Αναζήτηση
Αποτελέσματα 4701-4800 από 5686
Ο ρεσπέρης εγ γιοφύρισ' στους άλλους
(1940)
Προ παντός ο γεωργός δίδει ζωήν εις τας άλλας τάξεις
Ράβδος εν γωνία, άρα βρέχει
(1940)
Σπανίως λεγομένη
Αδ δεδ δουλέψης μισταρκός εν τρώεις σαν αφέντης
(1953)
Δια να επιτύχωμεν πρέπει προηγουμένως να κοπιάσωμεν. Μισταρκός = υπηρέτης
Απόν καλά, καλούλλικα, καλλύττερα γυρεύκει, ο δκιάολος του κώλου του κουκκιά του μαειρεύκει
(1924)
Ερμηνεία: Επί των πλεονεκτών
Είπαν του πελλού “πελλέ!” και επέλλανεν τέλεια
(1924)
Παραθαρρύνων και παροτρύνων τις άλλον εις τι
Τον Νιόβρην, όπως τώβρεις
(1940)
Ο Νοέμβριος θεωρείται ο κατάλληλος δια σποράν μήνας
Προστάζω 'γιώ τηγ κάτταμ μου, τζ' η κάττα τα καττουδκια της
(1940)
Ερμηνεία: Επί των οκνηρών ή, των υπερηφάνων, των επιφορτιζόντων άλλους την εκτέλεσιν εργασίας που επιβαρύνει αυτους
Αδ δεν αθθυμούμουν τα δικά μου, έθεν να σκοτώσω τα παιδκιά μου
(1940)
Έκαστος άνθρωπος και εκάστη ηλικία έχει τα ελαττώματα και τας ιδιοτροπίας του
Έδωσαν του τα παπουτσια στο σεριν
(1940)
Ερμηνεία: Επί αποπομπής ανεπιθυμήτων
Αντάσ σ' επαρακαλούσαν – εχαδεύκεσουχ χαδούσα – τόρα που παρακαλείς – εσ σε θέλει ποιογ κανείς
(1940)
Ερμηνεία: Επί δυστρόπων που ενώ επιθυμούσι κάτι προσποιούνται ότι τάχα δεν θέλουσι
Ο παπάς εγ κάρβουνον. Αν το τζίσης αφτουμενον κρούζεις. Αν το ντζίσης σβυστόμ, μουζώννεσαι
(1940)
Ερμηνεία: Προς τον ιερέα, αντιπρόσωπον του Θεού, κακή μας συμπεριφορά εις βάρος μας αποβαίνει
Όσην ώραν μου παράντζελλες, μανούλλα μου
(1940)
Ερμηνεία: Δι' όσους δεν ακολουθούσι τας συμβουλάς άλλων. Μήτηρ συνεβούλευσε την θυγατέρα της να προσεχη την τιμήν της. Όταν παραπλανηθείσα επεπλήχθη απήντησεν ως ανωτέρω
Εν τζ' εν η άξισι του οφτου, αμμάν η παραπόνησί του
(1940)
Ερμηνεία: Η επίδειξις αδιαφορίας είναι πλέον αισθητή παρά η μη προσφορά
Εγίνηκες η παπαδκιά που το ταξίδιν
(1940)
Ερμηνεία: Δι' όσους αναλαβόντες κάτι αργοπορούσι υπερβαλλόντως
Αποφάσισεν ο Οβραίος να πάη στο παζάριν, τζ' εβρέθη μέρα Σάββατον
(1940)
Όταν αντίξοοι περιστάσεις συμβάλλουσιν εις ματαίωσιν προσπαθείας μας
Παρπατεί σαν το περgαντίν
(1940)
Ιστορική
Εκατέβησ σαν το ρύζιν το άπλυτον
(1940)
Δι όσους έρχονται εις δείπνον και εις διασκεδάσεις χωρίς να αναμένονται
Εσηκώστησ σαν τον αρκάππαρον
(1940)
Ερμηνεία: Επί ασθενών ιδία εν πλήρει αναρρώσει
Σατσίγ γεμάτον εδ διπλώνεται
(1940)
Πρόφασις οκνηρών προς αποφυγήν εργασίας
Φασούλιν – φασούλιν γεμώνει το σακκούλλιν
(1953)
Όλα επιτυγχάνονται με την υπομονήν
Κάθε ξύλο τον καπνόν του ξέρει
(1924)
Καθένας έχει τες σκοτούρες του
Κάψε με και βαρ' μου (βάλε μου) μύξαν
(1924)
Ερμηνεία: Ειρωνικώς πρώτα μου κάμνεις το κακόν, με βλάπτεις και ύστερα ζητείς να με ψευτοπαρηγορήσης ή να με ψευτοϊκανοποιήσης
Όπου καπνίζει, εμ μαειρεύκουν
(1924)
Όσοι καπνίζουν, ούλοι εμ
Ως που κάθεται ο βοσκός, τα γίδκια ξωμακρίζουν
(1924)
Ερμηνεία: Επί παραμελουμένων ευκαιριών
Τζαι ποϊλέ ελάλουν της – τζαι σοϊλέ ελάλουν της – τζ' ετζείνη εν ακρώννετουν – τζούλλον εξηβρακώννετουν
(1940)
Ερμηνεία: Επί πεισμόνων που αντί να ακούουσι εις συμβουλάς διαπράτουσιν ανοησίας καταστρεπτικάς δι' αυτούς
Εις τους τράντα είπεμ μάμμα, τ' ετράνταξεν ο κόσμος. Που το θάμμαν
(1940)
Δι' όσους βλάκες θεωρούμενοι, κατορθούσι να είπωσι κάτι
Για σέν' το λέγω, μάνα μου – για να τ' ακού' η φάρα μου
(1940)
Όταν λέγομεν τι εις άλλους δια να μεταδοθή εις ον κυρίως θέλομεν
Είπεν της πούλλας ζιά! Τζ έκατσεν το παΐδιν της
(1940)
Ερμηνεία: Επί ασθενών και αδυνάτων που με ελάχιστην προσπάθειαν βλάπτονται
Είνταμ πού σου λείπει κκέλη; Μαρκαριταρένια σκούφκια
(1940)
Δι' όσους ενώ πένονται είναι απαιτητικοί
Λάλε μου να σου λαλώ, να παιρνούμεν τον τζαιρόν
(1940)
Δι' οκνηρούς και πείσμονας, επιμένοντας εις την γνώμην των
Επήαμεν να πούμεν, τζ' είπαν μας
(1940)
Όταν παραπονούμενοι δια κακομεταχείρησιν υφιστάμεθα χειροτέραν τοιαύτην
Έσεις χτηνα. Σπέρνε πυκνα. Έσεις παιδκιά. Σπέρνε αναρτια
(1940)
Δι ωρισμένα χωράφια η πυκνή σπορά δίδει καλόν χόρτον δια τροφήν ζώων, ενώ η αραιά παρέχει άφθονον σιτάριν
Έσσω σου πουλε, τζ' έξω σου 'γόραζε
(1940)
Μεταφέρων το εμπόρευμα μακράν φτηνοπουλείς δια να μη επιστρέψεις με κενα χέρια. Αγοράζων εις το χωρίον σου αποκαλύπτεσαι ότι χρειάζεσαι το ζητουμενον, δια το οποίον και απαιτουσιν ακριβώτερα
Στσυφτους σαράντα, στεκάμενους μαγκόναν
(1940)
Το περβόλιν δύναται να αποφέρη πολλά, αρκεί να τυγχάνει της περιούσης καλλιέργειας
Εν έσει παμόν μήτε αμάνταν
(1940)
Ερμηνεία: Επί των κατατρυχομένων από ελώδη πυρετον
Έθεν να πετάση σαν εν είσεφ φτερά
(1940)
Δι' όσους επιχειρούσι ανώτερα των δυναμεών του
Εν της παπαδκιάς τα ξύλα
(1940)
Ερμηνεία: Η ξένη περιουσία δεν μας ενδιαφέρει όσον η αποκτηθείσα υφ' ημών
Αναθεμα τημ πεθθεράν, τζ' ας τζαι παστελλένη, πάντα την νύφφηθ θέλει την να τηθ θωρεί καλμμένην
(1940)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Εν η κατζή πεθθερά που λαλούσιν
(1940)
Ερμηνεία: Επί όσων φέρονται σκληρώς και αυταρχικώς
Εν το κορτίν της πεθεράς
(1940)
Λέγεται δια τους φιλαργύρους
Η πείνα φέρνει λάωμαν
(1940)
Ο πεινασμένος δύναται να διαπράξη πλημμελήματα
Επάτησεν του τηφ φτέρναν
(1940)
Εύρε την αχίλλειόν του πτέρναν
Όποιος εν εγέννησεμ παιδίμ παλλικάριν, όποιος εν επάντρεψεγ κόρην, τζ' όποιος εν αναγυιωσεσ σσύλλολ λαωνικόν, εν εφοήθην τοθ Θεόν
(1940)
Η δι' αυτά φροντίς και δαπάνη είναι μεγάλη και στενοχωρεί
Άδε πεύκους για υλάρκα
(1940)
Λέγεται δι' όσους βλέπουσιν όλα από την πλευράν που τους ενδιαφέρει
Το πολύ Κύριε ελέησον, βαρκυέται τζ' ο Θεός
(1940)
Αι συνεχείς ενοχλήσεις αποβαίνουσιν δυσάρεστοι και εις τον μάλλον υπομονητικόν
Όποιος φοάται, πραμματευτής εγ γίνεται
(1940)
Ο ριψοκίνδυνος δύναται, κάποτε να καταστραφή, αλλ' αν επιτύχη γίνεται ταχέως πλούσιος
Να σου ζουλέψω ναν η γεναίκα σου όμορφη. Όξα το ρεςhπελίκκιν εγ γρονιά σου τζιαι γρονιά μου
(1945)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Καληώρα του που πέθανε που πέρσι
(1940)
Διότι απηλλάγη φροντίδων και ενοχλήσεων
Εν εμ πάντα Πάσχα
(1940)
Η ζωή μας δεν αριθμεί πάντοτε ημέρας ευτυχίας μόνον
Έμαθα την τέχνην, τζαι γαμώ τομ μάστρομ μου
(1940)
Όταν δεν έχομεν κανενός την αναγκην, δυναμεθα να φερθώμεν προς αυτον και ιταμώς ακόμα
Στογ καταρεμένον τόπον οι μαϊμούδες προεστοί
(1940)
Όπου επικρατουσιν οι ανίκανοι ο τόπος εκείνος δεν προοδεύει
Απου σπείρει εν να θερίση
(1940)
Παντου και πάντοτε δρέπομεν αναλογα προς τας πράξεις και την συμπεριφορά μας
Η σπάστρα, εμ μισή αρκογκιά
(1940)
Η καλή οικοκυρά συμβάλλει να εξασφαλίζεται κάποια οικονομία
Άδ δεφ φάης σκόρτον εβ βρωμάς
(1940)
Χωρίς αφορμήν δεν είναι δυνατον να κατηγορηθώμεν
Τρέχουν τα σάλια του
(1940)
Κάμνω όρεξιν φανταζόμενος κέρδη και πλούτη
Ό,τι έσπειρες εν να θερίσης
(1940)
Όποιος αππηά λάκκους πολλούς, εν να πέση σε κανένα
(1940)
Δεν αποφεύγομεν πάντοτε τας συνεπείας αξιοποίνων πράξεων
Του πιθαρκού αμ μεν του πης μπα, εσ σου λαλεί μπου
(1940)
Αν δεν δώσωμεν αφορμήν δεν μας ενοχλούσιν
Οπόν ξέρει, λαλεί φατζίν
(1940)
Δια τους εκφέροντας αμελετήτως γνώμηνΙΙΣυνοδεύεται από κείμενο......
Εγιώ στραώννω και πουλώ και εσού άμπλεπε και βόραζε
(1924)
Ο αγοραστής, μη επηρεαζόμενος από την διαφήμισιν παρά του πωλητου του εμπορεύματός του, οφείλει να προσεχη πολύ, τι μέλλει ν' αγοράση, ίνα μη μετανοήση δια την αγοράν του ύστερον
Πετάχτην η παπουτσα σου
(1924)
Ερμηνεία: Λέγεται προς παίδα τέως μονογενή μετά την γέννησιν και μικροτέρου αδελφού του οιονεί: Πήγε πειά η μποΓια σου, παρήλθεν η αποκλειστική προς σε στοργή των γονέων και οικείων σου!
Αλοί 'ςταγγειόν, πον να ραή
(1924)
Ερμηνεία: Επί των υφισταμένων χρηματικήν ή μάλλον σωματικήν τινα βλάβην δυσεπανόρθωτον
Είπαν της τιμημένης πουτάνα και έμπην έσσω και ερρομανίστην
(1924)
Αμφότεραι αι παροιμίαι λέγονται συνήθως ομού προς έξαρσιν της φιλοτιμίας της εντίμου γυναικός εν σχέσει προς την αναίδειαν της ελευθερίων ηθών
Το μεσ σε μέλει, μερ ρωτάς, ποττέ κακόμ μεν έχεις
(1924)
Μη ενδιαφερόμενος δια τα αλλότρια, μη πολυπραγμονών ημπορείς ν' απαλλαγής πολλών πραγμάτων και δυσαρέστων
Μεφ φοάσαι τοσ σκύλλον, που λλάσσει και εδ δακκάννει
(1924)
Οι ύπουλοι εχθροί επικινδυνότεροι
Γλήορη και καματερή το Σάββατον το δείλης
(1924)
Περί γυναικών οκνηρών, αι οποίαι αφήνουν όλας τας εργασίας της εβδομάδος δια την μ.μ. του Σαββάτου
Που Σάββατον ως Σάββατον ελύτσιασεν ο Γιάννης
(1924)
Αι αναβολαί επιζήμιοι
Ράφτης ακατάρραφτος, τσαγγάρις ανυπόλυτος
(1924)
Άλλων ιατρός, αυτός έλκεσι βρύων
Όποιος εν έσει παιδκιά, έσει έναμ μαγάζιν, τζ' 'οποιος έσει, εν τολ λείπει
(1940)
Ο άτεκνος ζυπείται μόνον δια τουτο
Θέλεις ο σκούντρος σου να σκάση; Άκου τζαι βρίσσε
(1940)
Ο υβριστής ευχαριστείται αν μας θυμώση σιωπώντες περιφρονητικώς τον αποστερούμεν της ευχαριστήσεις αυτής
Για μιτσίς μιτσίς παντρεύτου, για μιτσίς καλογηρεύτου
(1940)
Ο τελών γάμον εις κατάλληλον ηλικίαν προφυλάττεται από ασθενείας και δυσάρεστα
Τοο περβόλιν το καλόν, θέλει κόπριν τζαι νερόν
(1940)
Χωρίς κόπους και δαπάνας, είναι αδύνατον να επιτύχομεν τίποτε το καλόν
Παπάς παπάν εθ θέλει, τζαι μαμμού μαμμούν
(1940)
Ερμηνεία: Επί επαγγελματικής αντιζηλίας κατά το “κεραμεύς κεραμεί κοτέει”
Παράες έχουν τζ' οι Οβραίοι
(1940)
Ερμηνεία: Δεν είναι το χρήμα που προσδίδει αξίαν, άλλ' η ικανότης και ο ανθρωπισμός εκάστου
Τοβ βίλλον τον αδύνατον πειράζουν των οι τρίσες
(1940)
Ο ανίκανος εις τι δικαιολογείται με κάθε τρόπον
Τό μιρίν του πκιερωμένον, τό βιλλίν του καυλωμένον
(1940)
Ο μη οφείλων τίποτε είναι ξέγνοιαστος και εύθυμος
Αντάσ στρινιώ να γαμηθώ, τζ' αντάμ πεινώ να φάω
(1940)
Η ταχεία βοήθεια και όχι η κατόπιν εορτής έχει αξίαν
Πνιέται σε μιάγ κούππαν νερόν
(1940)
Ερμηνεία: Επί των νευρικών, που και με το ελάχιστον στενοχωρούνται
Πνίεται μέσ' στό φτύμμαν του
(1940)
Μάης άβρεχτος μούστος άμετρος
(1958)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Μια πατησιά του γέρικου βωδιού, αξίζει εκατό μοσχάρια
(1954)
Ερμηνεία: Δι' αυτής δηλούται η διαφορά ως προς την πείραν και την γνώσιν που υπάρχει μεταξύ νέου και γέροντος
Έσσιεις γείτοναν, έσσιεις Θεόν
(1954)
Ερμηνεία: Δεικνύει την σχέσιν και δύναμιν την οποίαν έχει ο γείτων
Γιά γλίντους γλίντους, γιά κουτσιά κουτσιά
(1940)
Ταις τα χωρία μαγειρεύονται με γλίντους, που θεωρούνται εύγευστος τροφή
Σαντάλιν τζαι ματάλιν, εν ο νοικοτζύρης που κουμαντάρει
(1940)
Όπως το μαντάλιν δια την πόρταν και ο οικογενειάρχης είναι ο μεριμνών, και διευθύνων τα του οίκου
Ανάθεμα τηξ ξενηδκιάν, μ' όσα καλά τζ' αν έση
(1940)
Μακράν των συγγενών και φίλων πολλάκις δεν είναι ευχάριστος η εις την ξένην γην διαβίωσις