Αναζήτηση
Αποτελέσματα 231-240 από 12472
Τόσο κουσούρι τόχει και του παπά η κόρη
(1956)
Μικρό και απαρατήρητο ελάττωμα
Νερό δεν κατασταλάζει στην καρδιά τ'
(1956)
Καθόλου δεν ξεκουράζεται όλο εργάζεται
Τον κόστισ' η προβειά στα δώδεκα
(1956)
Πλήρωσε πολλά γιά να επιτύχη
Σπίτι μεγάλο, κουκουβάγιες λαλούν
(1956)
Έρημο σπίτι
Σαν κουβάρι μαζεύθηκ' η καρσία μ'
(1956)
Πολύ στεναχωρήθηκα
Σ' αυτόν ξέσπασε το καρπούζι
(1956)
Στο κεφάλι του ξέσπασε το κακό
Έκανε τον ποντικό, γενίτσαρο
(1956)
Μεγαλοποιεί τα πράγματα
Καρδία αμπάρα
(1956)
Για τίποτε δε στενοχωριέται, όλα τα βρίσκει καλά
Σου λείπ' μάννα, δε σου λείπ' λαγγιόλ'
(1953)
Μάνα (η) = τεμάχιον υφάσματος, όπερ κατά τήν κατασκευήν των μαλλίνων εγχωρίων φορεμάτων χρησιμοποιείται εις τό μέρος τό προσαρμοζόμενον κατά μήκος της σπονδυλικής στήλης. Τά εκατέρωθεν τής μάννας τμήματα τού φορέματος ...
Ξέρ΄ ο Οβριός να φάγη σφουγγάτο;
(1956)
Για έναν που δεν ξέρει να εκτιμήση κάτι καλά