Αναζήτηση
Αποτελέσματα 6601-6700 από 7576
Ο Κύριος μου και ο Θεός μου!
(1876)
Ο κόσμος τό'χει βούκινο κι' εμείς κρυφόν καμάρι
(1876)
Βούκινο ή τούμπανο, κρυφόν ή χρυσό
Σαν δεν βαστιέσαι, μη βάλλης τον κύρη σου στον κηρά
(1876)
Σαν δε βαστά ο κύρης σου, μην τον βάλλης στον κηρά
Που να σε δω να γκρέμεσαι και μύγες να μαζώνης
(1876)
Να σήπεσαι επί της αγχόνης
Δυό παν στο λουτρό, κι οι δυό θα 'δρώσουν
(1876)
Εις δικαστικήν δαπάνην
Καθενείς έχει και την πίστιν του
(1876)
Γν'ωμην, αίρεσιν
Στην ανεβροχιά καλόν και το χαλάζι
(1876)
Αρχαία: Αν μη παρή κρέας, ταρίχω στερκτέον
Πλέ' απάν' απάνω σαν το λάδι
(1876)
Πάντα = αθώος
Ό,τι πούσιν τα κεφάλια στέργουσιν και τα ποδάρια
(1876)
Πούσιν = κάμουν
Όποιος κρύβγεται πισ' από το δαχτύλιν του, όλος φαίνεται
(1876)
Ή που κρύβγεται από πίσω 'πο το δαχτύλιν του, όλος κι όλος φαίνεται
Ακαμάτης που κοιμάται και τη φτώχεια δεν θυμάται θα ξυπνήση ο καμένος και γδυμνός και πεινασμένος
(1876)
Ιδέ Παροιμ. Σολομ.
Κάλλιο χόρτα ΄ρηνεμένα παρά ζάχαρη με γρίνια
(1876)
Κάντιο με τη
Από τον Άδην αξαργεί και δω δουλειά δεν έχει
(1876)
Λίαν ασθενής, δεν είναι για ζωή
Τ αηδόνι το ταχύ κάνει τάντερο παχύ και ημαντηλαριά το βράδυ κάνει τάντερο πηγάδι
Επί των ωφελουμένων εις της τακτικής τροφής
Δυό μου χέρια, μιά μου γούλα
(1876)
Ο φαγάς, επικαλούμενος κ' όργανά του, ως το “πόδια μου βουθάτε μου”.
Σαν δεν θέττης, για ΄ντα πιάνεις;
(1876)
Ό,τι δε σόν δεν είναι ... - Ο μη κατέθου, μη λάμβανε
Ήκατσες στο σκαμνίν του, ήπιες το νερόν του, μη πης το κακόν του
(1876)
Ευγνωμόνει
Κ' η Λαμπρή καμάριν είναι, σκύψε και πέρασέ την
(1876)
Ως χρονικός τις θόλος, θύρα
Όπου θέλ' ο Βρηός αγιάζει κι όπου θέλει ξεπαγιάζει
(1876)
Μακαρίζει
Βάλε – λ' εν έχει
(1876)
Λε: βάλε κι ας μην έχη, λέει, δεν έχει
Με το καλώς να σ' εύρω με το καλώς να μ' εύρης, εγίναμε της μοίρας μας
(1876)
Με τα χωρατά
Ποιός επήεν κι΄ήρτεν και τα΄πε ;
(1876)
Ερμηνεία: στον Άδη
Είντα με μέλλει να χολιώ για ξένης μάννας γέννα
(1876)
Για ξένη = για κάθε
Σιφουνιόν αποδοσίδι τρεις ελιές κι έναν κρομμύδι
(1876)
Κατά εις χλεύην δια φιλαργυρίαν
Ένας λωλός ρίχτει μιαν πέτραν μέσ' στη θάλασσα κι' εκατόν φρένιμοι δεν ειμπορούν να την εβγάλουν
(1876)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Μην πιστεύγης αν δεν δουν τα μάτια σου
(1876)
Μη πίστευε τάχιστα ατρεκέως τέρας όψη, μέμνησ' απιστείν, οι οφθαλμοί πιστότεροι ώτων
Αμολέρνω σε στους κάμπους και στα βουνά
(1876)
Ιστορική, παιδιά;
Οργίζεσθε και μη αμαρτάνετε
(1876)
Συ μόνος παροικείς εν Ιερουσαλήμ και ουκ έγνως τα γενόμενα εν αυτή;
(1876)
Λουκ. 24, 18
Πίττα μπρος και πίττα πίσω, να ΄βγω θέλω να μιλήσω
(1876)
Μύθος
Μαζί να κουβεντιάζωμεν και χώρια να μιλούμεν
(1876)
Λογαριαζόμεθα
Ποιός δεν αγαπά τον εαύτον του;
(1876)
Μάλιστα έκαστος αυτός αυτώ φίλος
Φυσικόν είναι κι΄η ευγένεια
(1876)
Εγώ το λέω, εγώ τ' ακούω
(1876)
Εγώ = κι εγώ
Η αξίνη και το φκυάρι θα γλιτώσουν τον παθιάρη
(1876)
Ειν' το χάρζι του
Ήφαε μαρούλι με το ξίδι, κι' όχι ξίδι με το μαρούλι
(1876)
Γαδάρου φυλλάδα = Ήγγιξε στο ομοούστο
Τα παθήματα γίνονται μαθήματα
(1876)
Ερμηνεία: Τα παθήματα του παρελθόντος γίνονται μαθήματα του μέλλοντος