Αναζήτηση
Αποτελέσματα 11-20 από 28
Δε σώνουσι μήτε σουβλιά μήτε καλαπόδια
(1963)
Λέγεται, όταν για τη διεκπεραίωση μια υποθέσεως ή την απόκτηση ενός πράγματος, απαιτείται πόσον, που είναι ανώτερο των δυνάμεων μας.
όσα δε σώνει η αλεπού (ή δεν θέλει η αλεπού) τα κάνει κρεμαστάρια
(1963)
Λέγεται, όταν επικαλείται κανείς μια δικαιολογία όχι πολύ βάσιμη για να αποφύγει να κάμη κάτι ή να δικαιολογηθεί για μια παράλειψη.
Ώσπου σώνει το χέρι σου, να κρεμνάς (ή κρέμνα) το καλάθι σου (ή το καλαθάκι σου)
(1963)
Δηλ. δεν πρέπει να διεκδική κανείς πράγματα ανώτερα των δυνάμεων του.
Του τάζει λαοί με πετραχήλια
(1963)
Λαοί= λαγούς
Βλ. και επόμενες
Μικρού κι' αγίου μη dάξης
(1963)
Δηλ. το παιδί κι' ο άγιος διεκδικούν επιμόνως ό,τι τους υποσχεθούμε.
Βλ. και αρ. 3
Του τάζει φουρνιές ψωμιά
(1963)
Τάβλα
(1963)
Φουρνιές ψωμιά τούταζε, σα bού τα τάζει ο σκύλος τση σκύλας
(1963)
Λέγονται όταν μας υπόσχονται πολλά, που μάλλον δεν πρόκειται να γίνουν.
Π.χ. "Τα καμωμέν' αξανοίει κανείς. Να τάξης είναι εύκολα. Τάζει λέει, κι ο σκύλος τση σκύλας μια φουρνι΄ψωμιά κι ύστερα, ότι να κάμη τη δουλειά dου, ...
Όdε σου τάξουνε τ' αρνάκι, βάστα και το λιταράκι
(1963)
Δηλ. Όταν σου προσφέρουν ή σου υποσχεθούν κάτι, να μη χάνης την ευκαιρία, παρά να σπεύδης να το παίρνης.
Λιταράκι= σχοινάκι