Αναζήτηση
Αποτελέσματα 111-120 από 802
Τον κακό άθρωπο τον έχει ο Θεός σημαδεμένο
(1920)
Σημαδεμένος = σημείον επί του σώματος του (τυφλός, λωλός, ή έτερον οιονδήποτε σημείον)
Τρώγουνται σαν τσοι σκύλλους
(1920)
Απου ράφτει και ξεπαραλεί κι' απου χαλά και χτίζει, μούδ' η δουλειά του φαίνεται μούδ' όφκερος καθίζει
(1920)
Ξεπαραλώ = ξυλώνω ύφασμα τι ή υπόδημα τι εξάγων της κλωστήν της ραφής
Αχ πουλί πουλάκι μου, ώστε να 'χε σε πάρω. Κι' απόις τάκα κουρκουνιές ώστε να σε ξεβγάλω
(1920)
Κουρκουνιές = Χτύπους, ξύλον (αικίαι)
Βάνει κ' η κοσκινού τον άντρα τση με τσοι πραμματευτάδες
(1920)
Κοσκινού = η μεταχειριζομένη το κόσκινον (είδος εργασίας), πραμματευτάδες = έμποροι, οι πραγματευόμενοι