Αναζήτηση
Αποτελέσματα 2801-2900 από 3663
Βάλλει που το εν αφτίν, τζαί βκάλλει που το άλλο
(1940)
Να μη συγκρατώμεν ότι ακούομεν αλλά να αφήνωμεν πολλά να παρέρχονται χωρίς να εντυπώννονται εις την μνήμην μας.
Εδούλεψε δούλος, τζ' έκατσεν αφέντης
(1940)
Ο εργατικός ζήσας εν πενία φυλάττει το χρήμα του, εξασφαλίζων καλόν μέλλον και αποκτών εκτίμησιν
Αφορμή του κλαννιάρη, εν το ξεροβέξιμον
(1940)
Ερμηνεία: Ο έχων ελαττώματα εφευρίσκει δυσκολίαν να συγκαλύψη αυτά
Φκιά κουφά, τζ' Θεός κριτής
(1940)
Να κωφεύομεν εις ότι λέγεται κακόν δι' ημάς ή τους άλλους και ο Θεός κρίνει και τιμωρεί.
Εν τ' αφτί της γης
(1940)
Επι των λίαν περιέργων που είναι ενήμεροι κάθε νέας είδησης.
Πάνω στο γυαλλίν τίποτες εγ κολλά
(1940)
Δεν πτοείται τας δυσφημίας ο ανεγνωρισμένης τιμιότητος
Τα πολλά λόγια στα γράμματα 'φελούν
(1940)
Όσον λεπτομερεστέρα η ανάπτυξις του θέματος τόσον πληρεστέρα η κατανόησίς του
Κόμμαν του λόου, τζ' αρκή του καυκά
(1940)
Η συζήτησις πολλάκις ζωηρεύει και γίνεται καυγάς
Τραύα πόνον για ομορφκιάν
(1940)
Δια τους υφισταμένους δοκιμασίας προς απόκτησιν ενός αγαθού
Τα πολλά λόγια εφ φτώσεια
(1940)
Υπόθεσις χρήζουσα πολλών επιχειρημάτων δεν έχει αξίαν
Λόγια λλία, τζ' η ζωή γλυτζιά
(1940)
Δι όσους στεναχωρούνται από την φλυαρίαν
Λόος σου, τζαι λόομ μου
(1940)
Απλή ομιλία σιγά σιγά μεταβάλλεται εις συζήτησιν
Πιάννει τηγ κάτταν που τα νύσια
(1940)
Επί των ανεπιτηδείων που ενεργούσι κατά τρόπον επιβλαβή. Όταν κρατούμεν την γάταν από τα νύχια θα πληγωθώμεν όταν θελήση να φύγη
Εν ο κάττος ο εφτάψυχος
(1940)
Δι όσους ασθενούσι επικινδύνως και αναλαμβάνουσιν ή ηλικιωμένοι έχουσι καλλίστην υγείαν
Απόν έσει ρούσαν τζαί ξανθήν, ας εν τζαί γαρυλλοπαστελλόμματη
(1940)
Δι΄ όσους στερουμ΄νεους των πάντων είναι ικανοποιητικόν και το ελάχιστον
Απόσει πουζάν ας τήγ κρατή, τζαί δόντιν άς το βκάλλη
(1940)
Να απαλλαττόμεθα ούτως ή άλλως από πάσον ενόχλησιν
Σε τόπομ πόσει πολύθ Θεόν, τζαί τίποτα κόσμον
(1940)
Εις τάς πεδιάδας και βουνοσειράς, όπου δεν υπάρχουσι άνθρωποι παρά ουρανός
Εν έππεσεν ο ζάχαρις στο νερόν
(1940)
Διά να μη διαλυθή η ζάχαρις πρέπει ταχέως να ενεργήσωμεν. Επί υποθέσεων που απαιτούσι ταχείαν ενέργειαν
Αν νάχα λάϊν έβαλλα του λύχνου μου
(1940)
Έκαστος φροντίζει πρωτίστως τας ανάγκας του να θεραπεύση
Άλλαν' ταμμάδκια του λαού, τζ' άλλαν' του κουκκουφκιάου
(1940)
Λαού = λαγού. Όταν η μεταξύ δυο υφισταμένη διαφορά είναι πολύ καταφανής
Τζείνα πόσ' η Ευαλλού, ζητά να τα φορτώσ' αλλού
(1940)
Δι' όσους επιρρίπτουσι εις άλλους τα σφάλματα που αυτούς μόνους επιβαρύνουσι
Οι πολλοί θέλουν πολλά, τζ' ο ένας πού ούλλα
(1940)
Οι πολλοί δύνανται νά δανεισθώσιν από τούς άλλους. Ο ένας πρέπει να έιναι αυτάρκης
Πελλός ράφτης, μακρυά η βελονιά σου
(1940)
Δι' απείρους, που αγνοούσι να καμωσί τι καλώς. Ίδια δι' όσους ράπτουσι με μακρυάν κλωστήν
Κάθε πετεινός στηγ κοπριάν του κράζει
(1940)
Ο καθείς εκεί που ισχύει επιδεικνύεται κια ζητεί να επιβληθή
Αλλού ο παπάς, τζ' αλλού τα ράσα του
(1940)
Επί των εχόντων αθεμίτους σχέσεις
Ο κλέφτης στηφ φυλατζήν, για να μην ι ξηχάση την τέχνην του, έχωνε το φέσιν του
(1940)
Κατά την παράδοσιν κλέπτης φυλακισθείς, βεβαιούμενος ότι δεν τον έβλεπον ήρπαζε το φέσιν του και το έκρυβε στην μασχάλην του, δια να ικανοποιήση το πάθος του
Για το κλαννείν τηδ δέρνουσι, τζ' ετζείνη κλάννει τζ' εσ συφτάννει
(1940)
Ερμηνεία: Επί όσων δεν προσπαθούσι να αποβάλουσι κακάς συνηθείας
Με του κλέφτει κλέφτεις του, με της πολιτζής γελάς της
(1940)
Πολιτιτζή είναι η ευφυής γυναίκα, κοινότερον όμως η ελευθεριάζουσα
Έκλασεν ο δράκος, τζ' έβκαλεφ φωνήν
(1940)
Δι όσους καυχώνται δια τον πλούτον που έχουσιν όχι βέβαια αυτοί αλλ' άλλοι
Του κλέφτη κλέφτεις του;
(1940)
Είναι δυνατόν να γελάσωμεν τον πονηρόν και πεπειραμένον;
Ώσπου να γινή το κκέφισ σου, γεννά η γεναίκα τζαι τρώει τησ σούπαν της
(1940)
Επί των αναβλητικών και απροθύμων εις την εργασίαν των
Τα περdίτζια του Γεννάρι μιάν οκάν με το καντάρι
(1940)
Δια την αφθονίαν της τροφής
Θέλεις με εμ με θέλεις, όσσω σου εν να περάσω τοσ σειμώνα μου
(1940)
Δια τους αδιακρίτους, που γίνονται ενοχλητικοί και βάρος εις τους άλλους
Θέλω να κάμω ρούχα, μα που παράμ Μαρία μου
(1940)
Δι όσους έχουσι με την καλήν διάθεσιν να πράξωσι κάτι, στερούνται όμως της δυνάμεως να φανώσιν συνεπεις
Μάχου, παίδκιο, μαχού, τζ όσα θέλει ο Θεός ας πέψη
(1940)
Η γεωργία εξαρτάται από την του καιρού εύνοιαν
Κάθε θάμμα τρείς ημέρες
(1940)
Και το πλέον σοβαρόν γεγονός με του χρόνου την πάροδον λησμονείται
Διώχνουμ μας τζαί κουντούμ μας, που το σπίτιν του τζυρού μας
(1940)
Επί όσων επεμβαίνουσιν εις εργασίας άλλων
Αρκήνησεμ πού το άρφα, τζ' επήεν ως το αμήν
(1940)
Είκων εκ της παλαιότερον εκμαθήσεως του αλφαβήτου ότε ως επισφράγισις ελέγετο Αμήν
Απού βράσει τζαί στεγνώσει εν έν τίποτε
(1940)
Το θεραπεύσιμον ατύχημα δεν είναι μεγάλον κακόν
Εν να δής τόλ λύχνον με τρία φυτήλια
(1940)
Παλαιότερον ο φωτισμός ήτο πτωχικός, με λύχνους υαλίνους, σφαιροειδείς μάλλον, έχοντας εις τον ομφαλόν των φυτήλιν. Υπήρχον όμως και από προύντζον λευκανοειδείς, με τέσσαρα φυτήλια. Εις τον ναόν της θεοσσέπαστης του ...
Με τον οχτρόσ σου να δης με τοσ σταυρόσ σου να κάμης
(1940)
Ερμηνεία: Τους δαίμονας (οχτρούς) πιστεύεται ότι απομακρύνομεν ποιούντες το σημείον του σταυρού. Προτιμότερον να μη μας απειλήση κίνδυνος παρά να ικετεύωμεν τον θεόν να μας προφυλάξη
Φκιά κουφά, τζ' αμμάδκια μεγάλα
(1940)
Ο κωφός ανοίγει τα μάτια και εντείνει την προσοχήν να αντιληφθή από την κίνησιν των χειλέων ότι λέγομεν.Επίσης να κωφεύομεν μεν αλλά ν' ανοίγωμεν τα μάτια να μη μας γελάσωσι.
Εγιώ τζει πυ γεννήθηκα βολίτζια εν είσεν
(1940)
Δι' όσους λέγουσι την γνώμην των ελεύθερα, ομιλούντες απεριφράστως σαν άνθρωποι της υπαίθρου
Έδει μιαβ βίδαμ ποβίδωτην
(1940)
Όπως η μηχανή, όταν δεν είναι εν τάξει, εργάζεται ελαττωματικώς, και ο μη ισορροπημένος, θα έχη κάποιαν βλάβην εις το μυαλό. Λέγεται και “Έσφιξεν τον η βίδα”
Έμ μας βάλλουν άσερον
(1940)
Ερμηνεία: Δεν μας εκτιμώσιν ούτε όσον και τα ζώα που παρέχουν εκδουλεύσεις με την εργασίαν των
Αχτυπούν του παπά με τα πρόσφορα, τζαι λαλεί, Θεέ μου, τζαι 'ξόρισ' την ορκήσ σου
(1940)
Όσον περισσότεραι αι λειτουργείαι, τόσον μεγαλειτέρα και του ιερέως η ωφέλεια
Να κλαίσιν οι σηράτες, αμμά τζ' οι παντρεμένες;
(1940)
Οι πτωχοί δικαίως μεμψιμοιρούσι όχι όμως και οι πλουσίοι
Κάθε Παύλος τομ Παύλον του κλαίει
(1940)
Ο καθένας σκέπτεται ό,τι τον ενδιαφέρει
Αππήησεν της παλλούρας
(1940)
Λέγεται επί εφήβων κατά την εποχήν του τραγισμού και μεταφορικώς
Ένας νους ένι για σειμώνα για καλοτζαίριν
(1940)
Δι επιλήσμονας
Ξίδκια μας τζαί λάδκια μας, επήαν τα λιβάδκια μας
(1940)
Άνεργοι, δαπανούντες εις διασκεδάσεις την περιουσίαν μας, γινόμεθα πένητες
Με το' οφτόν να καή, με το σουβλίν να κρούση
(1940)
Ερμηνεία: Λέγεται επί κακών και ιδιοτρόπων, επιμενόντων να ζητώσι τα αδύνατα
Η καρκία του εν ατζινάρα
(1940)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Χωράφιν του Νιόβρη, ποιόν τζ' αν τώβρης
(1940)
Τον μήνα τούτον τα δια σποράν χωράφια πρέπει να σπαρούν
Ο καλύτερος μάστρος εν ο νοικοτζύρης
(1940)
Ο ιδιοκτήτης πονεί δια το συμφέρον του, ο ξένος όχι
Νηστιτζή αρκούδα, εχ χορεύκει
(1940)
Ο στερούμενος τροφής, αδυνατεί να εργασθή
Τα παιδκιά με το αθκιάτζιμ μας ι – γdέρνουν, τζ' ύστερα εμ μας ηξεύρουν
(1940)
Δια να αναπτυχθώσι υφιστάμεθα θυσίας και δοκιμασίας και όταν μεγαλώσουν μας εγκαταλείπουσι
Η παντρεμένη εσ σσεπασμένη
(1940)
Είναι πλέον ελευθέρα και ολιγώτερον εκτεθειμένη παρά η ανύπανδρος
Το κούκου κούκου ροθυμούν, τζαι τα μνηούρκ' αννοίουν
(1940)
Λέγεται δια γυναίκας φοβουμένας τάχα και την σκιάν των, ενώ πραγματικώς τίποτε δεν φοβούνται
Ο ρεσπέρης για ναγ καλός, πρέπει να βοηθά τζ' ο τζαιρός
(1940)
Καλή καλλιέργεια αποδίδει όταν βοηθείται από τον καιρόν
Είντα εμέναν τα ριάλια μου εν έχουσ σταυρόν;
(1940)
Ιστορική επί Φραγκοκρατίας τα νομίσματα έφερον σταυρόν
Άλλαξεν η πορdήν, τζ' εβκήκεσ στο παζάριν
(1940)
Δι' όσους ανικάνους και χαμηλής τάξεως, προβάλλουσι με αξιώσεις
Ο ρεσπέρης εγ γιοφύρισ' στους άλλους
(1940)
Προ παντός ο γεωργός δίδει ζωήν εις τας άλλας τάξεις
Ράβδος εν γωνία, άρα βρέχει
(1940)
Σπανίως λεγομένη
Τον Νιόβρην, όπως τώβρεις
(1940)
Ο Νοέμβριος θεωρείται ο κατάλληλος δια σποράν μήνας
Προστάζω 'γιώ τηγ κάτταμ μου, τζ' η κάττα τα καττουδκια της
(1940)
Ερμηνεία: Επί των οκνηρών ή, των υπερηφάνων, των επιφορτιζόντων άλλους την εκτέλεσιν εργασίας που επιβαρύνει αυτους
Αδ δεν αθθυμούμουν τα δικά μου, έθεν να σκοτώσω τα παιδκιά μου
(1940)
Έκαστος άνθρωπος και εκάστη ηλικία έχει τα ελαττώματα και τας ιδιοτροπίας του
Έδωσαν του τα παπουτσια στο σεριν
(1940)
Ερμηνεία: Επί αποπομπής ανεπιθυμήτων
Αντάσ σ' επαρακαλούσαν – εχαδεύκεσουχ χαδούσα – τόρα που παρακαλείς – εσ σε θέλει ποιογ κανείς
(1940)
Ερμηνεία: Επί δυστρόπων που ενώ επιθυμούσι κάτι προσποιούνται ότι τάχα δεν θέλουσι
Ο παπάς εγ κάρβουνον. Αν το τζίσης αφτουμενον κρούζεις. Αν το ντζίσης σβυστόμ, μουζώννεσαι
(1940)
Ερμηνεία: Προς τον ιερέα, αντιπρόσωπον του Θεού, κακή μας συμπεριφορά εις βάρος μας αποβαίνει
Όσην ώραν μου παράντζελλες, μανούλλα μου
(1940)
Ερμηνεία: Δι' όσους δεν ακολουθούσι τας συμβουλάς άλλων. Μήτηρ συνεβούλευσε την θυγατέρα της να προσεχη την τιμήν της. Όταν παραπλανηθείσα επεπλήχθη απήντησεν ως ανωτέρω
Εν τζ' εν η άξισι του οφτου, αμμάν η παραπόνησί του
(1940)
Ερμηνεία: Η επίδειξις αδιαφορίας είναι πλέον αισθητή παρά η μη προσφορά
Εγίνηκες η παπαδκιά που το ταξίδιν
(1940)
Ερμηνεία: Δι' όσους αναλαβόντες κάτι αργοπορούσι υπερβαλλόντως
Αποφάσισεν ο Οβραίος να πάη στο παζάριν, τζ' εβρέθη μέρα Σάββατον
(1940)
Όταν αντίξοοι περιστάσεις συμβάλλουσιν εις ματαίωσιν προσπαθείας μας
Παρπατεί σαν το περgαντίν
(1940)
Ιστορική
Εκατέβησ σαν το ρύζιν το άπλυτον
(1940)
Δι όσους έρχονται εις δείπνον και εις διασκεδάσεις χωρίς να αναμένονται