Αναζήτηση
Αποτελέσματα 201-233 από 233
Για τ' άντι πόχει τέσσαρες τρούπες
(1919)
Ερμηνεία: Λέγεται ως απάντησις όταν τις ερωτά περί πραγμάτων, τα οποία δεν τον ενδιαφέρουν
Από τα σύκα, σια με τα σταφύλια
(1919)
Η παροιμία αυτή αγνώστου επί τινος λέγεται, διότι δεν ηδυνήθημεν να εξακριβώσουμε την σημασίαν αυτής
Εσώθηκε το λάδι πια
(1907)
Ερμηνεία: Επί γήρατος
Κάνε πέρα προβατίνα μη θολώνεις το νερό
(1917)
Ερμηνεία : Στίχος ίσως δημοτικού άσματος μεταπευτήν εις παροιμίαν. Επί των αποπεμπόντων τινά όστις ίσως ήθελε ματαιώσει τα σχέδιά των
Μη βλαστημάς τογ καβαλλάρη που κρέμουνται τα πόδια του
(1917)
Ερμηνεία: Όπως δεν πρέπει να ελεεινολογή τις εν πορεία εις τον ιππέα διότι ούτος αναπαυτικώς κάθεται επί του ίππου αλλά τον πεζή βαδίζοντα, ούτω δεν πρέπει να λυπώμεθα τους ευπορούντας αλλά τους πράγματι δυστυχούντας
Όσοι φορούν μαχαίρι, δεν είναι ούλοι μαγέροι
(1909)
Ευδοκιμη
Όπου καρτερεί να φάη, ποτέ του δεν πεινάει
(1919)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Από τον άγιο Θόδωρο και στη Φανερωμένη το γάιδαρό μου έχασα και καλή μοίρα να χης
(1907)
Ερμηνεία : Ασυναρτησίας ειρωνία
Από τον άγιο Θόδωρο και στη Φανερωμένη το γάιδαρο μου έχασα και πάω να τον εύρω
(1907)
Ερμηνεία : Ασυναρτησίας ειρωνία
Το σκυλί είπανε σκυλί κι ο άνθρωπος είναι σκυλί
(1909)
Κακία
Από τα σύκα ως τα σταφύλια
(1907)
Μικρόν διαρκεί τι
Έγινε τ' Ανάστα ο Κύριος
(1907)
Ερμηνεία: Θόρυβος ευθυμούντων
Εγίνηκαν σαν του λαγού τα παιδιά
(1907)
Διασκορπίσθησαν τα μέλη
Από τον άγιο Θόδωρο και στη Φανερωμένη μου κλέψαν τη γαϊδάρα κ ήταν και γγαστρωμένη
(1907)
Ερμηνεία : Ασυναρτησίας ειρωνία
Από τον άγιο Λάζαρο και στη Φανερωμένη το γάιδαρο μου έχασα και πάω να τον εύρω
(1907)
Ερμηνεία : Ασυναρτησίας ειρωνία
Οπόχει ένα μάτι αγοράζει αλεύρι, κι όπου κανένα ψωμί
(1907)
Ερμηνεία: Ο καλός ο νοικοκύρης συγκομίζει σίτον, ον αλέθι μόνος
Το ξιστρωτο μηλόρικι η ανύπαντρη τσούνα είναι σαν τη κλειδωμένη κασέλλα
(1907)
Μητέ του γάμου θα φανή όποια είναι
Από τον άγιο Λάζαρο και στη Φανερωμένη το γάιδαρό σου να χαρής και καλομοίρα να 'σαι
(1907)
Ερμηνεία : Ασυναρτησίας ειρωνία
Ο θεός φυλάει τον ασεβή σ' ώρα που δεν ελπίζει
(1909)
Κακού τέλος κακοσκεδ.
Καλή αρχή καλό τέλος
(1909)
Φυλάκισις
Κατακαϊμένε άνθρωπε σαν ποντικός γεννιέσαι, σαν λιοντάρι γίνεσαι σαν τον άνθό μαδειέσαι
(1919)
Ερμηνεία: Το ανώτερο δίστιχον το οποίον πολλάκις συμφύρεται και εν μοιρολόγους, λέγεται συνήθως επί τω θανάτω ή τη παρακμή τινός όστις πριν το κράτος ισχυράς ή και πλούσιους λίαν
Άπιαστα περδίκια πέντε στον παρά
(1909)
Ο μη έχων υπόσχεται
Με τ' αρνάρισμα και το ξύλο γίνεται βελόνι
(1909)
Πρόθυμος εκάστη ικανός εις οτι επίσταται
Από τη στάχτη ες τη φωτιά
(1909)
Παράδοξως απώλεια. Παρεμφερές τω παρά πολίτη Από τη μαμμή ως τη λεχού