Αναζήτηση
Αποτελέσματα 2101-2200 από 12472
Κουφός δεν ακούει, τα ταιριάζ'
(1953)
Όταν ο κωφός εκλαμβάνει άλλα αντ' άλλων
Βάζ' ο λύκος παστρουμά
(1953)
Όταν τα ξοδεύει κανείς όλα
Α (αν) δένε μοιάζαμε εθ (δεν) θα συμπεθθεριάζαμε
(1957)
Ερμηνεία: Λέγεται όταν συμφωνούν οι χαρακτήρες δύο ανθρώπων
Όπου κουτσός κι' όπου στραβός στον Άη Παντελέμονα
(1958)
Όταν γνωστοί και άγνωστοι ζητούν βοήθειαν από ένα
Κάθε καρυδιάς καρύδι
(1956)
Σιάζ' τ'ς μύγες
(1953)
Παραμένει άεργος, ένεκα της οκνηρίας του, ή και εκ της ελλείψεως εργασίας
Γιατ' είσαι ξύξαρης γαμπρέ; Απ' το χειμώνα ... Σε ξέρω κι' απ' το καλοκαίρ'
(1953)
Τα ψυχικά ελαττώματα του ανθρώπου δεν υφίστανται ουδεμίαν επίδρασιν από τας χρονικάς περιόδους του ενιαυτού
Για σένα τα λέν' πεθερά για να τ' ακούσ' η νύφ'
(1953)
Αι συμβουλαί και αι συστάσεις πολλάκις απευθύνονται πλαγίως και τεχνηέντως, ίνα μη θίγεται η φιλοτιμία εκείνου, τον οποίον θέλομεν να συμβουλεύσωμεν
Δώδεκα γκουτζιαμπασήδες, δεκαπέντε καλαμάρια
(1953)
Λέγεται επί πολυαρχίας, όταν πολλοί ανίκανοι, αλλά φιλόδοξοι, παρουσιάζωνται ως έχοντες έγκυρον και αυθεντικήν γνώμην διά τα κοινά
Κάλλια πέντε κάρβουνα, πέρι χίλια πρόβατα
(1953)
Καίτοι η παροιμία φαίνεται, ότι είναι υπερβολική, εν τούτοις εις εξαιρετικάς τινας στιγμάς η θέρμανσις προφυλάσσει τον άνθρωπον από βεβαίου θανάτου
Μοναχός του του ξειά, τζο κλαίει
(1951)
Μοναχός του όποιος πέφτει, δεν κλαίει
Τ' αρνί που ξεχωρίζετ' απ' τη μάννα του ο λύκος το τρώει
(1953)
Πρέπει να μη παρκκλίνωμεν από τας συστάσεις και τας οδηγίας των πρεσβυτέρων μας, διότι εν εναντία περιπτώσει ο όλεθρός μας είναι βέβαιος
Το ψαρ' βρωμάει απ' το κεφάλ'
(1953)
Η αποσυνθεσις εις μίαν υπηρεσίαν ή εργασίαν έρχεται, όταν οι αρχηγοί πρώτα – πρώτα παύσουν να ενδιαφέρωνται και να φροντίζουν δι' αυτήν
Το μεγάλο ψάρ' τρώει το μικρό
(1953)
Μη τα βάζης ποτέ με άνθρωπον, ο οποίος υπό πολλάς απόψεις είναι ανώτερος και ικανώτερος από σένα
Ας πιη ψια ξίδ'
(1953)
Όταν ένας είναι θυμωμένος και δυσαρεστημένος άνευ λόγου, του λέγομεν την ανωτέρω φράσιν, ειρωνευόμενοι αυτόν
Έβαλε το νερό στ' αυλάκι
(1953)
Ήρχισε να τακτοποιή την εργασίαν του
Για τουν ψύλλου έκαψιν του πάπλουμα
(1952)
Ερμηνεία: Λέγεται ειρωνικώς για κείνους, που για αδικαιολόγητον φιλοτιμίαν εξοδεύουν αλύπητα, και συνεπώς ζημιούνται σημαντικά
Μη ωύφ' πως ήξιρις, μα πως βρήκις
(1952)
Λέγεται ως συμβουλή, ότι πρέπει να κανονίζει τις πράξεις του, σύμφωνα προς τας διδομένας αυτώ νεωτέρας υποδείξεις
Το μισιακό το βιό, ψοφάει
(1958)
Βιό λέγεται η περιουσία, ιδίως εις ζώα
Ξάστερος ουρανός αστραπές δεν φοβάται
(1953)
Λέγεται υπό του υποστηρίζοντος εαυτόν ότι είναι αθώος και δεν φοβάται καμμίαν κατηφορίαν
Της νύχτας, τα καμώματα, τα βλέπ' η μέρα κι γελά
(1953)
Όταν παραβάλλεται νυχτερινή εργασία, με εργασίαν της ημέρας
Ου Μάρτ' ς του προυϊ του ψοφάει κι του βράδυ του βρουμάει
(1956)
Ερμηνεία: Ο Μάρτης δηλαδή δεν έχει διαρκή ψύχρα. Το πρωί μπορεί να κάνει τσουχτερό κρύο (ψόφος, όπως το λένε οι χωρικοί) και το βράδυ της ίδιας ημέρας νάχει μαλακό καιρό
Που γυρίζει κάμνει μεγάλην κοιλιάν και πο κάθεται κάμνει μεγάλον κεφάλι
(1950)
Για τους δουλευτές και τους οκνηρούς
Πού ΄χει πολλά κάμνει ό,τι θέλει, κι΄ όπου ΄χει λία κάμνει ό,τι μπορεί
(1950)
Τι μπορεί να κάμη ο πλούσιος κι΄ ο φτωχός
Τον αδιάντροπο το φίλοσ σου ποδιαντράπου τον και σύ
(1950)
Για τους αχρείους
Να 'ταν η δουλειά καλή έλαμνεν την κι' ο καδής
(1950)
Γιά τους οκνηρούς
Σαγιργϊέναν dα 'τία μου
(1951)
Κουφάθηκαν τ' αφτιά μου. Όταν οι άλλοι φωνάζουν πολύ. - Ποντ. Δ.Π. Αρ. 113: Εκώφωσες τ' ωτία μ'.
Ές γρούσε ; ες τασί μέ(γο) γουώσσα
(1951)
Έχεις γρόσια ; έχεις και μεγάλη γλώσσα
Έδωσε τον τραγουδιστή και πήρε τον κλαψάρη
(1954)
Ερμηνεία: Επί ανθρώπου ευρίσκοντος τα χειρότερα
Σαν να τραβούσα τον αραμπά
(1956)
Κουράσθηκα πολύ, αν και δεν έκαμα κόπο
Βελόνι να ρίξης, δε πέφτει
(1956)
Όταν ήθελαν να πουν για μεγάλη κοσμοσυρροή
Άλλα μπρός κι' άλλα πίσω
(1956)
Γιά τους διπλοπρόσωπους
Ο Εβραίος όταν μουχλουζέψη, σκαλίζει τα παλία τ' κατάστιχα.
(1956)
Για ένα που καταστράφηκε οικονομικώς και βγάζει παλιούς λησμονημένους λογαριασμούς
Θέε μ', μόνε μένα, κι όχ' άλλον κανένα
(1956)
Για τους εγωϊστάς, που τα θέλουν όλα δικά τους.
Αν δεν ταράξη η σκύλα την ουρά, δεν πάει το σκυλί κοντά
(1958)
Παροιμία αποδίδουσα εις τας γυναίκας την ευθύνην των ερώτων
Στον πάτο ξυρίζουν τον γαμπρό
(1958)
Παροιμία λεγομένη εις την θέσιν της παλαιάς ''Ο Θεός αργεί μα δεν λησμονεί''
Ό,τι πάρ' η νύφ' στο νυσοστόλ!
(1953)
Όταν δεν επαναλαμβάνεται επωφελείς ευκαιρία εις την νύφην να λάβη και άλλα προικιά δώρα
Όσο σκεπάζ' ο ουρανός τη γη, σκεπάζ' η μάννα το παιδί
(1956)
Η μητέρα πάντα σκέπει και φροντίζει για το παιδί της
Με ξένα κόλλυβα μνημονεύονται
(1956)
Όταν κανένας επωφελείται από κόπους και δαπάνες άλλου
Σε περιμέναμε σαν το Μωυσή
(1956)
Λέγουν δια κάποιον τον οποίον αναμένουν επί πολύ και άνευ του οποίου δεν δύναται να διεκπεραιωθή υπόθεσις τις
Ακόμη 'εν τον είδαμε και Γιάννη ντόνε βγάλαμε
(1958)
Ήτοι να μη βεβαιούμεν πριν ιδούμε το τέλος.
Όσο παίρνει και νυχτώνει ο Θεός να σε γλυτώνη
(1953)
Πάντοτε κανείς το βράδυ να συμμαζεύεται νωρίς στο σπίτι του γιατί η νύχτα φέρει πειρασμούς και δεν πρέπει να εκτίθεμεθα άνευ λόγου εις τους εκ του σκότους παντοίους κινδύνους
Όσ' ο νους μου στο χωράφι τόσο να βρεθούν τα βόιδια
(1953)
Λέγεται επ' εκείνων, οίτινες από αδιαφορίαν και οκνηρίαν έχασαν παντελώς το διαφέρον υπέρ των συμφερόντων των
Η οικονομία έρκεται μονάχη της
(1952)
Από ανάγκη κ' έλλειψη
Το Νοέμβρη νόγα σπέρνε το Δικέμβρη δίκια σπέρνε
(1952)
Η παροιμία παίζει με τις λέξεις νογάω καταλαβαίνω. Τους δυο αυτους μήνες πρέπει να κάνη κανείς προσεχτική και μετημένη σπορά
Το Μάρτη βάλ' αργάτες κι' ας είναι κι' ακαμάτες
(1952)
Ερμηνεία: Του Μάρτη οι μέρες είναι τόσο μεγάλες, που οι εργάτες όσο και να 'ναι τεμπέληδες, θα δουλέψουν
Ο καλός νοικοκύρης ξυπνάει πρώτος και κοιμάται τελευταίος
(1952)
Από τη συλλογη Λιβιεράτου
Τι να σου κάμη η καλή νοικοκυρά μες στ' αδειανό το σπίτι;
(1952)
Από τη συλλογή Λιβιεράτου
Σε καλού κουμπάρου σπίτι, όποιος κάθεται δε φεύγει
(1952)
Από τη συλλογη Λιβιεράτου
Ο μουσαφίρης δε θέλει άλλο μουσαφίρη
(1952)
Η λέξη μουσαφίρης (τουρκική), έχει έρθει από την άλλη Ελλάδα στην Κεφαλονιά
Το γαϊδούρι το πρωί το ψόφσε ο Μάρτης κι' ως το μεσημέρι σκουλήκιασε
(1956)
Ερμηνεία: Η αστασία του καιρού τον Μάρτη
Τσιμπλήδες βγάζνε τα μάτια τ΄
(1956)
Είναι ξυπνός, τετραπέρατος
Κουρεμένη γίδα μεσ' στη χαραμίδα!
(1957)
Τούτο λέγεται προς παίδας, όταν είναι κουρεμένος σύρριζα
Κουτουράδα, ταξειδάρα
(1957)
Ο τολμηρός πλοίαρχος κερδίζει πολλά
Είναι πίσ' απ' τον κόσμο
(1957)
Είναι καθυστερημένος εις πνευματικήν ανάπτυξιν
Νοέμπρη, νόα τσαι σπέρνε
(1957)
Ότι καιρός της σποράς
Χαρά στο μούτρο!
(1957)
Ανάξιον λόγου πρόσωπον
Δυό το λάδι, τρεις το ξίδι, πέντε το λαδόξιδο
(1953)
Είναι μερικοί που εις τους λογαριασμούς του αφελούς πελάτου των αναγράφουν το αυτό κονδυλιον δύο φοράς, αλλά κατά διάφορον τρόπον, ώστε να μη περιπέση εις την αντίληψιν του πελάτου η άδικος ενέργειά των
Απόμ'νε σαν η Σούλτω με την οκνά
(1953)
Ενώ κάποτε όλα είναι έτοιμα διά τι ευχάριστον γεγονός, αίφνης όλως απροσδοκήτως και παρ' ελπίδα συμβαίνει κάτι και ματαιώνει την υπόθεσιν
Κάποιος λύκος τσάκ'σε το ποδάρ'
(1953)
Αυτήν την φράσιν λέγομεν εις εκείνον που μας επεσκέφθη ύστερα από πολύν καιρόν
Σαν η κόττα στο μύλο
(1953)
Λέγεται επ' εκείνου, ο οποίος ζη πλουσιοπαρόχως και έχει εν αφθονία τα τρόφιμα
A hungry hen dreams of millet
(1959)
Βουλγάρικη
Του φτωχού το σκοινί μονό δεν φτάνει, διπλό φτάνει και περισεύει
(1954)
Ήτοι: η οικονομική κατάστασις του πτωχού δυνατόν να μη επιτρέπη άνετον διαβίωσιν, δια της προσεκτικής όμως διαχειρήσεως και της λιτότητος επιτρέπει και καθιστά δυνατήν την διαβίωσιν
Πρέπει να το ΄χ΄ η κούτρα του
(1953)
Δηλαδή πρέπει να ΄χη γνώση, κεφάλι, μυαλό
Θέλεις θέριζε και δέννε, θέλεις δέννε και κουβάλει
(1957)
Λέγεται όταν κανείς δεν δύναται μόνος να φέρη αποτέλεσμα εκεί όπου θα έπρεπε να ήσαν περισσότεροι
Όποιος νεκατωθή με τα πίττερα θα τον φάν' οι χοίροι
(1957)
Ήτοι η κακή συναναστροφή διαφθείρει τον άνθρωπον
Ζήσε μαύρε μου να φας το Μά χορτάρι
(1957)
Λέγεται όταν μας φαίνεται ότι αργεί ο καιρός που θα επιτύχωμεν κάτι
Δεν κοκκινίζει αυτό το πρόσωπο
(1956)
Δι όλων αυτών των φράσεων εννοείται ότι είσαι αδιάν τρόπος, δεν ντρέπεσαι, δεν κοκκινίζεις
Δεν κοκκινίζεις καθόλου
(1956)
Δι όλων αυτών των φράσεων εννοείται ότι είσαι αδιάν τρόπος, δεν ντρέπεσαι, δεν κοκκινίζεις
Του διαβόλου γιός
(1956)
Ερμηνεία: Τετραπέρατος, πονηρός
Δανεικά κι' αγύριστα
(1956)
Για τους κακοπληρωτές
Ο τσεραστής ηπέθανε τσ' ο υιός του πάει στην Πόλη
(1956)
Ουδεμιά διάθεσις προς προσφοράν ποτού
Είναι ξερή τσεφαλή
(1956)
Άφρων