Αναζήτηση
Αποτελέσματα 101-176 από 176
Ήλιος και φεγγάρι και παντρεύγουντ' οι γαϊδάροι
(1949)
Όταν συνυπάρχει ο ήλιος με φεγγάρι το λένε
Ήλιος και βροχή παντρεύγουντ' οι φτωχοί
(1949)
Όταν συνυπάρχει ο ήλιος με βροχή το λένε
Το σκουντί από μιτάτο κι άνθρωπο από γεννιά
(1920)
Σκουντί = Σκύλος, σκυλί, Μιτάτο = Ποίμνιο στα ένθα αμέλγονται τα πρόβατα και κατασκευάζεται ο τύρος (λ.Λατ)
Δε με γαμείς εσύ, μόνο 'κειοσέ που 'ναι 'πο πάνω μου
(1925)
Ένας αφαρδακός (βάτραχος) εκαβαλίκεψε ένα λαγό και τον γαμείν. Ο λαγός είδε να πετά από πάνω του ένα γεράκι και τότε είπε στον αφαρδακό την φράση ταύτην. Πρβλ. Το του Αίσωπ. Μύθου “ου συ με λοιβρείς, αλλ' ο τόπος”
Όσες χτυπούν το πέταλο ανυφαντούδες είναι
(1914)
Πέταλο του εργαστηρίου, πεταλιά: το κτύπημα του πετάλου κατά την ύφανσιν
Επήρε ο Θεός τον άγιον του
(1919)
Ερμηνεία: απεκοιμήθη
Τσι μεγάλες αποκρές κουζουλαίνουννται κι' οι γρες
(1949)
Το ρήτο δηλοί πόσο χαρούμενα γιορτάζονται στην Κρήτη οι αποκρηές
Η θάλασσα στην ανυδριά γλυκειά ναι σαν το μέλι
(1930)
Γεράνι
Απίδια με περικαλούν κι αχλάδια θε να φάω αγάδες κι αγαδόπουλα και σένα θε να πάρω;
(1930)
Απίδια – αχλάδια. Σέλινο
Αντρογεμίσματα, κι ας είναι και βάτου τρούλες!
(1920)
Τρούλες = αι κορυφαί του βάτου
Άρον , άρον σταύρωσον αυτόν
(1914)
Σαν τούμαθε ο νοικοκύρς μου θύμωσε άρατα πύλατα, επι μεγάλου θυμού
Γροίκα πολλά και λέγε λίγα
(1930)
Γύρευε πολλά να βρης λίγα
(1930)
Αν μπαίνης και σύ με τους ανθρώπους, χαρά στον κόσμο!
(1926)
Λέγεται προς στεερούμενον ανθρωπισμού
Από τα σύκα ως τα σταφύλια
(1920)
Σαν είν' από γενιά άνθρωπος κι από μεγάλη σκλέτη, ούλο το βίο σου ξόδιαζε και κάνε του ραέτι
(1936)
Σημείωση : Συνήθως διαλέγουν το έτερον ήμισυ να είναι από οικογένεια. Κρήτης
Αντρογεμίσματα, κι ας είναι και βατότρουλες!
(1949)
Η γυναίκα είναι ανίσχυρη
Ήκατσεν σαν την αποζυμώτρα
(1949)
Επί ατόμων τα οποία αδρανούν, ενώ έχουν πολλά να κάμουν
Θεέ μου, μη δώσης στην ψυχή του ανθρώπου τα όσα μπορεί να βαστάξη
(1936)
Εν άρθρω Ν. Καζαντζάκη, “Τι είδα, 40 ημέρες εις την Ισπανίαν”
Το στάρι κάνει νισεστέ και το κριθάρι πίττα
(1930)
Αναγυριστικά μιλώ κι΄αν έχεις νού το γροίκα
Όσοι κρατούσι τ' άρματα θαρρούν παιγνιώταις είναι; κι όσαις βαστούν τα πέταλα κι ανυφαντούδαις είναι;
(1920)
Παιγνιώτης : σκοπευτής, πέταλα εύτασθα = τα επί του εργαλειού, ένθα υφαίνουν, εξέχοντα και συρόμενα σανίδια, φέροντα σχήμα πετάλων. Ανυφαντούδας = υφάντριαι, αίτινες υφαίνουν