Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1401-1500 από 2817
Άμα η γυναίκα αρχίση την δουλεία της δεν θα την αφήση
(1907)
Κακή διαγωγή
Άντρας λέει λεμόνια κι η γυναίκα λέει πεπόνια
(1907)
Διχογνωμία
Η σιούτα γίδα βάνει κέρατα τ' αφεντικό της
(1907)
Απιστία γυναικός
Δύσκολο είναι να γενή γουρουνιού μαλλί μετάξι
(1907)
Επίδρασις, ανατροφή
Κάθε κάβουρας στην τρύπα του είναι δυνατός
(1907)
Ο αμυνόμενος υπέρ της ιδιοκτησίας ισχυρός
Η καλή νοικοκυρά είνε δούλα και κυρά
(1919)
Δηλαδή καλή οικοδέσπινα είνε εκείνη, ήτις ηξεύρει και δύναται να εκτελέση πάσας τα εργασίας, ακόμη δε και εκείνας, που είναε προωρισμένες για τις υπηρετρίας
Πάρτε κι' ένα γέρο για την ορμηνειά
(1907)
Πήρε
Τον άντρα η γυναίκα τον κάνει
(1907)
Καλό ή κακό
Ο καπνός και η γλωσσού διώχνει τον άνθρωπο από το σπίτι του
(1907)
Διχόνοια συζύγων
Όντας πάη ο γαμπρός στην πεθερά, γεννάει κι ο κόκορας
(1907)
Αγάπη πενθεράς προς γαμβρόν
Έχει ένα, δέν έχει κανένα
(1907)
Σημείωση: δηλαδή τέκνον
Δυό πόδια σ' ένα παπούτσι δεν χωρούνε
(1907)
Συναρχηγία – νυμφεράντης
Γυρίζει το κεφάλι του σαν ανιμόμυλος
(1907)
Αναποφάσιστων
Κάθε μουρλός έχει τη γνώσι του
(1907)
Αυτοβουλία
Μιά κρύο, μιά χλίο
(1907)
Παλιμβολία, αστάθεια. Μιά έτσι, μιά έτσι (αιτ. 587)
Τη φιλιά του γυρεψούλη μην πιθυμάς εστί σου
(1907)
Υπερβολικά αξία στα. Αλλώς : Ας την την φιλία (=δώρου) του γυρεψούλη (διότι μυθό ζητή αντάλλαγμα
Τι κουμπάρε Γιάννη, τι Γιάννη κουμπάρε
(1907)
Ερμηνεία: Μικρολογία
Ή χόπ χόπ! Ή όχ όχ!
(1907)
Ή ευτυχία ή δυστυχία, ή χαρά ή λύπη, εναλλάξ
Το γέλιο χάνει την τιμή (της κυράς), το καλφαντί το γιόμα
(1907)
Εστίασις
Να λέμε και του στραβού το δίκαιο
(1907)
Παρεμβολή προς απολογία κ' δικαιολογίαι ενοχοποιουμένου
Όποιος έχει μυίγα στο σκιάδι του σκιάζεται
(1909)
Συναίσθησις ευθύνης
Επήγε στου Διαβόλου τη μάνα
(1907)
Βλέπεις στραβέ; Βλέπ' ο Θεός
(1907)
Επήγε στου Διαβόλου των κώλο
(1907)
Το θυμιατό τα ξεδιαλέγη ούλα
(1907)
Θάνατος
Βάρ' τη νέα με το καλάμι και τη γριά με το ματσούκι
(1907)
Βαρύτερα τα των γερόντων παραπτώματα
Τα θέλει ο πατέρας και τα κάνει η μάνα
(1907)
Απιστία γυναικός
Γαμπρό και νύφη έχασα, τα δυο παιδιά μου τάχω
(1907)
Λόγος πενθερών
Ο δικός σου κι αν χασκίση δεν καταπίνητη
(1907)
Έχθρα
Ο δικός κι αν χάσην δεν χάφτη
(1907)
Έχθρα
Τι θέλεις, τι γυρεύεις χιλιών γροσιών μαχαίρα ;
(1907)
Και μικρά αρκεί. Επί ατόπων αξιώσεων
Νέος τιμή και γέρος φαΐ
(1907)
Κάτσε γύρευε και Νικολόκαρτέρει
(1907)
Προς ανυημονούντα ς΄ νομίζοντα ότι τάχιστα θε εις κράτος η επιθυμία του, ενέ μανθάνει ήδη ότι κρεμβάλλονται στνχίρκων
Εγέννησε το βόϊδι κι' έκανε μουσκάρι
(1907)
Επί τω λεγέντω ασήμαντα αι δήθεν σπουδαία
Γαμπρό σε κάνω, πολυζώη δεν σε κάνω
(1907)
Θάνατος
Όποιος δίνει και το παίρνει τ' άλλο Σάββατο πεθαίνει
(1907)
Λέγουσι οι παίδες μεταξύ των
Περά τόσους δικούς καλύτερα τόσους ποντικούς
(1907)
Δυσφορία δι υποχρεώσεις προς πολλούς συγγενείς
Τη νύφη όταν παίρνουνε της πεθεράς θα μοιάση
(1907)
Ερμηνεία: Θα συμμορφωθή προς του νέου οίκου
Ας ξαναγίνω νύφη και βλέπεις πως προσκυνάω
(1907)
Πείρα
Όσον το καλό μου και το ριζικό μου
(1909)
Αποκατάστασις τύχης
Έγεινε γης Μαδιάμ και γης Νεφθαλείμ
(1919)
Λέγεται προκειμένου παρά μεγάλου κακού, παρά το πασίγνωστου γης Μαδιάμ ετάθη τοη γης Νεφθαλείμ και τούτο ουχί εσκεμμένως, αλλ' επειδή αι καταλήξεις των δυπο τούτων λέξεων ομοιάζουσι προς αλλήλαις
Άδουλος δουλειά δεν έχει το ζουνάρι λίει και δενει
(1919)
Λέγεται επί των οκνηρών, των ασχολουμένων εις πράγματα ασήματα, εξ' ων ουδεμία δι' αυτούς ωφελείαν δύναται να προκύψη
Τώρα που σε είδα, νοικοκύρι, σε θυμήθηκα
(1919)
Κατά πάσαν πιθανότητα η παροιμία αυτή στηρίζεται επί διηγήσεώς τινος. Λέγεται επί των επιλησμόνων, των λησμονούντων να εκτελέσουσι παραγγελίαν τινά και ενθυμούμενων ταύτην μόνον όταν επαναβλίωση του παραγγείλοντα
Θέλει η γρηά και παίζει ο γέρος
(1919)
Λέγεται όταν τις θέλη να πράξη τι το σπουδαίον ανίκανος ων ή και όταν παρ' αξίαν υπερηφανεύεται και τούτο διότι έχει υποκινητήν τίνα ή προστάτην, ουδέν τούτων θα τολμά να πράξη
Θα σου πάρω ένα μουλάρι να περνάς μες το παζάρι
(1919)
Λέγεται ειρωνικώς επί ανεκτέλεστων υποσχέσεων
Θέλει ο Θεός και βρέχει ο μήνας
(1919)
Δηλούται η παντοδυναμία του Θεού
Αν αγροίκαγε ο Θεός του κόρακα, γάϊδαρος δε θάμνησκε κανένας
(1919)
Το λέν σε κείνους που καταριώνται
Ο Ήλιος θρέφει το μώρο κι ο ύπνος το μοσκάρι
(1919)
Λέγεται επί ανθρώπων παχιών, οίτινες υποτίθεται οτι επάχυναν ένεκα του πολλού ύπνου
Ο Θεός δεμ πίνει κρασί
(1919)
Δηλαδή ο Θεός δεν λησμονεί τίποτε και θα ανταποδώσει όλες τις αδικίες. Παραπλήσια παροιμία: Αργεί ο Θεός και σκάει ο φτωχός
Δε σώνανε μονά, ήρθανε διπλά
(1919)
Λέγεται όταν ενώ τις δυστυχεί, επέρχεται αιφνής και ετέρου κακού, οτου θάνατος κλπ.