Αναζήτηση
Αποτελέσματα 4001-4100 από 5686
Ο γάδαρος είδεν το κριθάρι τζαί κουσσίζει
(1920)
Κουσσίζω = γογγύζω, σκούζω
Θεγέ μεδ δώσης του παιδκιού, τα κόβκ' ο νους της μάνας
(1940)
Η φιλόστοργος μητέρα φοβείται και δι απίθανον κίνδυνον
Απού πιάση ξένογ γάδαρομ, μισόστρατα μεινίσκει
(1940)
Ερμηνεία: Επί των απερισκέπτως χρησιμοποιούντων τον καθένα δια τας υποθέσεις των
Ξηπετσισμένος κουρκουτάς, τον άλλον καταρέσει
(1940)
Ερμηνεία: Επί όσων προσπαθούσι να βλάψη ο ένας τον άλλον
Μάλλωσε τιμητικά, τζαι πάλε δέκλα δε με
(1940)
Δεν θα εντραπώμεν αν δυσαρεστηθέντες συμπεριφερθώμεν ευγενώς
Καμαρώνει σαν την νύφη της Δευτέρας
(1940)
Δι όσους είναι ευχαριστημένοι συνεπεία επιτυχίας των υποθέσεών των
Τάνι πι τάνι
(1925)
Εκ του αρχαίου “ή ταν ή επί τας”. Λέγεται νύν εν Κύπρω προς εκδήλωσιν απελπισίας. Εγώ εννά πάω εσσώ της τζαί τάνι πι τάνι = οτι τρέξη ας κατεβάση, εγώ θα πάω εις το σπίτι και ας γίνη ότι θέλει
Εν τζ' είμαι η καμήλα του Τζένιου που τα Λεύκαρα, που σηκώννει πολλά
(1940)
Τοπική Λευκάρων (Λάρνακος)
Ώσπου να γλύψ' η κάττα το πουττίν της
(1940)
Επί ταχείας ενεργείας
Για πράσσε, για μετάπρασσε, για 'που τον τόπολ λείπε
Ερμηνεία: Επί των μη εχόντων εργασίαν
Η μάνα τηγ καρδκιάμ πονεί, τζ' η πεθθερά τηφ φτέρναν, τζ' η σσύλλα η αντραδέλφισσα τημ μούττην τωμ παιδκιών της
(1940)
Εκδηλωτική της μητρικής στοργής, της αδιαφορίας της πεθεράς και της ανδραδελφής
Που τοσ σημαδκιασμένον του Θεού να φο(β)άσαι
(1940)
Ο έχων σωματικόν ελάττωμα κατά πρόληψιν είναι κατηραμένος και έχει κακοτυχίαν
Κατά το πέσιμομ που εκάμαμεν, τζαι σήμερα δα τζι' αύριο δαχαμαί
(1940)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Τον Μάρτην ξύλα φύλαε, μεν κάψης τα παλλούτζια
(1954)
Ερμηνεία: Τον Μάρτη ξύλα φύλαε μην κάψης τα παλούκια, δηλαδή δεικνύει την αστάθειαν και το ευμετάβολον του μηνός τούτου όστις κατά τον γνωστόν μύθον πότε κλαίει και πότε γελάει
Ο μάντης ρήας τζι' αν γενή πάλαι μανκιές μυρίζει
(1954)
Ερμηνεία: Είναι πολύ δύσκολον πράγμα να αποβάλη κανείς τα ελαττώματα του και να μεταβάλη τον διεστραμμένον του χαρακτήρα
Ακάλεστος στογ γάμον, σαγ γά(δ)αρος στογ κάμπον
(1940)
Επειδή δεν προσεκληθη ως ανεπιθύμητος θα αποφεύγεται και διστακτικός και απομονωμένος θα μένη μακράν των άλλων, απεριποίητος όπως ο γάδαρος ο βόσκων εις τους αγρούς
Ο ζευκαλάτης εμ πασιάς, τζ' ο βοσκός βεζύρης, τζείνος που τάσει τζαι τα δκυό, εν άξιος νοικοτζύρης
(1940)
Είναι ενδιαφέρουσα ως η μόνη που μαζί με την γεωργίαν θεωρεί σπουδαίον παράγοντα ευτυχίας και την κτηνοτροφίαν
Άλλοι ποθυμούν τα γένεια, τζ' άλλοι ξυούν τζαί ρίβκουν τα
(1940)
Επιθυμούμεν συνήθως ό,τι στερούμεθα. Δεν έχομεν όλοι τας αυτάς επιθυμίας και βλέψεις
Άλλοι σπέρνουν τζαί θερίζουν, τζ' άλλοι τρων τζαί μακαρίζουν
(1940)
Υπάρχουσι και οι αγαθοί οι επωφελούμενοι του κόπου των άλλων ευγνωμόνως
Του ακριβού το ψουμίν, ο λίμπουρος εν το τρώει
(1940)
Ο τσιγκούνης προσπαθεί ούτε ψίχουλον να χάση
Εζέξαμ μας εις τοβ βορτονόμυλον
(1940)
Δι' εργασίαν χειρωνακτικήν πολύ κοπιαστικήν
Άθθρωπος μεθυσμένος, γάαρος στρατουρκασμένος
(1954)
Ερμηνεία: Δεικνύει τα κακά αποτελέσματα εις τα οποία οδηγεί τον άνθρωπον το πάθος του ποτού
Τ' αμμάτιν πύρκον καταλιεί τζ' ανώγια βάλει κάτω
(1954)
Ερμηνεία: Λέγεται επί ανθρώπων τους οποίους χαρακτηρίζει βάσκανος οφθαλμός
Η σπορά σου σκορπιστή, τζαι τα παιδκιά σου βουναριν
(1940)
Σπέρνε εδώ κι' εκεί ώστε να επιτύχης κάπου τα παιδιά σου όμως να είναι όλα μαζί δια να τα επιβλέπης
Σαν το σελλίν της μαμμούς
(1940)
Ιστορική
Παίζει το μύρμηλον τζαι το κουφόν καρύδι
(1940)
Δι' όσους αντί ταχέως προσερχονται με την ησυχίαν των
Είχα το παιδίν, είχα την ζωήν
(1940)
Δι' όσους και με την ελάχιστην βοήθειαν που είχον κατώρθωνον να ζώσι
Πού το θέρος στές εληές εμ πολείπουν οι δουλιές
(1940)
Από τον Ιούλιον μέχρι του Οκτωβρίου είναι πολυάσχολος ο χωρικός με τον θερισμόν, το αλώνισμα, την συλλογήν χαρουπιών, ελαιών, βάμβακος κλπ.
Ότι μπορείς να κάμης σήμερα, μεν το αφήνεις για αύριον
(1940)
Αν είμεθα αναβλητικοί ενδέχεται να χάσωμεν καλάς ευκαρίας κέρδους και ωφελείας
Τον αουλιάρην είντα τόβ βαστάς
(1940)
Αουλιάρης δεν είναι ο αουλιάρης ο άνευ εργασίας ή τεμπέλης. Τον έχοντα σοβαρόν ελάττωμα να μη κρατώμεν εις την εργασίαν μας.
Εν αξίζει τιγγίριν
(1940)
Νόμισμα ελαχίστης αξίας μικρότερον και από την φόλλαν
Κείνος που δεν σε ξέρει ακριβά σ΄ αγοράζει
(1954)
Ερμηνεία: Λέγεται επί ανθρώπων οι οποίοι κατά βάθος τίποτε δεν αξίζουν, ενώ φαινομενικώς θέλουν να παρουσιάζωνται ως καλοι
Είπαν του κάττου πως τα σκατά του κάμνουν γιατρικόν τζαί σκάβκει τζαί χώννει τα
(1940)
Επί των ευκολοπίστων και των φιλαργύρων που προσπαθούσι και τα πλέον άχρηστα να διαφυλάξωσι
Ας σου γελάσαμ μιαφ φοράν, κακά σου κάμαν, ας σου 'γελάσαδ δκυο φορές, καλά σου 'κάμαν
(1940)
Το να εξαπατηθώμεν δεν είναι δύσκολον. Κακόν όμως είναι το “δις εξαμαρτείν”
Μήτε γάμος χωρίς κλάμαν, μήτε θαφκειόν χωρίς γέλοιον
(1940)
Χαρά και λύπη είναι αλληλένδετα και δεν απολείπουσιν
Εγ γάμος τζαί ταξίδιν;
(1940)
Εις σοβαρά ζητήματα να αρνούμεθα γνώμην και επέμβασιν δια να μη έχωμεν τύψεις συνειδότος ούτε ευθύνας
Έσει στρινίγ καττίσιμον
(1940)
Δι όσους έχουσι επιμόνους επιθυμίας και ακορέστους ορέξεις
Άνθρωπος ακάλεστος γογ γάμον είντα γυρεύκει;
(1940)
Επεκράτει η συνήθεια να προσκαλώνατι εις τον γάμον με κερίν οι “χωρκιανοί” και οι συγγενείς παραχωρκού. Ο ακάλεστος ήτο ανεπιθύμητος και ως τοιούτος, άν προσήρχετο αυτοκλήτως επεδείκνυεν έλλειψιν φιλοτιμίας. Η παροιμία ...
Ακριβός στα πίτερα τζαί φτηνός στ' αλέυριν
(1940)
Επί όσων ενώ λυπούνται να εξοδεύωσιν εις τα ελαχίστης αξίας, αντιθέτως φθάνουσι μέχρι σπατάλης δια τα ακριβά
Ο κώλος ο τίτσιρος είδεν το βρατζίν τζ' εχαχάνισε
(1940)
Ο ασυνίθηστος εις πλούτον, τιμάς κλπ. Παραξενεύεται αν αποκτήση τοιαύτα
Προσπαθεί να φέρη τες δκυό νάκρες ίσια ίσια
(1940)
Προς ισοφάρισιν ιδίως των εξόδων προς τα έσοδα.
Έβκαλέμ με σούφλιν τζαί βερεσιέ
(1940)
Επί δοσοληψιών καί λογαριασμών επιτηδείως εξωφλημένων είς τρόπον ώστε ο έχων λαμβάνειν όχι μονάχα δέν βγαίνει ίσα ίσα αλλά καί μέ χρέος
Ήρταν οι αππέξω να βκάλουν τους αππέσω
(1940)
Ερμηνεία: Όταν άλλοι επιζητούν να διευθύνωσι τας υποθέσεις μας και να μας υποκαταστήσωσιν
Χωρείς τοβ βούν τζι' ασπρίζει τζιαι χαρείς τζι εν σύλον μίλλαν
(1951)
Βλέπεις το βοϊδι κι ασπρίζει και θαρρείς πως όλο είναι πάχος
Παρακάλε το μάλιν της γεναίκας σου νά ΄γ γυαλλικά
(1948)
Ερμηνεία : Θέλουν να δηλώσουν πως η γυναίκα άμα σου δώση προίκα θα σου το χτυπάει κάθε στιγμή· γι΄ αυτό θα ΄ναι προτιμότερο να ΄ναι γυαλικά, που σπάνε και τελειώνει το ζήτημα
Απού 'ν ημπόρει να δέρη τογ γάδαρον δέρνει το σάμαν
(1940)
Ερμηνεία: Όποιος δεν μπορεί να εκδικηθή κείνο, που του 'φταιξε, εκδικειέται ένα αθώο, που του περνάει, σχετικό με τον πρώτο
Ορίστε, γαμπρέ, κουφέτταν!
(1948)
Ερμηνεία: Αντί να παραγγέλλουμε, μας παραγγέλλουν. Όπως, δηλ. στο γάμο, που αντί να προσφέρη ο γαμπρός κουφέτα, του προσφέρουν οι άλλοι
Τζηνούργκον είσαι κόσσινοτζ τζαί που να σε κρεμμάσω
(1930)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα τονέ τσιμπάνε οι κόττες
(1954)
Επί των αναμειγνυομένων εις ξένας υποθέσεις
Απού γλέπει τα ρούχα του έσχει τα μισά
(1951)
Όποιος φυλάγει τα ρούχα του έχει τα μισά
Του πιθαρκού αν μεν του πης “ππα” εν σου λαλεί “ππου”
(1954)
Στο πιθάρι αν δεν πής “ππα” δεν σου λέει “ππου”
Στου τάδε το σπίτι βρίσκεις το αθάνατο
(1924)
Τα καλύτερα φαγιά, τα καλύτερα πωρικά.
Αν εύρης σύκοσ σήκωσ' το γιατί σηκώνουν τάλλοι
(1940)
Όλοι επιθυμούσι να αποκτήσωσι κάθε τι, όταν μάλιστα η απόκτησίς του είναι εύκολος
Εν είμαι ο γάδαρος του ταουλλιτζή
(1940)
Έχει συνηθίσει και δεν ενοχλείται από τον θόρυβον. Δια τους πλουσίους και ισχύοντας που παρενοχλούνται από τους έχοντας ανάγκην
Δούλεψε να φάς, τζαί κλέψε νάσης
(1940)
Αν είμεθα εργατικοί και αποταμιεύομεν όχι μόνον θα εξασφαλίσωμεν το παρόν αλλά και το μέλλον. Το κλέψε, με την σημασίαν του φύλαξε
Τους γουννάτους σαιρετά τους τους τσοχάτους προσκυνά τους-τζαί τους ασπροζιμπουνάτους-λάμνει τους τζαί πελεκά τους
(1940)
Του απ. Φιλίππου η μνήμη είναι κατά την 14 Νοεμβρίου
Λάμνει με σαν το ανεμοβρόσιν
(1940)
Το μαστίγωμα από το “ανεμοβρόχιν” είναι πολύ ενοχλητικόν
Μια παδκιά του γέρου αξίζει σίλιες του παίδκιου
(1940)
Έχει μεγαλητέραν βαρύτητα η γνώμη ενός εμπείρου γέρου παρά η του απείρου νέου
Αδέρφκια μίλιμ παρπατούν, τζαί μίλισ συντυγχάνουν τζαί μίλιδ δκιαλοίζουνται πον να ποχωριστούσιν
(1940)
Η αδελφική αγάπη και η μακροχρόνιος υπό την αυτήν στέγην διαβίωσις και περί κοινήν τρέπεζαν διατροφή συνδέουσι τόσον ώστε να προκαλή λύπην ο αποχωρισμός
Μαρία που τα τσέκκουλα, τζαί τα πλαδκιά μανίτζια. Ας εσ΄ αλεύριν το κουμνίν, τζαί τούτα ας σ΄ελείπαν
(1940)
Διά τον πτωχόν δεν είναι πρώτης ανάγκης, η μόδα. Δαπανών δι΄ αυτά θα στερηθεί καλής τροφής
Επήρεν τόν αέραν σου
(1940)
Σέ κυριαρχεί. Ναυτική εικών. Όπως τό ιστιοφόρον δεξιώς πηδαλιουχούμενον εμποδίζει τον αέρα νά γεμίσει τά πανιά έτερου υπάρχουσι καί άτομα επηρεάζοντα άλλων τήν θέλησιν
Καθανού η μίξα του εγ γλυκειά!
(1940)
Εκείνο που οφείλεται εις ημάς και είναι ιδικόν μας, περιβάλλομεν με περισσότερον ενδιαφέρον και του δίδομεν αξίαν
Εν του γέλοιου, μα εν τζαί του κλαμμάτου
(1940)
Δια πράξεις απερισκέπτους κινούσας την οργήν, αλλά και την θυμηδίαν
Τα άδικα τ' ανέμου πάσιν
(1940)
Είπεν ο γάδαρος στομ πετεινόν “ωρέ, τζεφαλήμ που την έσεις!”
(1931)
Δηλαδή δικά μας μεγάλα ελαττώματα δεν βλέπουμε και κοιτάμε τ' ασήμαντα στους άλλους
Καλώς τα Γέννα τα στεγνά, τα Φώτα τα βρεμμένα, οι σήκωσες οι πηλωτές, ταμπάρκα γεμωσμένα
(1940)
Όταν μετά προπαρασκευήν του εδάφους παρασχεθή καιρός προς σποράν, και επακολουθήση επίκαιρος βροχή η συγκομιδή αναμένεται άφθονος
Με τοβ βασιλέα γενιά, τζαι με τους κκιλίντζιρους πρώτ' ανήψια
(1940)
Ειρωνικώς δια τους ταπεινής καταγωγής, που επαίρονται ως τάχα καλής καταγωγής. Κκιλίντζιροι είναι οι γύφτοι
Τρεις τα Γέννα, τρείς τα Φώτα, τζ' έξη την Ανάστασι
(1940)
Παλαιότερον αι σχολικαί αργίαι ήσαν ως ανωτέρω λέγεται καθωρισμέναι
Εν ο πελλός που την πόρταν
(1920)
Ερμηνεία: Παροιμιώδης φράσις επί των εκ παρεξηγήσεως διαπραττοντων χονδροειδή λάθη και ανοησίες.
Ούλλ' οι γύφτοι μια γενεά
(1940)
Ηνωμένοι αποτελούσι ιδιαιτέραν κοινωνίαν με τα αυτά ήθη και έθιμα
Που λουτουρκά σε δκυό εκκλησίες, της μιας γελά της
(1940)
Ο ενασχολούμενος με διαφόρους υποθέσεις μη επαρκών δεν ανταποκρίνεται ικανοποιητικής εις τας υποχρεώσεις του
Εγιώ ήμουν άθθρωπος, άντάν έβκαιννες που ταβκόν
(1940)
Εγώ έζησα και εγνώρισα ήδη τα του κόσμου ώστε να έχω ιδέαν τινά δι' όλα, ενώ εσύ τώρα μόλις εισέρχεσαι εις αυτόν συνεπώς αγνοείς τας λεπτομέρειας.
Έσσω του παπά ήταν ούλα κάκα, ήτσυν τζι' η παπαδκιά, κατά που πήαιννεν της τζιαί τζιείνης το γαίμαν
(1951)
Στο σπίτι του παπά ήταν όλα ανάποδα, ήταν κι η παπαδιά, κατά που δεν σταμάτησε κι αυτής ή περίοδος. Λέγεται δι' εκείνους οι οποίοι δέχονται διαδοχικάς συμφωράς
Κακόν σκυλλίν, κακόν ψόφον έσιει
(1953)
Ερμηνεία: Όταν είναι κανείς κακός ζη πολλά χρόνια
Η νύχτα κάμνει πίσκοπον (ή επίσκοπον)
(1951)
Δια το τι δύναται να επιτελεσθή εντός μίας νύχτας
Το δέντρον το μονόκλωνον, όπου χαθή ο αέρας εμ πάνω του
(1940)
Λέγεται δι' όσους αντιμετωπίζουσι κάθε εναντιότητα με μόνον τας ιδίας των δυνάμεων
Εν να σου δείξω, πόσους φούρνους εσ' η χώρα
(1940)
Επί απειλής και εκφοβισμού
Απου πονεί, γαουρινα φωναζει
(1954)
Όποιος πονεί γαϊδουρινα φωναζει
Η πείνα εμ που κάνω στα δεμάδκια
Κατά τον θερισμόν εξαντηληθέντη ήδη του πηρυσινού σίτου οι χωρικοί στενοχωρούνται μέχρις όταν ακωνίσουν ΄ς λικμίσουν τον νέον
Έσσω μας τσαι πουζαρόνα
Πουζαρόνα = η λέξις δεν ερμηνεύεται