Αναζήτηση
Αποτελέσματα 241-250 από 718
Του 'γαπά το βάρτι, 'γαπά τσαί το 'νgάθι του
(1951)
Όποιος αγαπά το τριαντάφυλλο, αγαπά και τ' αγκάθι του
Βgάλ' τα βαμbάτσε 'ς τα 'τία σου!
(1951)
Βγάλε τα μπαμπάκια πό τ' αυτιά σου. Όταν κανείς ξαναρωτούσε γιατί δεν άκουσε.Τόλεγαν και “Νοίκ' τα 'τία σου” - Ποντ.Δ.Π. αρ. 88: Έβγαλλ' τα βουμπάκια ας σ' ωτία σ'.
Σάφτισανε τ' άστρα bρόν dου
(1951)
Αστράψανε τ' άστρα μπροστά του. Όταν κανείς έτρωγε δυνατή χαστουκιά ή τον χτυπούσαν στο κεφάλι
Να 'λλ' ένα, είπεν dι η θεία μου η Γουζάβη
(1951)
Να άλλος ένας, είπεν η θειά μου η Γουζάβη. Τόλεγαν στ' αστεία, όταν παρουσιαζόταν ένας σε μιά παρέα ή όταν πετιόταν κάποιος κι έλεγε μιά κουταμάρα. Η φράση έμεινε, λέει, από κάποια Γουζάβη, γυναίκα του Γουζού, πού όλο ...
Ο Θεός σαμού 'υρεύει το πέτεγο, φτένει τα καρφί
(1951)
Ο Θεός ως την αυγή, τα πέταλα τα κάνει καρφιά και τα καρφιά πέταλα
Του έρτσεται' ς το δϊέβο, πααίνει σο δϊέβο
(1951)
Ερμηνεία: Ό,τι έρχετ' από το διάβολο, πάει στο διάβολο
Ο χωρίοζ εν σο κάχιν 'bάνου, κάτσε vdα 'ρτϊέσουμ' τζαι 'στέρου άμε
(1951)
Το χωριό είναι στην πλαγιά πάνου, κάτσε να το φέρουμε στα ίσια κι ύστερα φεύγεις
Α νομάτ' του τζο τρώ' το μάλιν dου, α βραθεί κανείς νdα φα'
(1951)
Του ανθρώπου που δεν τρώει το βιός του, θα βρεθεί κάποιος άλλος να του το φάει
Σ τα 'φτάλμε ξείλτσε μακρά, 'ς την gαρdία πάλι μακρά ξείλτσε
(1951)
Από τα μάτια έπεσε μακριά, από την καρδιά το ίδιο μακριά έπεσε
Εν' αvdί γαλάμ' ορτούσκο
(1951)
Είναι σαν κοντυλοφόρος ίσιος