Αναζήτηση
Αποτελέσματα 701-790 από 790
Αντί του μάννα χολή
(1950)
Εκ του εκκλησιαστικού ύμνου “ αντί του μάννα χολήν, αντί του ύδατος όξος, αντί του αγάπαν με σταυρώ με προσηλώσατε.” Η φράσις επί εσχάτης αγνωμοσύνης ανθρώπου φερόμενου κακώς προς τον ευεργέτην του
Πήγε η παπαδιά γι' αλάτι
(1954)
Ερμηνεία: Γι' αυτους που κουράζονται εύκολα από τιποτένια πράγματα
Σαν το σκυλί στ' αμπέλι
(1954)
Για κάτι που γίνεται ύπουλα
Άλλος πάσκα τσ' άλλος χάσκα
(1957)
Χάσκα = με το στόμα ανοικτόν, δι' έλλειψιν πασχαλινής ευτυχίας
Απού κούτσουρου σι λιθάρι
(1956)
Για τις αλλεπάλληλες αναποδιές
Βάζω, ρίχνω το κεφάλι κάτω
(1950)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Ολημερίς τον άθρωπο τόνε βαστάς στην πλάτη, το βράδυ τον ξαναβοήθησες, και σόβγαλε το μάτι
(1952)
Ξαβοηθάω = παύω να βοηθώ, αφήνω
Τον αβγάτη κατεβάζει τα 'ς τ' αβγόν bοπάνου
(1951)
Τον καβαλάρη κατεβάζει πάνου από τ' άλογο. Για κείνον που έχει ζηλιάρικο μάτι και βασκαίνει
Σου αβγού τον dόπα, γαϊρίδι μη λητεύ'
(1951)
Στ' αλόγου τον τόπο,γαϊδούρι μη δένεις
Ο άνθρωπος γεννιέτι απ' την πόρατ κι βγαίν' απού το παραθύρ'
(1959)
Χαρές στη γέννηση, βιασύνη στη θανή
Ανάγκη, και νόμου μετάθεση
(1952)
Αθρώποι κι αθρωπόπουλοι, κι αθρώποι κι αθρωπάτσοι
(1952)
Υπάρχουν κάθε λογής χαρακτήρες στον κόσμο
Απού του Σταυρού, ίσαμε τ' Άη Νικήτα
(1958)
Δηλαδή, σε συντομώτατο χρόνο. Λ.χ. Τα παπούτσια του βάσταξαν από του Σταυρού ως του Άη Νικήτα Δηλαδή: ως την επομένην
Καλά 'ν' και τη Λαμπρή τ' αβγά, μ' απόλαμπρα 'ν' καλύτερα
(1952)
Απόλαμπρα τις ημέρες ύστερ' από το Πάσχα. Καλά να φυλάη κανείς οτι έχει, και γι' αργότερα
Έπαρ' ο άθρωπος απ' αθρώπους, και σκυλλί από κοπάδι
(1952)
Απ' αθρώπους = από οικογένεια με ανατροφή
Τ' αγι-Αντριός, αντρειεύετ' η μέρα
(1952)
Τ' αγίου Αντρέα είναι στις 30 Νοεμβρίου
Αφ' τ' αγι – Αντωνιού και πέρα δώσ' του φουστανιού σ' αγέρα
(1952)
Η γιορτή τ' αγι - Αντωνιού είναι στις 17 Ιανουαρ. Ο καιρός ανοίγει, και μπορεί να ξαμολυθή κανείς ελεύτερα στη φύση` είναι τότε και το καρναβάλι, που όλοι χορεύουνε
Στων ανύπαντρων τσι πόρτες, άπεζοι - καβελαραίοι
(1952)
Οι ανύπαντροι είναι παρακαλεστοί
Δε σου δίνω γριά ψωμί, βρέξε το μου στο ζουμί
(1953)
Λέγεται γι' αυτούς που ενώ δεν πρόκειται να τους δώσουμε κάτι, ζητούν κι επί πλέον
Το πολύ το διάφορο, τρώει το νοικοκύρη
(1953)
Λέγεται για όσους πολύ δουλεύουν
Περνώντας ο δεκαπενταύγουστος, γνοιάσου για το χειμώνα σου
(1952)
Αρχίζει το φθινόπωρο και πρέπει να φροντίσουμε για ρούχα, στέγαση κ.λ.π.
Μιάλον βούκκον βάλε τζιαι μιάλον λόον μεν πεις
(1951)
Μεγάλη μπουκιά βάλε στο στόμα σου μα μην πεις μεγάλο λόγο
Από την Σκύλα στη Χάρυβδη
(1956)
Από το ένα κακό στό άλλο
Κόβει τα σκ'λιά κλαρί
(1956)
Είναι δηλαδή αργόσχολος
Π' αγάλια, δε θ' αποκρέψ'
(1952)
Λέγεται για κείνους, οι οποίοι από τη λαιμαργία τους δεν εννοούν ν' αφήσουν τίποτε στο τραπέζι
Άνοιξε το κλαρί τ'
(1956)
Ξ' άνοιξε, πήρε θάρρρος
Πέρ'σι κάηκι, φέτου μύρ'σι
(1956)
Αντί να τρίζη τ' αξόνι τρίζει το τρεχούλι
(1956)
Αντί να διαμαρτύρεται εκείνος που πρέπει, φωνάζει και διαμαρτύρεται άλλος
Ανθρώπινη βόη, Θεού οργή
(1957)
Τί τα θέλεις τα σκουτιά αφού παιδιά δεν έχεις;
(1955)
Αυτή Λέγεται για ανθρώπους που σκοτώνονται διαφοροτρόπως να επιδείξουν τα παιδιά τους, ενώ στην ουσία δεν έχουν ουδεμίαν αξίαν, τα παιδιά τους
Αντί να τρίζη το αμάξι, τρίζ' ο αμαξάς
(1956)
Αντί να παραπονείται ο αδικούμενος, διαμαρτύρεται ο αδικών
Αν δεν κάτσεις να φάς, να πίης, άνθρωπο δεν καταλαβαίνεις
(1956)
Αν δεν συναναστραφής, δεν φάς και δε πίης με ένα, δεν τον καταλαβαίνεις τι άνθρωπος είναι
Αντρόγυνο μη χωρίσης, εκκλησία χαλνάς
(1956)
Τόσο κακό θεωρούσαν το να γίνουνταν ένας αιτία να χώριζε το αντρόγυνο που ήτο ως να χαλνούσε εκκλησία
Άνοιξαν οι καταρράκτες τ΄ουρανού
(1956)
Βρέχει πολύ δυνατά
Απ' τα κουκιά ως τα κεράσια
(1956)
Για μικρό διάστημα
Άπιαστα πουλλιά
(1956)
Ας μη πιστεύωμεν εις υπόσχεσεις αβέβαιοτις
Μας κάνει αντικάμαρη
(1956)
Δεν εισέρχεται εις αυτό το δωμάτιον όπου συνομιλούμεν, αλλά παραμένει εις άλλο δωμάτιον της οικίας
Άθρωπο από σπίτι τσαί στύλλ' από μανδρί
(1956)
Η ευγένεια της καταγωγής και η χρηστότης του ήθους εξασφαλίζουν ευτυχή γάμον
Ηύρες άνθρωπο!
(1957)
Μειωτικός χαρακτηρισμός για κάποιον
Άπιαστα περδίκια, πέντε στον παρά
(1953)
Εις υποσχέσεις μη πραγματοποιήσιμους
Άνθει και ξανανθεί
(1957)
Το λέγανε μάλιστα για τις γυναίκες που παρά την ηλικία τους δείχνονται ξανανιωμένες
Γεννήθηκα τσ' αποκριές
(1957)
Και συνεπώς δε φοβούμαι κανέναν, δε λογαριάζω τίποτε
Άθρωπο από γενιά και σκύλο από μάντρα
(1957)
Να προτιμάς, δηλ.
Την ημέρα τ' άη – Λιός παίρνει ο καιρός αλλιώσελ'
(1952)
Τη γιορτή τ΄άη-Λιός (20 Ιουλίου) την προσέχουν πολύ οι τσοπάνηδεσελ. Παίρνει αλλιώς αλλάζει
Τ' Αλωναριού τα μεσημέρια, και του Γεναριού οι νύχτες
(1952)
Πιστεύουν πως αυτά τα δυό είναι βαριά και πρέπει να φυλαγώμαστε απο τα ξωτικά τους
Άν κάμη ΄ναίκα, σωστού να ράψει α ίταίρι τσαί α ιμάτι, ο Πάσκαζ ά να ΄ρτει τσαί α δεβεί
(1951)
Μιά κα΄κη γυναίκα, ώσπου να ράψει ένα σώβρακο κι ένα πουκάμισο, η Λαμπρή θε νάρθει και θα περάσει. Τόλεγαν και έτσι : Άν bασαρμάζ ΄υναίκα, σου να ράψει το ιταίρι τσαί το ιμάτι, εγώ Πάσκας μbαίνει τσαί βgαίνει. Λεβ. 7...
Σα σ΄ αρέση, μπάρμπα Λάμπρο, ξαναπέρασ΄ απ΄ την Άνδρο
(1956)
Αναφέρεται εις την ναυμαχίαν της 7 Απριλίου 1790 μεταξύ Άνδρου και Εύβοιας του Λ. Κατσώνη, καθ' ην ο Λ. έπαθε πανωλεθρίαν. Ίσως η χαιρεκακία των νησιωτών δια την πανωλεθρίαν του οφείλεται εις κατάπτεσης των υπο του Λάμπρου δια την συντήρησιν της...
Κατέβης 'ς τ' άβγο, γαλίτσεψες σο γαϊρίδι, κατέβης 'ς το γαϊρίδι, τσοκτϊέσες σόν τζοράχο
(1951)
Κατέβηκες από τ' άλογο, καβαλίκεψες στο γαϊδουρι, κατέβηκες απ' το γαϊδουρι βούλιαξες στη λάσπη. Όταν αρχίζεις να ξεπέφτεις, δεν ξέρεις που θα καταντήσεις στο τέλος
Σχώρεσέ με Παναγιά μου, ατζαμή γαμπρό μαθαίνω
(1958)
Κατά την γενέτειραν της παροιμίας παράδοσιν, κάποιος γαμβρός ενοστιμεύετο την αρκετά νέαν και ευειδή πεθεράν του. Όθεν εσοφίσθη το εξής: δεν έκαμεν τα δέοντα ως γαμβρός, περιορισθείς εις χαιδολογήματα. Η νύφη προσέφυγε ...
Ν' ακούς κι τούν τρανύτιρου σ' τι σι λέει!
(1956)
Η παραίνεση αυτή,σύμφωνα με κάποια εκδοχή,βγήκε από την εξής ιστορία.Συζητούσαν μια μέρα δυο παιδιά μιας χήρας.Λέγει ο μεγαλύτερος “Σαν μπελάς μας έγινε αυτός ο μπάρμπας,που μας κουβαλιέται από κάποτε εδώ.Εγώ λέω ν' ...
Ο άνθρωπος είναι γλυκός σαν το μέλι και βαρύς σαν το μολύβι
(1956)
Δια της ως άνω παροιμίας, εννοείται, οτι ο κάθε άνθρωπος, ευκόλως αγαπιέται και αναζητείται από τους άλλους, αλλά και ευκόλως επίσης γίνεται βαρετός, ήτοι, ευκόλως τον βαριώνται οι άλλοι. Ιδίως, η παροιμία αυτή λέγεται δια ...
Θέλει άνθρωπο από σόϊ και σκυλλί απίό στάνη
(1956)
Η παροιμία αυτή λέγεται κυρίως δια τους ανθρώπους εκείνους, οι οποίοι πρόκειται ή έχουν αναλάβει ανώτερα αξιώματα χωρίς να τα αξίζουν. Ενοείται δε δι αυτής, οτι ο άνθρωπος αυτός που ανέλαβε το αξίωμα αυτό δεν ήτο ο κατάλληλος, ...
Μην μας τον πολυπαινεύεις και βράδυ τον βλέπομε
(1958)
Κάποια νύφη πήρε κάποιον με μεγάλη της στεναχώρια διότι έλεγαν ότι έχει ανεπαρκή τα σχετικά όργανα. Την Δευτέρα το απόγευμα η νύφη σκούπιζε ενώ από την μια μεριά κάθοντα ο γαμβρός και την άλλη η μητέρα του και πεθερά της ...
Βαστώ, κρατώ τη θέσι μου, τον βάζω ΄ς τη θέσι του
(1950)
Κυριολεκτικώς το βαστώ ή κρατώ τη θέσι μου δηλοί δεν εγκαταλείπω την θέσιν μου, ώτε να την καταλάβη άλλος, κατέχω αυτήν στερεά. Αλλά προς την θέσιν από τοπικής απόψεως παρωμοιώδη η κοινωνική θέσις από ηθικής απόψεως και ...
Από τον Άννα 'ς τον Καϊάφα
(1950)
Εις την ευαγγελικήν αφήγησιν περί της δίκης του Ιησού λέγεται οτι συλλαβόντες “έδεσαν αυτόν και απήγαγον αυτόν προς Άννα πρώτον” τον αρχιερέα. Έπειτα “απέστειλεν αυτόν ο Άννας προς Καϊάφαν τον αρχιερέα”. Η μεταφορά από ...
Καψοβράκουλας γαμπρέ
(1958)
Κατά την παράδοσιν, κάποιος γαμβρός έκανε τον έξυπνο, πως τα κέρει όλα. Ενώ, ξαπλωμένος στην γωνία της πεθεράς του, μιλούσε με διφορούμενες και δυσερμήνευτες (χάριν εντυπώσεως) προτάσεις, έπαε συμφορά από μια σπίθα που ...
Αρ να 'υρεύ' να γαλτζέπ' αβγό, να γαλτζέπ' ά ζόρι άβγο, του 'ά φα την dαή να νάνι χαλάλι
(1951)
Αν τύχει και θέλεις να καβαλικέψεις άλογο, να καβαλικέψεις ένα καλό άλογο. Την ταή που θα φάει να την αξίζει
Απ' τα ψηλά στα χαμηλά κι απ' τα πολλά στα λίγα κι απ' τα ψηλά αλόγατα στσοι χαμηλοί γαδάροι
(1957)
Και προσθέτανε κι από δήμαρχος κλητήρας