Αναζήτηση
Αποτελέσματα 691-700 από 802
Στην αδυνατώ τα χέρια στριφοκόλια δε χωρούνε
(1920)
Αδυνατώ = των δυνατών, των ισχυρών
Απού τον έχεις απορριξιμίο πρώτος εις τον λιμνιώνα
(1920)
Απορριξιμός = απορρίξιμος, απόβλητος, άτιμος
Δούδε και να δούδω
(1920)