Αναζήτηση
Αποτελέσματα 201-282 από 282
Σου λένε να στεφανώσης; Κάτσε (γιατί έχει έξοδα), Σου λένε να βαφτίσεις; Σήκω γιατ' είν ανάγκη, καλό
(1956)
Απο την Ιωάννα Ραφτοπούλου – Ζήκα, ετών 55
Αλωνάρη και Γεννάρη μην κοιτάζης το φεγγάρι
(1956)
Μπορείς να κόβης ξύλα, γιατί δεν έχουνε ζουμί
Νέες νυφάδες ήρτανε νέα κουλλούρια πλάθουνε
(1956)
Από τον Γερ. Παπαδόπουλο, δημ/λο, ετών 45, εγεννήθηκε στο Κιόνι Ιθάκης. Στο καφενεία με συνεργασία
Τα γνέματα είναι μπερδέματα
(1956)
Όποιος ανακατεύεται με δουλειές, έχει αδιέξοδα (και σαν παρηγοριά: μη στενοχωριέσαι)
Κατά το νιο και τ' άρματα
(1956)
Κάλλιο ο κανάγιας παρί ο καημένος
(1956)
Κανάγιας = δυνατός, νταής
Σαν τσου Κεφαλονίτες με τσου κουμπάρους!
(1956)
Το λένε όταν μαζεύωνται πολλοί φίλοι ή σχετικοί
Το κουνώ, το ναναρίζω, τίνος είναι δε γνωρίζω
(1956)
Ήταν ένας κουτός και του αγγαστρώσανε τη γυναίκα. Όταν εβγήκε το παιδί, το κουνούσε κι έλεε το ανωτέρω.
Ρείξε μου, παππούλη μου, τ' αμπελοχώραφά σου
(1956)
Ρείξε (=δείξε)
Από νόρως στή δουλειά σου κι' από 'νόρως στή γωνιά σου
(1956)
Από ενωρίς
Οπού 'χε γνώση εκούρευε και δεν εκωλοκούριζε
(1956)
Επήανε δυό κλέφτες να κλέψουνε μαλλιά από πρόβατα, ναν τα κουρέψουνε. Ο ένας εγιόμισε το τσουβάλι του κουρεύοντας ό,τι τύχη κι' ο άλλος επιάστηκε περιμένοντας να ψιλοκόψη από την ουρά
Βάλ' ελιά γιά τό παιδί σου και συκιά γιά τή ζωή σου
(1956)
Όταν εβγήκε αυτός ο μύθος, πού δέν ήτανε τά γεωπονικά μέσα η κεντρομάδα ελιά έκανε 5 χρόνια να πρωροβγάλη καρπό, κι' άλλα 10 νά ικανοποιήση μέ τή σοδειά της
Δε φτάνει πο' βρήκε η γριά να παντρευτή παρί θέλει κι' αρρεβώνα
(1956)
Από Γ. Καλαίτη - Βαθύ
Σαν πέρα δίπλα βάλτε τον δεν ξέρω τι με βρίσκει
(1956)
Ητανε μια παπαδιά, που την ρωτήσανε πως θα θρονιάσουμε τον πεθαμένον παπά
Από το γάμο έρχομαι και πάλι πεινασμένος
(1956)
Από τον Γερ. Παπαδόπουλο, δημ/λο, έτων 45. Εγεννήθηκε στο Κιόνι Ιθάκης. Στο καφενείο με συνεργασία
Χωρίς αρμάνα και κουπιά, κι' άη – Νικόλα βόχτα
(1956)
Οι νεώτεροι βοήθα
Κάνει ο Θιός ανθρώπους για να μη ρημώνη ο κόσμος
(1956)
Γ. Κολαΐτης
Τώρα ξέτρυγα πλέει η γριά σφοντόνα
(1956)
σφοντόνα= σφονdόνα, ερμηνεία: να γνοιάζεσαι στην εποχή το κάθε τι
Έλεος έλεος γενού μοι, δέσποτα
(1956)
Αντί ίλεως ίλεως γενού ημίν
Με γέλασες και γεύτηκες μα να δειπνήσης όχι
(1956)
Πληροφορητής: Γερ. Παπαδόπουλο, δημ/λο, ετών 45. Εγεννήθηκε στο Κιόνι Ιθάκης. Στο καφενείο με συνεργασία
“Δεν υπάρχει, Χριστιανέ μου, ίσος δρόμος;” είπ' η καμήλα
(1956)
Την ερωτήσανε α θέλη να πάρη τον ανήφορο ή τον κατήφορο
Είναι για την Πυλουρή
(1956)
Δεν αξίζει. Είναι για πέταμα, ψοφίμι (ζώο ή άνθρωπος)
Τση παπαντής ζευγώνουν τα πουλιά και ξεζευγώνουνε τα βόδια
(1956)
Ερμηνεία: Δηλαδή τα μεν πουλιά ζευγαρώνουν μόνα τους γιατί έρχετ' η άνοιξη, οι δε γεωργοί που έχουν σεμπρέψει με δυό βόδια στ΄αλέτρι, παίρνει ο καθένας το βόδι του και πάει στη δουλειά του. Η σπορά έχει τελειώσει
Φάε κρεμμύδι και πιάσε τ' άρματα, φάε σκόρδο και ρίξ' τα κάπου
(1956)
Είναι γνωστό ότι το σκόρδο ρίχνει την πίεση
Οι μύλοι αργούν κ' οι δούλοι αργούν κ' οι γαϊδάροι σκόλην έχουν
(1956)
Ερμηνεία: Μέρα μεγάλη για τους μυλωναδες είναι τση Παπαντής 2 Φεβρουαρίου
Δεν το 'χω πως πεθαίνω, παρ' όσο ζω, τόσο μαθαίνω
(1956)
Αυτό διηγείται πολλά πράματα
Το πετσί και το τομάρι φκιάνει τ' όμορφο ποδάρι
(1956)
Το παπουτσι
Τον Οχτώβρη, οχτώ κλωνιά. Το Νοέμβρη, νόγα σπέρνε. Το Δεκέμβρη δίκια σπέρνε. Το Γεννάρη πιάσ΄ τα γένεια σου και σπέρνε
(1956)
Τον Οχτώβρη, οχτώ κλωνιά (= λίγα φτάνουν). Το Νοέμβρη, νόγα σπέρνε (= σκέψου, λίγα περισσότερα). Το Δεκέμβρη δίκια σπέρνε (= κανονική χουφτιά). Το Γεννάρη πιάσ΄ τα γένεια σου και σπέρνε (= μπόλικα)
Τ' Αυγούστου οι δρίμες στα παννιά και του Μαρτίου στα ξύλα
(1956)
Οι πρώτες 6 μέρες του Αυγούστου λέγονται Δρίμες. Τσι φυλάνε οι γυναίκες και δεν πλένοντε. Ό,τι λευκαίνουν οι γυναίκες τις μέρες αυτές, ιδίως στο γιαλό, χαλάει. Τα ρούχα λυώνουνε. Το ίδιο φυλάνε και τις 6 μέρες του Μάρτη, ...