Αναζήτηση
Αποτελέσματα 2901-3000 από 3663
Εσηκώστησ σαν τον αρκάππαρον
(1940)
Ερμηνεία: Επί ασθενών ιδία εν πλήρει αναρρώσει
Σατσίγ γεμάτον εδ διπλώνεται
(1940)
Πρόφασις οκνηρών προς αποφυγήν εργασίας
Τζαι ποϊλέ ελάλουν της – τζαι σοϊλέ ελάλουν της – τζ' ετζείνη εν ακρώννετουν – τζούλλον εξηβρακώννετουν
(1940)
Ερμηνεία: Επί πεισμόνων που αντί να ακούουσι εις συμβουλάς διαπράτουσιν ανοησίας καταστρεπτικάς δι' αυτούς
Εις τους τράντα είπεμ μάμμα, τ' ετράνταξεν ο κόσμος. Που το θάμμαν
(1940)
Δι' όσους βλάκες θεωρούμενοι, κατορθούσι να είπωσι κάτι
Για σέν' το λέγω, μάνα μου – για να τ' ακού' η φάρα μου
(1940)
Όταν λέγομεν τι εις άλλους δια να μεταδοθή εις ον κυρίως θέλομεν
Είπεν της πούλλας ζιά! Τζ έκατσεν το παΐδιν της
(1940)
Ερμηνεία: Επί ασθενών και αδυνάτων που με ελάχιστην προσπάθειαν βλάπτονται
Είνταμ πού σου λείπει κκέλη; Μαρκαριταρένια σκούφκια
(1940)
Δι' όσους ενώ πένονται είναι απαιτητικοί
Λάλε μου να σου λαλώ, να παιρνούμεν τον τζαιρόν
(1940)
Δι' οκνηρούς και πείσμονας, επιμένοντας εις την γνώμην των
Επήαμεν να πούμεν, τζ' είπαν μας
(1940)
Όταν παραπονούμενοι δια κακομεταχείρησιν υφιστάμεθα χειροτέραν τοιαύτην
Έσεις χτηνα. Σπέρνε πυκνα. Έσεις παιδκιά. Σπέρνε αναρτια
(1940)
Δι ωρισμένα χωράφια η πυκνή σπορά δίδει καλόν χόρτον δια τροφήν ζώων, ενώ η αραιά παρέχει άφθονον σιτάριν
Έσσω σου πουλε, τζ' έξω σου 'γόραζε
(1940)
Μεταφέρων το εμπόρευμα μακράν φτηνοπουλείς δια να μη επιστρέψεις με κενα χέρια. Αγοράζων εις το χωρίον σου αποκαλύπτεσαι ότι χρειάζεσαι το ζητουμενον, δια το οποίον και απαιτουσιν ακριβώτερα
Στσυφτους σαράντα, στεκάμενους μαγκόναν
(1940)
Το περβόλιν δύναται να αποφέρη πολλά, αρκεί να τυγχάνει της περιούσης καλλιέργειας
Εν έσει παμόν μήτε αμάνταν
(1940)
Ερμηνεία: Επί των κατατρυχομένων από ελώδη πυρετον
Έθεν να πετάση σαν εν είσεφ φτερά
(1940)
Δι' όσους επιχειρούσι ανώτερα των δυναμεών του
Εν της παπαδκιάς τα ξύλα
(1940)
Ερμηνεία: Η ξένη περιουσία δεν μας ενδιαφέρει όσον η αποκτηθείσα υφ' ημών
Αναθεμα τημ πεθθεράν, τζ' ας τζαι παστελλένη, πάντα την νύφφηθ θέλει την να τηθ θωρεί καλμμένην
(1940)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Εν η κατζή πεθθερά που λαλούσιν
(1940)
Ερμηνεία: Επί όσων φέρονται σκληρώς και αυταρχικώς
Εν το κορτίν της πεθεράς
(1940)
Λέγεται δια τους φιλαργύρους
Η πείνα φέρνει λάωμαν
(1940)
Ο πεινασμένος δύναται να διαπράξη πλημμελήματα
Επάτησεν του τηφ φτέρναν
(1940)
Εύρε την αχίλλειόν του πτέρναν
Όποιος εν εγέννησεμ παιδίμ παλλικάριν, όποιος εν επάντρεψεγ κόρην, τζ' όποιος εν αναγυιωσεσ σσύλλολ λαωνικόν, εν εφοήθην τοθ Θεόν
(1940)
Η δι' αυτά φροντίς και δαπάνη είναι μεγάλη και στενοχωρεί
Άδε πεύκους για υλάρκα
(1940)
Λέγεται δι' όσους βλέπουσιν όλα από την πλευράν που τους ενδιαφέρει
Το πολύ Κύριε ελέησον, βαρκυέται τζ' ο Θεός
(1940)
Αι συνεχείς ενοχλήσεις αποβαίνουσιν δυσάρεστοι και εις τον μάλλον υπομονητικόν
Όποιος φοάται, πραμματευτής εγ γίνεται
(1940)
Ο ριψοκίνδυνος δύναται, κάποτε να καταστραφή, αλλ' αν επιτύχη γίνεται ταχέως πλούσιος
Καληώρα του που πέθανε που πέρσι
(1940)
Διότι απηλλάγη φροντίδων και ενοχλήσεων
Εν εμ πάντα Πάσχα
(1940)
Η ζωή μας δεν αριθμεί πάντοτε ημέρας ευτυχίας μόνον
Έμαθα την τέχνην, τζαι γαμώ τομ μάστρομ μου
(1940)
Όταν δεν έχομεν κανενός την αναγκην, δυναμεθα να φερθώμεν προς αυτον και ιταμώς ακόμα
Στογ καταρεμένον τόπον οι μαϊμούδες προεστοί
(1940)
Όπου επικρατουσιν οι ανίκανοι ο τόπος εκείνος δεν προοδεύει
Απου σπείρει εν να θερίση
(1940)
Παντου και πάντοτε δρέπομεν αναλογα προς τας πράξεις και την συμπεριφορά μας
Η σπάστρα, εμ μισή αρκογκιά
(1940)
Η καλή οικοκυρά συμβάλλει να εξασφαλίζεται κάποια οικονομία
Άδ δεφ φάης σκόρτον εβ βρωμάς
(1940)
Χωρίς αφορμήν δεν είναι δυνατον να κατηγορηθώμεν
Τρέχουν τα σάλια του
(1940)
Κάμνω όρεξιν φανταζόμενος κέρδη και πλούτη
Ό,τι έσπειρες εν να θερίσης
(1940)
Όποιος αππηά λάκκους πολλούς, εν να πέση σε κανένα
(1940)
Δεν αποφεύγομεν πάντοτε τας συνεπείας αξιοποίνων πράξεων
Του πιθαρκού αμ μεν του πης μπα, εσ σου λαλεί μπου
(1940)
Αν δεν δώσωμεν αφορμήν δεν μας ενοχλούσιν
Οπόν ξέρει, λαλεί φατζίν
(1940)
Δια τους εκφέροντας αμελετήτως γνώμηνΙΙΣυνοδεύεται από κείμενο......
Όποιος εν έσει παιδκιά, έσει έναμ μαγάζιν, τζ' 'οποιος έσει, εν τολ λείπει
(1940)
Ο άτεκνος ζυπείται μόνον δια τουτο
Θέλεις ο σκούντρος σου να σκάση; Άκου τζαι βρίσσε
(1940)
Ο υβριστής ευχαριστείται αν μας θυμώση σιωπώντες περιφρονητικώς τον αποστερούμεν της ευχαριστήσεις αυτής
Για μιτσίς μιτσίς παντρεύτου, για μιτσίς καλογηρεύτου
(1940)
Ο τελών γάμον εις κατάλληλον ηλικίαν προφυλάττεται από ασθενείας και δυσάρεστα
Τοο περβόλιν το καλόν, θέλει κόπριν τζαι νερόν
(1940)
Χωρίς κόπους και δαπάνας, είναι αδύνατον να επιτύχομεν τίποτε το καλόν
Παπάς παπάν εθ θέλει, τζαι μαμμού μαμμούν
(1940)
Ερμηνεία: Επί επαγγελματικής αντιζηλίας κατά το “κεραμεύς κεραμεί κοτέει”
Παράες έχουν τζ' οι Οβραίοι
(1940)
Ερμηνεία: Δεν είναι το χρήμα που προσδίδει αξίαν, άλλ' η ικανότης και ο ανθρωπισμός εκάστου
Τοβ βίλλον τον αδύνατον πειράζουν των οι τρίσες
(1940)
Ο ανίκανος εις τι δικαιολογείται με κάθε τρόπον
Τό μιρίν του πκιερωμένον, τό βιλλίν του καυλωμένον
(1940)
Ο μη οφείλων τίποτε είναι ξέγνοιαστος και εύθυμος
Αντάσ στρινιώ να γαμηθώ, τζ' αντάμ πεινώ να φάω
(1940)
Η ταχεία βοήθεια και όχι η κατόπιν εορτής έχει αξίαν
Πνιέται σε μιάγ κούππαν νερόν
(1940)
Ερμηνεία: Επί των νευρικών, που και με το ελάχιστον στενοχωρούνται
Πνίεται μέσ' στό φτύμμαν του
(1940)
Γιά γλίντους γλίντους, γιά κουτσιά κουτσιά
(1940)
Ταις τα χωρία μαγειρεύονται με γλίντους, που θεωρούνται εύγευστος τροφή
Σαντάλιν τζαι ματάλιν, εν ο νοικοτζύρης που κουμαντάρει
(1940)
Όπως το μαντάλιν δια την πόρταν και ο οικογενειάρχης είναι ο μεριμνών, και διευθύνων τα του οίκου
Ανάθεμα τηξ ξενηδκιάν, μ' όσα καλά τζ' αν έση
(1940)
Μακράν των συγγενών και φίλων πολλάκις δεν είναι ευχάριστος η εις την ξένην γην διαβίωσις
Ο νους ο πέλλος κάμνει της σόρταν κακορίζιτζην
(1940)
Τύχη συνήθως είναι ό,τι δια των λόγων και των πράξεων μας δημιουργούμεν
Τ' αμμάτιν του νοικοτζύρη, προκόβκει το χωράφιν
(1940)
Ως αμέσως ενδιαφερόμενος επιμελείται το κτήμα του
Αξ ξανακάτσω νύφφη, ξέρω να καμαρώσω
(1940)
Δι' όσους εξαπατηθέντες αποβαίνουσι πλέον προσεκτικοί
Κάθε φέσιν τζεφαλήμ που το φορεί ξέρει
(1940)
Μόνον ημείς γνωρίζομεν επακριβώς τα καθ' ημάς
Η μάνα σου μαυροκολοιός, τζι ο τζύρης σου κορώνα πόθεν να πάρη το παιδίν τζαι να γενή κοκώνα
(1940)
Τα τέκνα ομοιάζουσι ψυχικώς και σωματικώς τους γονείς των
Τα ριάλια παν τζ' έρκουνται, τζ' η γειά μήτε πάει μήτε έρκεται
(1940)
Με εργασίαν αποκτώμεν χρήμα όχι όμως και την υγείαν
Ά(φ)ησ' το Σάββατον έξω γυναικούλλα μου
(1940)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Έβκαρ' τηγ γιαιάν, για να μέσ σε βκάλει τζείνη έξω
(1940)
Η γιαγιά ή αζαγιά (ιστός αράχνης) μαρτυρεί αμέλειαν και οκνηρίαν. Εις τα χωρία θεωρείται κακή σύστασις δια την οικοκυράν, και δια τούτο θεωρείται παλαιότερον οι ζητούντες νύμφην απέφευγον τοιαύτην από σπίτιν που είχε ...
Όπκοιος εν ημπορεί να δέρη τογ γάδαρον, δέρνει το σάμαν
(1940)
Δι' όσους διότι αδυνατούσι να τιμωρήσωσι τον πταίσαντα καταφέρονται κατ' άλλων, έστω και αναιτίως
Ο γάδαρος ο κόντρης είδεν το στρατούριν τζ' έσκυψεν
(1940)
Ο ψεύτης και ο οκνηρός μηχανεύεται τρόπον να αποφύγη ανατιθεμένην εργασία
Εν τζ' είμαι ο γάδαρος του Καμπανέλλα
(1940)
Τοπική της Λεμεσού. Το ζώον του ευκόλως εδανείζετο δια πάσαν χρήσιν
Έμπάσσω, Θεέ μου τζαί βρέσεσαι
(1940)
Ο Θεός ούτε σπίτι έχει ούτε και βρέχεται. Λέγεται δια τους ψευδή ή παράδοξα λέγοντας
Ο στραός εγέλασε του γαριλλιάρη τζ' ο πεζός του καβαλλάρη, τζ' ο κλαννιάρης του πορταντάρη
(1940)
Ο υστερών του άλλου λαμβάνει τα μέτρα του και αποβαίνει ανώτερός του. Ο μανθάνων τα άλογα “πορτάντο” λέγεται πορταντάρης. Φαίνεται ότι απροσέκτως ετέθη η λέξις διότι εδώ υπονοείται ο πέρδων
Εις το στόμαν του πελλού, περισσεύκει το γέλοιον
(1940)
Λέγεται δια τους αδιαφορούντας δι ότι εις αυτούς ή τους άλλους συμβαίνει
Σέρκα όφτζαιρα μισουσ΄σε τζ΄οι αγίοι
(1940)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Έσει το γέλοιον τάξιν, τζαί το χάχχανον παιγνίδιν
(1940)
Κάθε πράγμα να γίνεται εις κατάλληλον ώραν και εν μέτρω
Έπεσες χαμαί; Πιάσ' τηγ γην τζαι σήκου πάνω
(1940)
Εαν απωλέσας την περιουσίαν σου επιδοθείς δραστηρίως εις την γεωργίαν δύνασαι να ορθοποδήσης
Βαφτίζω τζαί μυρώνω, για ζήση για πεθάνη
(1940)
Επί όσων αναλαμβάνουσι κάτι, αδιαφορούσιν όμως δια τα μέλλοντα να επισυμβώσι
Γιά νάναι, γιά νά λείπη
(1940)
Αναλαμβάνοντες υποχρέωσίν τινα, πρέπει νά εργασθώμεν ευσυνειδήτως
Κατά τοδ δάσκαλομ που είσαι, έτσι γράμματ' εν να μάθης
(1940)
Αναστρεφόμενοι τινα συχνά αποκτώμεν τας αυτάς και εκείνας συνηθείας και χαρακτήρα
Ποιός σούβκαλεν ταμμάδκια σου; Ο δικός σου, για τούτο εγ καλά βκαλμένα
(1940)
Ο συγγενής είναι εις θέσιν να γνωρίζη καλώς τα καθ' ημάς, συνεπώς και να μας βλάψη σοβαρώς
Ο δικόσ σου, τζ' ας σε κάμη οφτόσ στο σουβλίν, εσ σε τρώει
(1940)
Δια την συγγενικήν αγάπην, αλλά και δια τον φόβον της κατηγορίας ότι δεν εφείσθη ουδέ στενού του συγγενούς
Με τοδ δικός σου φαε πκιέ, τζ' αλισβερίσιμ μεγ κάμης
(1940)
Δοσοληψίαι με συγγενείς δημιουργούσι εχθρότητα ζημιούσαν υλικώς
Διτζοί μου, όσους βαδώννει το σπίτιμ μου
(1940)
Μόνον εις τους λίαν στενούς συγγενείς, όσους περικλείει το σπίτι μας, δυνάμεθα να έχομεν εμπιστοσύνην