Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1601-1700 από 2765
Άμα σου πούνε δυό νομάτοι πως είσαι μεθυσμένος, έπαρε τη στράτα και φεύγα
(1963)
Δηλαδή όταν η κοινή γνώμη υποστηρίζη κάτι, είναι μάταιη κάθε προσπάθεια αντιστάσεως
Όχι 'Ιάννης, μόνου Ιαννάκης
(1963)
Ερμηνεία: Λέγεται όταν, ενώ δύο άνθρωποι υποστηρίζουν την ίδια άποψη, νομίζουν ότι υποστηρίζουν διαφορετική, ή το νομίζει ο ένας από αυτούς και τότε μπορεί να του το πη ο άλλος
Ότι πάθης, δε dο ξεπαθαίνεις
(1963)
Ερμηνεία: Δηλαδή όταν πάθης κάτι κακό, άδικα πια στενοχωρείσαι, γιατί δεν είναι δυνατή η διόρθωση
Γνωρίζουνται τα μάουλα που τζ' αλειχήνες
(1928)
Μη μου κατηγοράς κάποιονανε που είναι καλός ή πάλι μη μου λες πως είναι καλός αφού δεν είναι. Μη μου λες ποτέ κάτι που φαίνεται και το ξέρουν όλοι.
Απουπόξω μπέλα μπέλα κι' απού μέσα κατσιβέλα
(1928)
μπέλα= καθαρή, κατσιβέλα= γύφτισσα
Θα κάμη το Ζά λειβάδι
(1928)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Αλατσωμένες είν' οι κουβέντες του
(1925)
Σωστές όμορφες
Σ' ένα νήλιο 'πλώθαν οι λαλάδες μας, τα ρούχα dώνε
(1926)
Ειρωνία. Λαλάδες = (γιαγιάδες). Π.χ. Συγγενείς είμεστα ξέρεις το ; Ναι , σ' ένα νήλιο κλπ.
Όποιος έχει πανωθεό και κατωθεό δεν έχει, είντα τότε θέλει και τον πανωθεό;
(1928)
Πανωθεός =ο Θεός μόνο στην παροιμία λέγεται. Κατωθεός = ο άνθρωπος που σε υπερασπίζεται, τα μέσα, ένας βουλευτής, ένας δήμαρχος
Ηφάες με στο ζύϊ, βρε κατεργάρη
(1928)
Όταν κατεργαρέψη ο ένας τον άλλον
Στο ζύϊ μ' εφάανε
(1928)
Όταν κατεργαρέψη ο ένας τον άλλον
Βρωμεί ο βριός βρωμούν και τα καλα dου
(1928)
Βριός = Εβραίος
Το ινάτι βγάνει μάτι
(1928)
Ινάτι=πείσμα
Ηύρες παλιοπάπουτσο σε κανένα ρυάκια; Πάρ' το ρυάκα – ρυάκα, σε χωριό θα πέσης
(1963)
Λέγεται, όταν κανείς βρίσκεται πια επί τα ίχνη ενός πράγματος
Του Παπαdώνη τα πρόβατα...
(1963)
Ερμηνεία: Λέγεται, όταν μιλής σε κάποιον και δεν σε προσεχει
Το ράσο δε gάνει το bαπά
(1963)
Ερμηνεία: Δηλαδή η εξωτερική εμφάνιση δεν εκφράζει τον εσωτερικόν άνθρωπο
Ούτε οι σκύλλοι τω ρυμνώ να μη bεράσου τζαι πόνοι τζη
(1931)
Δηλαδή τόσο δυνατοί πόνοι λυπάται κι ένα σκύλλο του δρόμου να τους υποφέρη
Ποιός σε πάθιε στο αστράαλα;
(1930)
Φράσις που λέγεται, όταν μαρτυρήσωμε κάτι μυστικό, κάτι που δεν ήτανε αναγκη να ειπωθή
Τα σκυλλάκια με βαστουνε
(1930)
Το λέμε όταν περπατήσουμε και κουραστουνε τα πόδια μας, οι γάμπες μας και δεν μπορούμε να κινηθούμε ελεύθερα την άλλην ημέρα
Ετσά κι ετσά, 'φάαν οι σκύλοι τα πετσά
(1930)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Που κακά λοά, κακός λοάται
(1925)
Ήρθε dου σα dου έρου στην Αϊά
(1928)
Αϊά = Αγιά, Ερμ : Είναι κάποιο πανηγύρι, μακρυά από δω στο Β.Δ. Μέρος της Νάξου, στην θάλασσα κοντά. Πάνε και κάνουν δεκαπέντε μέρες εκεί, τον Δεκαπενταύγουστο. Το πανηγύρι είναι στας 15 Αυγούστου ως φαίνεται συνέβηκε ...
Και το κατσουλάκι dωνε με θέλει
(1928)
Φράσι που την λέμε όταν θέμε ν' αποδείξωμεπόσο μας αγαπάνε στο σπίτι του αγαπητικού ή της αγαπητικιάς μας
Αφού γράψει δε ξεγράψει
(1928)
Ερμηνεία: Παροιμία επί του τυχερού
Η 'ης ήσκισε κι ήπιε dόνε
(1928)
Τα καθαρά μαντήλια κάνου γκι' εφτές
(1929)
Κάνουνε δηλαδή τις τίμιες και το σόϊ τους είναι τίμιο
Ούτσι, ούτσι, να σε βάλω στο σακκί!
(1926)
Αυτό θάταν κομμάτι από καμμία ιστορία κι έχει μείνει ως είδος παροιμίας
Εσπάσεν τα τσικαλούδια
(1928)
Φράση που λένε όταν δυό φίλοι, ένα αντρόγυνο, μαλλώσουν. Δυό τέλος πάντων, συνδεδεμένοι άνθρωποι
Εκεί πού d' όνα πάει καί τάλλο
(1930)
D' όνα = είναι τό ένα
Ο ήλιος βγαίνει στο κουτελό dου
(1928)
Φράση που λέγεται για τους όμορφους. Περισσότερο όμως λέγεται ειρωνικά για τους άσχημους
Και το ζόρι ο Θεός τόπεζε
(1928)
Το λειψό bαιδί μόνου στη bρώτη 'έννα φαίνεται
(1963)
Δηλαδή ο υπολογίσμός της κανονικής εγκυμοσύνης είναι δυνατός μόνο στην πρώτη μετά το γάμο γέννα//'έννα = γέννα
Ίδιο πρόσωπο ίδιο μαντάτο
(1925)
Μαντάτο = είδηση
Αλλού τα κακκαρίσματα κι' αλλού 'εννούν οι κόττες
(1963)
Λέγεται, όταν ένα γεγονός συντελείται αλλού απο εκεί, όπου το περίμεναν
Που καινούρια στράτα πιάση, τση παλιάς μη τζη ξεχάση
(1963)
Ερμηνεία: Δηλαδή δεν πρέπει να εγκαταλείπωμε τις παλαιές μας συνήθειες και όταν οι συνθήκες της ζωής μας αλλάξουν στο καλύτερο
Κατά το gαιρό φα και το λαό
(1963)
Ερμηνεία: Δηλαδή το κάθετι πρέπει να γίνεται στην κατάλληλη ώρα
Και ποταμίσι βάλε στο πατητήρι σου να τρέχη σα dη βρύση
(1963)
Μαντηλαριά= είδος σταφυλιού, διάφορα είδη σταφυλιών, όλα τα είδη κάνουν πολύ κρασί
Κι' ασύρτικο βάλε στο πατητήρι σου να τρέχη σα dη βρύση
(1963)
Μαντηλαριά= είδος σταφυλιού, διάφορα είδη σταφυλιών, όλα τα είδη κάνουν πολύ κρασί
Μάζωνε κι' ας εί' gαι ρώες
(1963)
Λέγεται για να εξάρη την αξία της συγκεντρώσεως, έστω και ασήμαντων πραγμάτων
Το Μάρτη βάν' αργάτη κι' ας είναι κι' ακαμάτης
(1963)
Ερμηνεία: Λέγεται επειδή το Μάρτη είναι μεγάλη η ημέρα, δηλαδή όσο ακαμάτης κι' αν είναι, θα αποδώση ο εργάτης
Στου βουδιού το μάτι κρύβγει τη δεκάρα
(1928)
Φράση που Λέγεται για τους ακριβούς
Μελλικό dου 'ναι του καθανούς, είdα λοής θ' αποδιάξη
(1963)
Δηλαδή δε μπορούμε να ξεφύγωμε από το πεπρωμένο μας
Που μελετά να κάψη θεμωνιά, το Μάη δεν εφτάνει
(1963)
Δηλαδή και απλώς να διανοηθή κανείς να διαπράξη ένα κακό θα τιμωρηθή
Πέdε μήνες ένα κόboι κι' ένας μήνα πέdε κόbοι
(1963)
Λέγεται για το στάχυ, που στην αρχή αργεί να μεγαλώση κι' ύστερα ταχύτατα αναπτύσσεται
Κάλλια 'χω τη μετρωσύνη σου, παρά τη bρακωσύνη σου
(1963)
Δηλαδή προτιμότερη είναι η σύνεση και από την εργατικότητα
Κι' αν έχης κι' αδερφό ιατρό, το μήλο πάστρευγε το
(1963)
Δηλαδή η φλούδα του μήλου κάνει κακό, είναι δύσπεπτη
Μεροκάματο, μεροφάωτο
(1963)
Π. χ. Στη ξενηθειά οι αργάτες είναι μεροκάματο, μερι = οφάωτο
Μια πούναι φόρτσο το μοναστήρι!
(1963)
Λέγεται αλληγορικώς
Ούτε στα μονά σε βρίσκει κανείς ούτε στα ζυά
(1963)
Λέγεται για δύσκολον άνθρωπο, που δεν μπορεί κανείς να συνεννοηθή μαζί του
Μήτε στα μονά σε πιάνει κανείς μήτε στα ζυγά
(1963)
Λέγεται για δύσκολον άνθρωπο, που δεν μπορεί κανείς να συνεννοηθή μαζί του
Πάdα τα μοναχόπαιδα τα πιάνει η κρυάδα
(1963)
Δηλαδή τα μοναχόπαιδα, επειδή είναι χαϊδεμένα, είναι ευπαθή
Φόρτσο dο μοναστήρι!
(1963)
Φόρτσο είναι το δυνατό
Το μουλάρι έιναι bαστάρδικο
(1963)
Δηλαδή δεν πρέπει να του έχωμε εμπιστοσύνη
Ασκιά bερδεbέτα, διάολε, ξεbέρδευγέ τα
(1963)
Λέγεται όταν είναι κάτι πολύ μπερδεμένο
Με το μόδι bαίνει και με τη dρίχα βγαίνει
(1963)
Λέγεται για την αρρώστια, ότι δηλαδή έρχεται ορμητική και βαρειά και φεύγει ύστερα σιγά – σιγά
Η μεγάλη φουρτούνα φέρνει πάdα και μεγάλη bονάτσα
(1963)
Λέγεται κυριολεκτικώς, αλλά και μεταφορικώς
Τα μυαλά σου και μια λίρα!
(1963)
Δηλαδή τι ανόητος που είσαι!
Μερόδούλι, μεροφάϊ
(1963)
Λέγεται για όσους δεν έχουν περιουσία και ζούν μόνο με το μεροκάματο
Ιάδε κεφαλή και πάει και στο bαρbέρη
(1963)
Λέγεται σαν αστείο, σαν ελαφρό πείραγμα
Τεθοία gεφαλή τεθοία θέλει
(1963)
Λέγεται σε άνθρωπο, που έπαθε κάτι, ενώ θα μπορούσε να το αποφύγη, αν ήτανε περισσότερο προσεκτικός
Κρητικός κι' α gαμης φίλο, βάστα και κομμάτι ξύλο
(1963)
Δηλαδή δεν πρέπει να έχης εμπιστοσύνη στη φιλία των Κρητικών
Όdε 'σώdαν η αχλάδα, όσ' dύχα, dόσ' εφάα
(1963)
Δηλαδή όποιος τύχη στην ώρα της διανομής ενός πράγματος, παίρνει μερίδιο, ύστερα είναι αργά πια
Να με λένε Δημαρχίνα κι' ας πεθάν' απού τη bείνα
(1963)
Λέγεται όταν προτιμά κανείς τους τίτλους από την άνεση
Εώ σου λέω όρτσα και λες μου κι' εσύ bόρτσα
(1963)
Λέγεται για έντονη ασυμφωνία
Τα λε' η πεθερά, 'ια να τακούη η νύφη
(1963)
Λέγεται όταν διατυπώνωμε κάτι εμμέσως
Το κλειδί dου χρόνου 'ν' ο Μάρτης
(1963)
Ερμηνεία: Δηλαδή από την καιρική κατάσταση του Μάρτη εξαρτάται η καλή ή η κακή σοδειά
Τα μάθια 'δα 'χάσαμε gαι 'ιά τα φρύδια πάλι
(1963)
Λέγεται όταν μια δεύτερη συμφορά, μια δεύτερη ζημιά είναι πολύ ελαφρότερη από άλλη προηγούμενη και δεν μας κάνει εντύπωση
Σα δε με θέλη η μαυρομάτα, να πάρω μια τζιbλομάτα
(1963)
Δηλαδή αν δεν μπορής να πετύχης το καλύτερο, πρέπει να αρκείσαι και στο μετριώτερο
Μικρό μικρό τ' αλωνάκι σου και νάναι μοναχικό σου
(1963)
Δηλαδή να προτιμάς το λίγο αλλά αποκλειστικά δικό σου
Πόχει τη μυία, σκιάζεται
(1963)
Δηλαδή ο ένοχος και με την ελάχιστη νύξη υποπτεύεται ότι απεκαλύφθη
Στάσου, μυία, μη dου gίξης
(1963)
Λέγεται για τον χαϊδεμένο, τον λεπτεπίλεπτο, αλλά και τον παράξενο
Καλύτερα ξεbερδεύγεις με δέκα λωλοί, παρά μ' ένα ζαβό
(1963)
Δηλαδή είναι ευκολώτερη η συνεννόηση με δέκα τρελούς, παρά με έναν κουτό
Η λώλα που θα πάη; στα βουνά; Στσ' αθρώποι θα πάη
(1963)
Λέγεται όταν κάποιος κάνει τρέλες, ανοησίες
Ευτή η κουβέdα φακός κρύβγει μέσα
(1963)
Ευτή = αυτή, Μέσα = Α. Κ.
Κόρακας κοράκου μάτι ήβγαλε bοτέ;
(1963)
Ή Κόρακας κοράκου μάτι δε βγάνει. Δηλ οι όμοιοι έχουν μεταξύ των αλληλεγγύη
Ο κόσκινος τα ξεδιαλύνει
(1963)
Το κρύο και τη ζέστη τη δουλιούνε μόνου οι ζαχαροκερένιοι αθρώποι
(1963)
Δηλαδή οι σκληραγωγημένοι άνθρωποι δεν φοβούνται ούτε ζέστη ούτε κρύο
Μην αξανοίης το σκύλο οdε gυνηά, παρά οdε dονε κυνηούνε
(1963)
Παρά ή μόνου = παρά
Κρυφή την έχει, 'ια ναν' όμορφη
(1963)
Λέγεται σαν αστείο, σαν πείραγμα σε κάποιον, που δεν αποκαλύπτει το πρόσωπο που αγαπά
Ο Μάρτης φλέες ανοίει κι' Απρίλης τσι ξανοίει
(1963)
Απρίλης = κι' ο Απρίλης
Η αbασά θέλει φράνξιμο, λέει, φράνξε νdη gι' εσύ
(1963)
Αbασά = μπαισά, είσοδος κτήματος
Εμουτζουρώθηκε τζη 'ύφτισσας ο κώλος!
(1963)
Λέγεται όταν κάποιος, που προσβάλουν, μείνη αδιάφορος η αντιθέτως, όταν κάποιος θιγή, ενώ είναι ανυπόληπτος, ανήθικος και αδιάφορος συνήθος στος προσβολές
Το μουλάρι κι' η 'υναίκα δεν έχει θάρρεψη
(1963)
Δηλαδή δεν πρέπει κανείς να εμπιστεύεται το μουλάρι και τη γυναίκα, το μουλάρι μπορεί ξαφνικά να σε ρίξη κάτω, να σε κλωτσήση και η γυναίκα να σε απατήση