Αναζήτηση
Αποτελέσματα 101-110 από 175
Απού κάθεται μαργώνει κι΄απού προπατεί μαζώνει
(1888)
Μαργώνω = μουδιώ, ναρκώνομαι εκ της υπερβολικής ψύχρας
Καιρό θωρείς, καιρό μην αγοράζης
(1888)
Ερμηνεία: Καιρός ενταύθα σημαίνει ωρισμένη πρίοδος χρόνου
Εξεκουμούλωσε η καρδιά ντου κα κλαίη
(1888)
Εκουνήθη εκ της θέσεως της ανετράπη
Τα κάπνισε
(1888)
Σημείωση: Απέδρασε
Με έκεμανε κιούλι
(1888)
Με εγδύσανε, κιούλια = φορέματα
Εράϊσ' η καρδιά μου
(1888)
Συνετρίβη
Νεκιάρι το κάνεις
(1888)
Το αρνείται μετά πείσματος και φιλονικίας
Αρθούνι δεν επόμεινε
(1888)
Δηλαδή όλοι εφονεύθησαν
Θα σε μοσκέψω στο ξύλο
(1888)
Σαν το τέφι εγίνηκε
(1888)
Ερμηνεία: Αδύνατος, αχαμνός ως τύμπανον