Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-100 από 191
Αμά τσούκους απού τσι κόβγεις
(1888)
Ερμηνεία: Τι ψεύματα όπου λέγεις
Αρρωστικό σε ζητώ
(1888)
Λέγεται ειρωνικώς προς εκείνον τον οποίον αηδιάζει τις. Αρρωστικό = αναρρωτήριος τροφή, την οποίαν ζητεί ο άρρωστος αναλόγως της διαθέσεώς του
Αλευρώνω
(1888)
Το κόστω λάσπη, αποδιδράσκω. Ελέυρωσε
Αρθούνι δεν επόμεινε
(1888)
Δηλαδή όλοι εφονεύθησαν
Κουλουκύθια μι τη ρίγανη
(1892)
Μούρθανε δεξά
(1888)
Απέβησαν καλώς
Γιούδας
(1888)
Ερμηνεία: Ιούδας, ο προδότης, καταστάς σκαιόν σύμβολον και αντικείμενον δυσφημίας μετά την προδοσίαν του Ιησού Χριστού
Φελλάς
(1888)
Ερμηνεία: Δυσφημιστικής λέξις προς τους ασχήμους και ακαλλωπίστους
Ατζίγκανος
(1888)
Ερμηνεία: Φειδωλός, φυλάργυρος
Κόμμα – ρήμα
(1888)
Κοφτά, φανερά
Εύρηκα τη μηχανή του
(1888)
Εύρηκα τον τρόπον του
Βάϊ χαϊνα τση μοίρας σου
(1888)
Αλίμονον
Ηκαμά τα λούπ
(1888)
Ερμηνεία: Εχαύτη τα, τα έφαγον όλα δια μίας
Σ το μαργιόλικο σκουτέλι
(1890)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Ευρήκα τον μπελά μου
(1888)
Ερμηνεία: Περιπλέχθην εις κίνδυνον
Χαναναίος
(1888)
Ερμηνεία: Δυσφημιστικής επί των υποκρινομένων τον κουτόν κ' νωθρόν
Αλλαμάνης
(1888)
Ερμηνεία: Αλλόκοτος, φοβερός
Σουτζούκι εγίνηκα
(1888)
Ερμηνεία: Επί των κατατρεχομένων επί της βροχής
Σαΐτα είναι
(1888)
Ερμηνεία: Ευθύ ως το βέλος
Εδώκανε ράϊ
(1888)
Υπεχώρησαν
Σ' το μαργιόλικο σκουτέλι
(1890)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Ακριβά 'ν' τα σφουγγάτα σου
(1888)
Ερμηνεία: Είσαι φειδωλός
Πέλαγος εγίνηκε
(1888)
Επλημμύρισε
Κάνει τον καμπόσο
(1888)
Προσποιείται ότι είναι τι
Ήπιασε ο λόγος σου
(1888)
Εισακούσθη, ετελεσφόρησεν
Στο εφτακάθαρο
(1888)
Ερμηνεία: Προ οφθαλμών, φαντρώτατα
Καλούπι τούρθε
(1888)
Ερμηνεία: Προσαρμόσθη ακριβώς. Το καλούπι και τι κουτί λαμβάνονται ως σύμβολον ακριβούς προσαρμογής
Αξανάκωλες δουλειές
(1888)
Ανάποδες δουλιές
Στ' άφταχα τση γης
(1888)
Εις τα καταχθόνια
Διάολος είναι
(1888)
Ερμηνεία: Πανούργος, έξυπνος
Το γοργό και χάριν έχει
(1888)
Κουτί τούρθε
(1888)
Ερμηνεία: Προσηρμόσθη ακριβώς. Το κουτί καθώς και το καλούπι λαμβάνονται ως σύμβολον ακριβούς προσαρμογής
Κουτί τούρθε
(1888)
Πύρινα δάκρυα
(1888)
Ερμηνεία: Τα μετά βαρέος ψυχ. άλγους συνοδευόμενα
Τα ήπατα μου κόβγουνται
(1888)
Ερμηνεία: Αι δυνάμεις μου εξαντλούνται, κοπούνται τα μέλη μου
Σαν τη σκόνη είναι
(1888)
Ερμηνεία: Ελάχιστον
Ήπιασε τονε το αίμα του
(1888)
Αμά Γκλαβαρίτης
(1888)
Ερμηνεία: Προς τους χονδροκεφάλους εκφέρεται εν Ελλάδι
Αλλού ντουρλού
(1888)
Φυρδηνμίγδην
Άψε σβύσε
(1888)
Ταχέως τόσον ώστε τα άψη και τα σβέση τις τι
Τα κάπνισε
(1888)
Σημείωση: Απέδρασε
Με έκεμανε κιούλι
(1888)
Με εγδύσανε, κιούλια = φορέματα
Εράϊσ' η καρδιά μου
(1888)
Συνετρίβη
Νεκιάρι το κάνεις
(1888)
Το αρνείται μετά πείσματος και φιλονικίας
Θα σε μοσκέψω στο ξύλο
(1888)
Σαν το τέφι εγίνηκε
(1888)
Ερμηνεία: Αδύνατος, αχαμνός ως τύμπανον
Τα μότα κάνει
(1888)
Προσποιείται ότι δεν θέλει
Σαν το μπαρμπούνι γινήκε
(1888)
Πολύ επαχύνθη
Μώρος
(1888)
Σημαίνει και βλάκα και παρέμεινε εις της κυριαρχίας των μώρων
Βαβυλωνία
(1888)
Ερμηνεία: Σύγχησις
Κεφαλοπύρωτος εβγήκες
(1888)
Μακρόβιος, άνευ τέλους
Ήκαμεν τα αίψ
(1888)
Τα εχαύτη, τα έφαγε, τα εξηφάνισε τα ήρπασε
Μάμαδα να πας
(1888)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Με τα ξένα κόλυβα
(1890)
Συνοδεύεται από κείμενο ....
Κουκκιά με τη ρίγανη
(1892)
Στρουφινός κερατάς
(1888)
Σημαίνει: Στρουφινός = δύστροπος, σκαίος (ως ύβρις), η λέξις εκφέρεται πάντοτε με το κερατάς
Άρατος εγίνηκε
(1888)
Αόρατος, άφαντος
Κομμός κεφαλής δεν είναι
(1888)
Δεν επίκειται φόνος
Τόκοψε λάσπη
(1888)
Ερμηνεία: Επί των κρυφίως και ταχέως αποδιδρασκόντων
Ήδωκέν του αέρα
(1888)
Ερμηνεία: Τον έκαμε να λάβη θάρρος ή τον άφηκεν ελεύθερον.
Ατζίγκανος
(1892)
Ερμηνεία: Φιλάργυρος
Με τα ξένα κόλλυβα
(1890)
Συνοδεύεται από κείμενο ....
Ήκαμα του μνια μπανταχού
(1888)
Τον ηπείλησα, τον εμάλωσα πολύ
Παιδιά, παιδομή
(1888)
Ερμηνεία: Οι παίδες είναι βάσανον
Το πήρ' απάνω του
(1888)
Μεγαλοφρονεί
Μ' επείρε στο μεζέ
(1892)
Ερμηνεία: Με κοροϊδεύει
Μα την Άρα, μα τη Σάρα και μα την Αγιάν κνησάρα και μα τ΄άγιο λαδικό την αλήθεια θα σου πώ
(1888)
Κατεγράφη κ' ως παιδικόν άσμα
Αγούγια του απούλαχε σ' αλλαξοβασιλίκια
(1888)
Ερμηνεία: Η προσθηκαφαίρεσις των βασιλέων, αγούγια= αλίμονον
Έχ' ασπάλαθος αθό; Έχ' η πέδικα αυγό. Έχ' ασπάλαθος λουβί; Έχ' η πέρδικα πουλί
(1892)
Σημείωση: Λουβί = η θήκη, εν η εμπεριέχονται οι σπόροι πολλών φυτών, ιδίως των κναμων
Η αλήθεια είναι μαλωσάρα!
(1888)
Όστις λέγει την αλήθειαν είναι ηναγκασμένος τα υφίσταται τα αποτελέσματα αυτής, Δηλαδή: Φιλονικίας και μαώματα
Τη δουλειά σου και τόργο σου ψιλό
(1888)
Ερμηνεία: Ως ούτως της κλωστικής της κυρίας και κάτ' εξοχήν εργασίας των κορασίων
Το μπαμπουνιάρικο κερί αγαπούν οι άγιοι
(1888)
μπαμπουνιάρικος=οζώδης
Όπου δης πολλή αγάπη, κάτεχε μεγάλη μάχη
(1888)
Μάχη και μάχητα = έχθρα, μίσος, πάθος
Ότι καιρός κι' αν σηκωθή το μονοδέντρι δέρνει
(1888)
Μονοδέντρι = δέντρον απομεμομωμένον, άνω γειτόνων
Αν θές να δής τόν άνθρωπο την αθιβολή του φέρε
(1888)
Αθιβολή = υπόθεσις, ομιλία, ανάμνησις
Αλλά ρύσαι ημάς
(1888)
Ερμηνεία: Το εκφέρουσι επί της αντιθέτου διαγωγής τινεί (θεωροίντες αυτό ως μιαν λέξιν)
Ταγιού Φιλίππου την αυγή φιλ' η πηλιά τα όρη
(1888)
Πηλιά = ο αστερισμός των πλειάδων (πουλια), όστις χρησιμεύη ενίοτε εις ωροσκόπιον εις τους γεωργούς
Ελάδωσε
(1890)
Σημείωση: Σημαίνει “το έκοψε λάσπη” και ίσως να παρέμεινε εκ τινος άλλης αγνώστου νυν σημαινούσης το ταχέως και απαρατηρήτως αποδράν. Την εικασίαν ταύτην ενισχύει η λέξις λάδα ήτις είναι το όνομα ωκυποδός τινος Λάκωνος ...
Δέν τόν αφήκε νά βήξη
(1888)
Να γρύξη, νά ομιλήση
θα σου το βγάλω ανάλαιμα
(1888)
Θα σε κάμω να το ξεράσης, θα σε εκδικηθώ δια ίσης ζημίας, ην μοι επροξένησας
Σε κακά σκαμνιά μ' έβαλες
(1888)
Ερμηνεία: Με εστεναχώρησες πολύ
Όξω βγάνεις την ορά σου
(1888)
Ερμηνεία: Εξαιρείς τον εαυτόν σου