμους
(1940)
Όπως ο ξένος αγνοεί ποιόν δρόμον να ακολουθήση ούτω και ο απροστάτευτος και ο άπειρος εις δυσκόλους του βίου στιγμάς. Η λέξις πέντε όπως και τα εφτά (Πεντάρφανος, εφτάψυχος) δεν αντιπροσωπεύει αριθμόν, αλλ' είναι ενδεικτική ...