Αναζήτηση
Αποτελέσματα 2901-3000 από 4029
Ήρμεξέ με ως το κόκκαλο
(1888)
Μοι επήρεν παν ό,τι είχον
Ο Κουτρούλης με τα λόγια χτίζ' ανώγια και κατώγια
(1888)
Συνοδεύεται από κείμενο ....
Το βασιλικόν απίδι την τιμήν οπού ΄χει δίδει
(1937)
Ερμηνεία : Ανάλογα με την ανατροφή και το εσωτερικό του καθένας συμπεριφέρεται
Αργάτη κάνεις, αργά τόνε τρως
(1937)
Αργάτης= εργάτης, ημερομήσθιο, ερμηνεία: Από ημερομήσθια δε μπορείς να πλουτίσης
Ήρθες κι σύ από την Κώ, να μας γυρεύης μερτικό
(1892)
Ερμηνεία: Απευθύνεται προς τον υποβάλλοντα αδικαιολόγητον αξίποιν
Ηύρε το μήνα που θρέφει τς έντεκα
(1892)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Κάνει τα μότα σαν το γαϊδαρο στα χόρτα
(1888)
Κοκορίξα
Μουδέ η σούβλα μην καή μουδέ και το κεμπάπι
(1921)
Κεμπάπι = ψητό (λέξις Τουρκική)
Ετρουμπαρίστηκ' ο κόσμος από τη μυρωδιά
(1892)
Σημείωση: Trombare (ιταλική) = κενώ δι' αντλίας
Όποιος δεν πονεί γλήγορις συβάζεται
(1920)
Συμβάζομαι = συμβιβάζομαι
Στα εξήντα κι' όξω νους!
(1949)
Οντέν εγεννιούντανε, ήταν εφτά καληώρες
(1949)
Τύχη
Στην οργή του κάτη
(1949)
Εμάλλιασ' η καρδιά μου
(1888)
Εκ των πολλών θλίψεων ανέφυσε τρίχας
Το πουλί πουλί ήκαμε
(1888)
Έκαμε να συρρεύσωσι πολλοί, συνήθροισε πολλούς ώστε να επέλθη θόρυβος
Όπου 'δης χοντραίς μαγούλαις ύπνος είναι και βαριούλαις
(1920)
Βαριούλαις = τεμπελιές, υπνηλότητες
Νερό σου βάνω έρημο κι' ίντα 'χεις κι' αχαμνίζεις;
(1920)
Αχαμνίζω = Αδυνατίζω, εξασθενώ, γίνομαι χανής
Όντεν 'σειούσαν την αχλάδα όσοι 'λάχασιν εφάγαν
(1920)
Λάχασιν = έλαχον, έτυχον
Άνοιξ' η μοίρα σου σα οτυ καβρού τη χαχάλη
(1920)
Χαχάλη = το άνοιγμα της δαγκάνας του κάβουρα
Είπε ο γάϊδαρος το κούκλη κεφαλάρο
(1920)
Κούκλης = πετεινός, κόκκορας
Άβουλος νους, διπλός ο κόπος
(1920)
Άβουλος = άσκεπτος
Κάμε καλό και διάβα
(1920)
Κουκκιά με την αρίγανη και πιπεριές τουρσού
(1892)
Ερμηνεία: Περιφρονητική έκφρασις εις δήλωσιν ότι τα λεγόμενα εισίν ανάξιαπροσοχής
Κάλλια νύφη προυκοκάμουσα, παρά προυκοφέρουσα
(1920)
Κάλλια = άμεινων καλλίτερος
Κάλλια φτωχή νοικοκερά παρ' ανοικοκέρευτη κερά
(1920)
Ανοικοκοκέρευτη = Η κυρία, η οποία δεν είναι νοικοκυρά
Κουκιά 'φαες, κουκιά 'μολογάς
(1920)
Μολογάς = ομολογώ, μαρτυρώ
Θα κουστίση ο κούκος αηδόνι
(1920)
Κουκκιά με την αρήγανη
(1920)
Τα μυαλά σου και μια λύρα και του μπογιατζή ο κόπανος
Η γραφή λύρα (αντί λίρα) είναι προτιμωτέρα, διότι πράγματα ανόμοια και ευτελή συνδέονται διά του “και” και παραβάλλονται προς άλληλα κι' όμοια
Μοναχό του τ' άλογο αντιντέρνει το γέμι
(1920)
Αντιντέρνει = προηγούμαι, προσπερνώ, περνώ πρώτος, γέμι = τροφή των τετράποδων ζώων, φορβή
Με τον αραμπά πιάν' ο σκύλος το λαγό
(1920)
Αραμπάς = αμάξι, κάρρο (λέξις Τουρκική)
Μεγαλώνει το πουλάρι και μιτσαίνει το σομάρι
(1920)
Μιτσαίνω = μικραίνω – ομαι (εκ του μιτσός)
Δεν κάνουν ούλοι οι μπουμπούροι μέλι
(1920)
Μπουμπούρος = είδος μελισσών μαύρων, χονδρών, διαρκώς βοϊζόντων (βομβυλιοί)
Πιε ξύδι
(1920)
Τ' αμμάτι του νοικοκύρη προκόβγει το χωράφι
(1920)
Προκόβγει = προκόπτει, προοδεύει
Το κακό ξείδι το αγγειό του χαλά
(1920)
Αγγειό = αγγείον, δοχείον
Απ' όξω γιάλα γιάλα κι' από μέσα πείνα πείνα
(1908)
Γιάλα= γυάλα