Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-100 από 591
Εκάη η κάππα μ'
(1903)
Ερμηνεία: Ετιμωρήθην παραδειγματικώς
Γύφτκος γάμος γένεται και βιό λογαριάζετε
Βιό=σπίτι. Ερμηνεία : Οι πτωχοί εν ευθυμία το πάν λογαριάζουν
Σαράντα τ' άλογο κ' εξήντα το σαμάρι
(1882)
Ερμηνεία: Επί δυσαναλόγων
Τόταξι λαγούς μι πετραχήλια
(1915)
Άδαρτος κλαίει
(1879)
Ερμηνεία: Επί των αδίκως παραπονουμένων
Νύν απολύης
Έφτασε τώρα στο νυν απολύης (ψυχορραγεί)
Θα ρήξω στ' αστρί
(1875)
Θα μαντέψω ως ο μάγος της Περσίας
Αμαρτία εξωμολογημένη
Ουκ έστιν εμ. Επί ομολογούντων δημοσία τα πταίσματα
Θα ρήξω στ' άστρι
(1879)
Αμαρτία εξωμολογημένη ουκ έστιν αμαρτία
Τώκανα τώρα και σού ζητάω να με σχωρέης, αμαρτία εξωμολογημένη ουκ έστιν αμαρτία. Επί ομολογούντων το σφάλμα των
Άπιαστα πουλιά χίλια στουν παρά
(1893)
Ερμηνεία: Επί των απαγγελομένων πολλά, μηδέν δε πραττόντων
Αυτά τα λεν στο μύλο
(1879)
Ερμηνεία: Επί των ανωφελώς λεγόντων
Δεμένος γάϊδαρος αναπαμμένος ο οικοκύρης
(1880)
Όμοια με την αρ. 7...
Σαν Τούρκοι (ηύξηνταν)
(1922)
Ερμ. Επί προώρου αναπτύξεως πτηνών, ζώων κλπ.
Γερός (είναι) σαν τ' άλογο τ' Αλεξάνδρου
(1877)
Ερμηνεία: Απάντησις επί ερωτήσεως περί της υγείας ακούντος προσώπου, διαισθάνουσας ότι έχει καλής, ως τον περιοώνυμων Βουκέφαλον
Οι απεθαμμένοι με τς απεθαμμένους και ζωντανοί με τς ζωντανούς
(1903)
Ερμηνεία: Επί των εκ πένθους μη συμμετεχόντων της κοινής ευθυμίας
Σαράντα φάει, σαράντα πιε, σαράντα δώσε για την ψυχή σου
(1877)
Ερμηνεία: Λέγεται εις τας 9 Μαρτίου, εορτήν των Τεσσαράκοντα μαρτύρων...
Δέ δίν' ούτε φωτιά
(1913)
Η ούτε τή θέρμη του. = είναι πολύ φιλάργυρος
Μακαρία η οδός
Τί γίνεται ο Αναστάσης; Ο αναστάσης; Τώρα ο Αναστάσης! Μακαρία η οδός (απέθανε)
Πέφτω με τα μούτρα 'ς το …
(1903)
Όριον έθου
Αυτός γυιέ μου είναι ντιπ όριον έθου
Άσκοπος ο νους διπλός ο κόπος
(1879)
Ερμηνεία: Επί των ανοήτως πραττόντων
Σώσον, Κύριε
Εις επιφώνημα θαυμασμού: Αλήθεια; Σώσον Κύριε
Όσο να πης τφου [κρομμύδι]
Ερμηνεία: Περί των ταχέως και ευχερώς κατορθουμένων
Αυτ' ή ασθένεια ουκ έστιν εις θάνατον
Ερμηνεία: επί πράγματος ακινδύνου
Γρούν' στου σακκί
Ερμηνεία: Επί αγοράς πράγματος αδοκιμάστου
Ζη και ζαίνεται
(1903)
Ερμηνεία: Κακοζή
Νίπτομαι τας χείρας
Εγώ νίπτομαι τας χείρας, δεν ανακαντόνομαι, κρίνατε μονάχοι σας, ότι θέλετε
Σκυλί άπιστο
(1906)
Τον εδέχτ' κε σαν τη βροχή 'ς τ' αλώνι
Ερμηνεία: Επί των ψυχρώς υποδεχομένων
Βάνω έργατα
Ερμηνεία: Υποπτεύομαι
Νυν και αεί
Ερμηνεία: Εις τα τετευλαία του, κοντεύει να πεθάνει
Κατόπιν εορτής
(1880)
Είπεν αφρών ουκ έστι Θεός
Επί θεωρούμενων αθέων
Τουν άρρουστουν ρουτούν
(1893)
Ερμηνεία: Του δεόμενου δεν πρέπει να ερωτήση τις, ει δείται
Ξεφτέρι
Ερμηνεία: Ικανός ταχύς και πρόθυμος
Αέρα κοπανίζει
(1885)
Αέρα κοπανίζεις = αέρα δέρειν
Νησκός κι' δέρπανους
Ερμηνεία: Καταπεινασμένος
Αιτία και θάνατος
(1879)
Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι
Αυτός δεν αξίζει τίποτε... είναι μακάριοι οι φτωχοί τω πνεύματι
Εσβύστηκα 'ς τα γέλια
(1903)
Ο Θεός καλός
(1903)
Ερμηνεία: καλός βοηθός
Μαύρου να ν' ή άσπρου;
Του το λέγει ο μη πιστεύων εις τον λόγον τινός
Τουν άρρουστου ρουτούν
Ερμηνεία: Δεν πρέπει να ερωτά τις τον δεόμενον εάν έχη ανάγκην
Τφού κι αρχή
(1903)
Ερμηνεία: Επί ακαίρου επαναλήψεως
Αρχήσαμε τα σάλτα νάτα
(1880)
Επίδειξες είς βαθμόν τρέλλας
Άσπρος κάμπος μαύρ γίδια
(1880)
Ξένο βιο καλολογάριασ' το
(1903)
Δεν αξίζει ο κόπος
(1880)
Τα πήρες άρτσι βούρτσι
(1903)
Επί σπατάλης
Οπέρ τον αρπάξαι κ' ξεχίσαι
Επί αρπάγων διαχειριζόμενα τα κοινά
Έπαθε του λιναριού τα πάθη
(1880)
Έχω έργατα
Ερμηνεία: Υποπτεύομαι
Από τον καιρού τ' καιρού
(1903)
Ερμηνεία: Παλαιόθεν
Δε σε βάνω βανταλάχο
Ερμηνεία: Δαιτητής, δικηγόρος.
Άσπρα γρόσια για μαύρες μέρες
(1879)
Ερμηνεία : Επί των δαπανούντων αφειδώς προς απαλλαγής κινδύνου
Μεροδούλι, μεροφάϊ
(1875)
Κακήν κακώς εχάθη
(1880)
Ερμηνεία: Κακό κακώς απώλετο, φράσις ισοδύναμος εις αρχαία
Σαν στο μύλο
(1906)
Το βιό στό βιό πάν'
(1882)
Καίει και δεν καπνίζει
(1880)
Ερμηνεία: Επί των πραττόντων ή ενεργούντων λεληθότης, ανεπαισθήτως
Σαν ορθή δαγκώνα αστακού
(1880)
Πάσα αρχή έχει και τέλος
(1880)
Αλαλα π' άλαλα
Άρρητ' αρρήτων. Άλαλους -η-ον, βωβός αμίλητος, άρρητος
Βάλ' του ρίγανη να μη μυρίση
(1882)
Έκαμε μιάν τρύπα 'ς το νερό
(1903)
Αέρα κοπανίζει
Ερμηνεία: επί των ματαίως κοπιώντων