Αναζήτηση
Αποτελέσματα 7301-7400 από 7576
Σαν δεν τρώουνται οι Ρωμιοί, οι τουρκοι δεν τρωςιν πιλάβι
(1876)
Εκ της τουρκική παροιμία: Γκιαούρ καβγά ετμετικτέν σονγρά Μουσουλμάν πιλάφ γεμέζ' ήγουν: ο άπιστος εάν δεν διαφανή, ο Οθωμανός πιλάφι δεν τρώγει
Η πορδή του βράζει και θαρρεί πως είν' η δύναμή του
(1876)
Ή η πορδή σου βράζει και θαρρεί πως είν' η δύναμή σου
Καθώς του πρέπει του καθενός, φέρνου του
(1876)
Κατά πως πρέπει του καθενός, φέρνου του
Μηδ' ο πρώτος είσαι, μηδ' ο ύστερος
(1876)
Και δεν είσαι μηδ ... - μηδ ... = μετά πολλών πλείστοι
Σκύλος δεν εγαύγισεν από πίσω της
(1876)
Ουδείς ηράσθη αυτής
Άμε να θυμιάσης, ναρτω να προσκυνήσω
(1876)
Ευλάβεια!
Ήμαθα και μπελονιάζω και νικώ τον μάστορήν μου
(1876)
Υποδηλούται άσεμνον
Τώρα που βρήκαμεν παπά, ας χώσωμεν και τους ζωντανούς
(1876)
Αρρωστημένους; Ιστορ. Θάψη
Και παπάς εγίνης Κώστα; Έτσι τάφερ' η κατάρα
(1876)
Ίστορική και χαλέτ αφέντης ρούφου(;)
Η παλιά κόττα έχει το ζουμί
(1876)
Γή μικρός μικρός παντρέψου γή μικρός καλοερέψου
(1876)
Διότι κατά Ρίχτερ: Ν' αγαπάς νέος και να νυφμεύεσαι γέρος είναι το αυτό ως να ακούει τους κορυδαλλούς Ψάλλοντας την πρωΐαν και να τους τρώγης ψητους το εσπέρας και “καιρός παντί πράγματι”
Σαν τον σκύλον με τον κάττη
(1876)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Πριν πνιής, την άμμο κράτει
(1876)
Σαν πνιής πιο, την άμμο κράτει
Μέγας είσαι, πλάτανε, με τα πλατανόφυλλα (σου)
(1876)
Ασεβής παρωδ. του: Μέγας είσαι, Κύριε και θαυμ...
Πέρυσι κάην το μαλλί και οφέτι κούστην η τσίκνα
(1876)
Μαλλί = υπδηλούται άσεμνον
Τον επέρασεν από του διαβόλου τον θόχον
(1876)
Θόχον = αντί κώλον
Πουλά το ξυράφι, ν' αγοράση τ' ακόνι
(1876)
Μυθ. κουρέως
Πουλώ τ' αμπέλι να κάμω το πατητήρι
(1876)
Πουλεί τ' αμπέλι να κάμη το πατητήρι
Σαντορινοί 'μεσθεν, αφέντη, μα δεν είμεστεν άνθρωποι
(1876)
Χλεύη Θηρ.
Κώλος που 'μαθε να κάνη, εύκολα δεν ξεματαίνει
(1876)
Υποδηλούται άσεμνον
Πως παν, αράπη (ή κόρακα), τα παιδιά σου; Λ' όσον παν μαυρίζουν
(1876)
Χειρότερα των αδυνατων ο καλός να μη γίνεται καλύτερος και ο κακός χειρότερος
Να σε μάθω εγώ τα ιερά γράμματα
(1876)
Να σε αναγκάσω
Περετά την πεθθεριά μα την μύτην της βαστά
(1876)
Συχανταριά, δηλαδή βεβιασμένως
Πρίμα κι' ανεθαλασσά, διάφορα καλή καρδιά
(1876)
Και ευχή ειρωνική
Παλαμίδα ρεύγεσαι, πο'ν την απογεύγεσαι
(1876)
Παλαμίδα ρέεσαι, πο'ν την απογεύγεσαι
Σαντορινιοί 'μεστεν αφέντη, μα δεν είμεστεν ανθρώποι
(1876)
Χλεύη
Πώς τα πας με την αγάπη; Σαν τον σκύλον με τον κάτη
(1876)
Εχθρικώς
Των φρονίμων τα παιδάκια πριν πεινασουν μαειρεύγουν
(1876)
Παίδες ιατρών = ιατροίς
Όχι πως είμαι ζουλιάρης, μον είμαι παραπονιάρης
(1876)
Δεν το 'χω...
Να πεθάνω και να ζήσω κι' έτσι να σ' ομολοήγσω
(1876)
Μύθος
Εμείς σημερινοί 'μεστεν κι αυριανοί δεν είμεστε
(1876)
Ψευδείς οι υιοί των ανθρώπων, μάταιος..
Περνα τ' αυγόν αφ' τον χαρκά
(1876)
Ως δοκιμάζουν οι Οβραίοι, εξηνταβελόνης
Πέσε πίτα, να σε φάω
(1876)
Αυτός είναι πέσε πίτα να σε φάω = αγαθός, βλάξ
Πολλή τιμή στον άνθρωπον κακομοιριά 'ν' κ' εκείνη
(1876)
Το πλέον μέλιτος, παν μέτριον, μηδέν άγαν