Αναζήτηση
Αποτελέσματα 631-640 από 802
Εγόγιαν του π' ανημένει σκουτελικό από τη γειτονιά και δείπν' από τη ρούγα. Ούλοι δειπνούν κι αποδειπνούν κ' εκείνος ανημένει
(1920)
Σκουτελικό = πιάτο (τρυβλίον), φαγητόν, (λέξ. ιταλ. εκ του σκουτέλι)
Απού δε θέλει χτύπους 'ς το χαλκιδείο δε πάει
(1920)
Χαλκιδείο = κατάστημα ένθα κατεργάζονται τον χχαλκόν και ορείχαλκον, μπρουτζάδικο
Ας γυρίσ' ο γάμος πίσω μα πλακόπητα gε να ζήσω
(1920)
Πλακόπητα = πήττα εκ ζύμης πεπιεσμένη ως πλάκα ην προχείρας ψήνουν αντί άρτου
Όπου δε βολεί του διαόλου να πάη, μπέμπει μια γρά
(1920)
Δεν έχει ευκαιρίαν