Αναζήτηση
Αποτελέσματα 4001-4100 από 5068
Ο κάττος τζε αν εγέρασεν, τα νύσσια πούσιεν έσιει
(1954)
Ερμηνεία: Κι αν ακόμη γηράσει ο άνθρωπος, διατηρεί τα ελαττώματα τα οποία έφερε εκ νεότητός του
Απόν αντρέπεται ο κόσμος εν δικός του
(1954)
Όποιος δε ντρέπεται ο κόσμος είναι δικός του
Καρκιάν καθαρήν τζ' όπου θέλεις πάτα
(1954)
Ερμηνεία: Εκείνος που πάντοτε εμφορείται από αγνά ελατήρια, ποτέ δεν πρόκειται ν' αποτύχη οτιδήποτε και αν συμβή
Αφήκαμεν τα θέρη μας τζιαί ξικανναουρίζουμεν
(1954)
Ερμηνεία : Επί των εγκαταλειπόντων τα ουσιώδη και περί τα επουσιώδη ασχολουμένων
Σταλαμαδκιάν – σταλαμαδκιάν γεμώνν' η στάμνα η πλαθκειά
(1954)
Ερμηνεία: Επί οικονομίας
Σταλαματιά – σταλαματιά γεμίζ' η στάμνα η πλατειά
(1954)
Ερμηνεία: Επί οικονομίας
Πιάννει τηγ κάτταν που τα νύσια
(1940)
Επί των ανεπιτηδείων που ενεργούσι κατά τρόπον επιβλαβή. Όταν κρατούμεν την γάταν από τα νύχια θα πληγωθώμεν όταν θελήση να φύγη
Εν ο κάττος ο εφτάψυχος
(1940)
Δι όσους ασθενούσι επικινδύνως και αναλαμβάνουσιν ή ηλικιωμένοι έχουσι καλλίστην υγείαν
Απόν έσει ρούσαν τζαί ξανθήν, ας εν τζαί γαρυλλοπαστελλόμματη
(1940)
Δι΄ όσους στερουμ΄νεους των πάντων είναι ικανοποιητικόν και το ελάχιστον
Απόσει πουζάν ας τήγ κρατή, τζαί δόντιν άς το βκάλλη
(1940)
Να απαλλαττόμεθα ούτως ή άλλως από πάσον ενόχλησιν
Σε τόπομ πόσει πολύθ Θεόν, τζαί τίποτα κόσμον
(1940)
Εις τάς πεδιάδας και βουνοσειράς, όπου δεν υπάρχουσι άνθρωποι παρά ουρανός
Εν έππεσεν ο ζάχαρις στο νερόν
(1940)
Διά να μη διαλυθή η ζάχαρις πρέπει ταχέως να ενεργήσωμεν. Επί υποθέσεων που απαιτούσι ταχείαν ενέργειαν
Αν νάχα λάϊν έβαλλα του λύχνου μου
(1940)
Έκαστος φροντίζει πρωτίστως τας ανάγκας του να θεραπεύση
Άλλαν' ταμμάδκια του λαού, τζ' άλλαν' του κουκκουφκιάου
(1940)
Λαού = λαγού. Όταν η μεταξύ δυο υφισταμένη διαφορά είναι πολύ καταφανής
Τζείνα πόσ' η Ευαλλού, ζητά να τα φορτώσ' αλλού
(1940)
Δι' όσους επιρρίπτουσι εις άλλους τα σφάλματα που αυτούς μόνους επιβαρύνουσι
Οι πολλοί θέλουν πολλά, τζ' ο ένας πού ούλλα
(1940)
Οι πολλοί δύνανται νά δανεισθώσιν από τούς άλλους. Ο ένας πρέπει να έιναι αυτάρκης
Πελλός ράφτης, μακρυά η βελονιά σου
(1940)
Δι' απείρους, που αγνοούσι να καμωσί τι καλώς. Ίδια δι' όσους ράπτουσι με μακρυάν κλωστήν
Κάθε πετεινός στηγ κοπριάν του κράζει
(1940)
Ο καθείς εκεί που ισχύει επιδεικνύεται κια ζητεί να επιβληθή
Αλλού ο παπάς, τζ' αλλού τα ράσα του
(1940)
Επί των εχόντων αθεμίτους σχέσεις
Κάμνει ο κλέφτης ανασισλήν να φοηθή που χάσει
(1951)
Κάμνει ο κλέφτης θόρυβον να φοβηθή εκείνος που έχει για να χάση
Ο κλέφτης στηφ φυλατζήν, για να μην ι ξηχάση την τέχνην του, έχωνε το φέσιν του
(1940)
Κατά την παράδοσιν κλέπτης φυλακισθείς, βεβαιούμενος ότι δεν τον έβλεπον ήρπαζε το φέσιν του και το έκρυβε στην μασχάλην του, δια να ικανοποιήση το πάθος του
Για το κλαννείν τηδ δέρνουσι, τζ' ετζείνη κλάννει τζ' εσ συφτάννει
(1940)
Ερμηνεία: Επί όσων δεν προσπαθούσι να αποβάλουσι κακάς συνηθείας
Με του κλέφτει κλέφτεις του, με της πολιτζής γελάς της
(1940)
Πολιτιτζή είναι η ευφυής γυναίκα, κοινότερον όμως η ελευθεριάζουσα
Έκλασεν ο δράκος, τζ' έβκαλεφ φωνήν
(1940)
Δι όσους καυχώνται δια τον πλούτον που έχουσιν όχι βέβαια αυτοί αλλ' άλλοι
Του κλέφτη κλέφτεις του;
(1940)
Είναι δυνατόν να γελάσωμεν τον πονηρόν και πεπειραμένον;
Ας έσιη (η) τάβλα τίποτε τζι΄ας λείπη το μαντήλι
(1953)
Ας λείπουν αι εξωτερικαί εμφανίσεις, όταν δεν έχη κανείς τον επιούσιον
Έλα παππού μου να σου δείξω τ' αμπέλια σου
(1953)
Όταν οι αγνοούντες κάτι, προσπαθούν να συμβουλεύσουν επ' αυτού του ζητήματος ένα ειδήμονα
Έναν φέσιν δκυό τζιεφαλάες εφ' φορεί
(1953)
Δυό οικογένειαι δεν δύνανται να κατοικούν υπό την ίδιαν στέγην
Έππεσεν η ζάχαρη μεσ το νερόν
(1953)
Όταν γίνεται λόγος δι' ασήμαντα ζητήματα
Ο κώλος ο τίτσιρος είδεν το βρακίν και εχέστην
(1924)
Μετά σαρκασμού περί εκείνων, οίτινες ξιππάζονται και το παίρνουν επάνω των ευθύς ως επιτύχουν καλήν τινα θέσιν ή προαγωγήν τινα εν γένει της τέως ταπεινής καταστάσεώς των
Ώσπου να γινή το κκέφισ σου, γεννά η γεναίκα τζαι τρώει τησ σούπαν της
(1940)
Επί των αναβλητικών και απροθύμων εις την εργασίαν των
Τα περdίτζια του Γεννάρι μιάν οκάν με το καντάρι
(1940)
Δια την αφθονίαν της τροφής
Θέλεις με εμ με θέλεις, όσσω σου εν να περάσω τοσ σειμώνα μου
(1940)
Δια τους αδιακρίτους, που γίνονται ενοχλητικοί και βάρος εις τους άλλους
Θέλω να κάμω ρούχα, μα που παράμ Μαρία μου
(1940)
Δι όσους έχουσι με την καλήν διάθεσιν να πράξωσι κάτι, στερούνται όμως της δυνάμεως να φανώσιν συνεπεις
Μάχου, παίδκιο, μαχού, τζ όσα θέλει ο Θεός ας πέψη
(1940)
Η γεωργία εξαρτάται από την του καιρού εύνοιαν
Κάθε θάμμα τρείς ημέρες
(1940)
Και το πλέον σοβαρόν γεγονός με του χρόνου την πάροδον λησμονείται
Διώχνουμ μας τζαί κουντούμ μας, που το σπίτιν του τζυρού μας
(1940)
Επί όσων επεμβαίνουσιν εις εργασίας άλλων
Αρκήνησεμ πού το άρφα, τζ' επήεν ως το αμήν
(1940)
Είκων εκ της παλαιότερον εκμαθήσεως του αλφαβήτου ότε ως επισφράγισις ελέγετο Αμήν
Απού βράσει τζαί στεγνώσει εν έν τίποτε
(1940)
Το θεραπεύσιμον ατύχημα δεν είναι μεγάλον κακόν
Εν να δής τόλ λύχνον με τρία φυτήλια
(1940)
Παλαιότερον ο φωτισμός ήτο πτωχικός, με λύχνους υαλίνους, σφαιροειδείς μάλλον, έχοντας εις τον ομφαλόν των φυτήλιν. Υπήρχον όμως και από προύντζον λευκανοειδείς, με τέσσαρα φυτήλια. Εις τον ναόν της θεοσσέπαστης του ...
Με τον οχτρόσ σου να δης με τοσ σταυρόσ σου να κάμης
(1940)
Ερμηνεία: Τους δαίμονας (οχτρούς) πιστεύεται ότι απομακρύνομεν ποιούντες το σημείον του σταυρού. Προτιμότερον να μη μας απειλήση κίνδυνος παρά να ικετεύωμεν τον θεόν να μας προφυλάξη
Φκιά κουφά, τζ' αμμάδκια μεγάλα
(1940)
Ο κωφός ανοίγει τα μάτια και εντείνει την προσοχήν να αντιληφθή από την κίνησιν των χειλέων ότι λέγομεν.Επίσης να κωφεύομεν μεν αλλά ν' ανοίγωμεν τα μάτια να μη μας γελάσωσι.
Εγιώ τζει πυ γεννήθηκα βολίτζια εν είσεν
(1940)
Δι' όσους λέγουσι την γνώμην των ελεύθερα, ομιλούντες απεριφράστως σαν άνθρωποι της υπαίθρου
Έδει μιαβ βίδαμ ποβίδωτην
(1940)
Όπως η μηχανή, όταν δεν είναι εν τάξει, εργάζεται ελαττωματικώς, και ο μη ισορροπημένος, θα έχη κάποιαν βλάβην εις το μυαλό. Λέγεται και “Έσφιξεν τον η βίδα”
Έμ μας βάλλουν άσερον
(1940)
Ερμηνεία: Δεν μας εκτιμώσιν ούτε όσον και τα ζώα που παρέχουν εκδουλεύσεις με την εργασίαν των
Τζ' αι του βασιλέα πίσω του λαλούμ πολλά λόγια
(1948)
Ερμηνεία: Κάθε άνθρωπος θ' ακούση απ' τον κόσμο κάτι, που αυτός, που του το 'βγαλε δεν κοτάει να το πη μπροστά του
Ώσπου στέκει το πλάσμαν, στέκει τζαι το κκισμέττιν του
(1948)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Επήεν να χαρτωθή τζ' αρμάστην
(1948)
Πήγε ν' αρραβωνιαστή και παντρεύτηκε
Άκουε πολλά τζ' αι πίστευκε λλία
(1948)
Ερμηνεία: Μη πιστεύης και πολύ στις διαδόσεις
Του ππινdή ή ζήτα του ή κλέψε του
(1911)
Ερμηνεία: Για τους τσιγκούνηδες
Απού με κλέψη μιαφ φοράν στραβάρα δική του, απού με κλέψη δκυο στραβάρα δική μου
(1954)
Η παροιμία δεικνύει, ότι μετά από κάθε ζημίαν που υφιστάμεθα πρέπει να γινώμεθα προσεκτικώτεροι δια να προλάβωμεν χειρότερα
Παρά να βκη ο λόος σου καλλύττερα να βκη τ' αμμάτιν σου
(1954)
Κάλλιο να βγη το μάτι σου παρά ο κακός σου λόγος
Μιάλον βούκκον βάλε τζιαι μιάλον λόον μεν πεις
(1951)
Μεγάλη μπουκιά βάλε στο στόμα σου μα μην πεις μεγάλο λόγο
Τα πολλά λόγια είναι φτώσσια
(1954)
Τα πολλά λόγια είναι φτώχεια
Αχτυπούν του παπά με τα πρόσφορα, τζαι λαλεί, Θεέ μου, τζαι 'ξόρισ' την ορκήσ σου
(1940)
Όσον περισσότεραι αι λειτουργείαι, τόσον μεγαλειτέρα και του ιερέως η ωφέλεια
Να κλαίσιν οι σηράτες, αμμά τζ' οι παντρεμένες;
(1940)
Οι πτωχοί δικαίως μεμψιμοιρούσι όχι όμως και οι πλουσίοι
Κάθε Παύλος τομ Παύλον του κλαίει
(1940)
Ο καθένας σκέπτεται ό,τι τον ενδιαφέρει
Αππήησεν της παλλούρας
(1940)
Λέγεται επί εφήβων κατά την εποχήν του τραγισμού και μεταφορικώς
Τομ Μάρτην ξύλα φύλαε μεγ κάψεις τα παλλούchια τζιαι πάντα ψουμοφύλαε να μες σου λείψουν τα ψουμιά μεμ φας που τα σεντούchια
(1945)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Ο Μάρτης ο καλόγνωμος εφτά φορές εςhιόνισεν τζι' ύστερις εμετάνωσεν πως εν εξαναςhιόνισεν
(1945)
Ερμηνεία: Σπάνια ο Μάρτης δεν είναι με καιρόν υπερβολικά ψυχρόν
Ένας νους ένι για σειμώνα για καλοτζαίριν
(1940)
Δι επιλήσμονας
Ξίδκια μας τζαί λάδκια μας, επήαν τα λιβάδκια μας
(1940)
Άνεργοι, δαπανούντες εις διασκεδάσεις την περιουσίαν μας, γινόμεθα πένητες
Με το' οφτόν να καή, με το σουβλίν να κρούση
(1940)
Ερμηνεία: Λέγεται επί κακών και ιδιοτρόπων, επιμενόντων να ζητώσι τα αδύνατα
Η καρκία του εν ατζινάρα
(1940)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Χωράφιν του Νιόβρη, ποιόν τζ' αν τώβρης
(1940)
Τον μήνα τούτον τα δια σποράν χωράφια πρέπει να σπαρούν
Ο καλύτερος μάστρος εν ο νοικοτζύρης
(1940)
Ο ιδιοκτήτης πονεί δια το συμφέρον του, ο ξένος όχι
Νηστιτζή αρκούδα, εχ χορεύκει
(1940)
Ο στερούμενος τροφής, αδυνατεί να εργασθή
Τα παιδκιά με το αθκιάτζιμ μας ι – γdέρνουν, τζ' ύστερα εμ μας ηξεύρουν
(1940)
Δια να αναπτυχθώσι υφιστάμεθα θυσίας και δοκιμασίας και όταν μεγαλώσουν μας εγκαταλείπουσι
Η παντρεμένη εσ σσεπασμένη
(1940)
Είναι πλέον ελευθέρα και ολιγώτερον εκτεθειμένη παρά η ανύπανδρος
Το κούκου κούκου ροθυμούν, τζαι τα μνηούρκ' αννοίουν
(1940)
Λέγεται δια γυναίκας φοβουμένας τάχα και την σκιάν των, ενώ πραγματικώς τίποτε δεν φοβούνται
Ο ρεσπέρης για ναγ καλός, πρέπει να βοηθά τζ' ο τζαιρός
(1940)
Καλή καλλιέργεια αποδίδει όταν βοηθείται από τον καιρόν
Είντα εμέναν τα ριάλια μου εν έχουσ σταυρόν;
(1940)
Ιστορική επί Φραγκοκρατίας τα νομίσματα έφερον σταυρόν
Άλλαξεν η πορdήν, τζ' εβκήκεσ στο παζάριν
(1940)
Δι' όσους ανικάνους και χαμηλής τάξεως, προβάλλουσι με αξιώσεις
Ο ρεσπέρης εγ γιοφύρισ' στους άλλους
(1940)
Προ παντός ο γεωργός δίδει ζωήν εις τας άλλας τάξεις
Ράβδος εν γωνία, άρα βρέχει
(1940)
Σπανίως λεγομένη
Αδ δεδ δουλέψης μισταρκός εν τρώεις σαν αφέντης
(1953)
Δια να επιτύχωμεν πρέπει προηγουμένως να κοπιάσωμεν. Μισταρκός = υπηρέτης
Απόν καλά, καλούλλικα, καλλύττερα γυρεύκει, ο δκιάολος του κώλου του κουκκιά του μαειρεύκει
(1924)
Ερμηνεία: Επί των πλεονεκτών
Είπαν του πελλού “πελλέ!” και επέλλανεν τέλεια
(1924)
Παραθαρρύνων και παροτρύνων τις άλλον εις τι