Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1501-1600 από 12472
Τώρα δ' λευώ για τον άη Θανάσ';
(1959)
Δηλαδή, είμαι για το νεκροταφείο
Κάνεις αβγό και χύνεσαι;
(1959)
Δεν είναι για να σαστίσης απ' αυτό που άκουσες ή σε συνέβη;
Άη Βαρβάρα βαρβαρώνει, Άη Σάββα σαβανώνει και Άη Νικόλας παραχώνει
(1952)
Προς διατύπωσιν δρυμούς ψύχους λέμε την ανωτέρω παροιμίαν
Αγάπη και βήχας δεν κρύβονται
(1952)
Από τη συλλογή Λιβιεράτου
Όμοιος στον όμοιο και κοπριά στα λάχανα
(1954)
Δηλαδή πάει με όποιον του ταιριάζει
Τα ακούεις, μεν ακούεις
(1951)
Δηλαδή, μην λαμβάνης υπ' όψει σου όλα όσα σου λέγουν
Ααγκρίστη ο λαός του λαονιού, τζαι που να να μείνη
(1951)
Θύμωσε ο λαγωός με την κατοικίαν του (τα όρη) και που θα πάει να μείνει
Θε μου, του Αγιουργιού να φέξ
(1952)
Λέγεται υπό του υπαλλήλου ακαμάτου, του προσληφθέντος την 26 Οκτωβρίου, ίνα η θητεία του τελειώση γρήγορα
Στες χαρές ο πίσκοπος τζιαί στες πομπές ο δκιάκος
(1953)
Ερμηνεία: Λέγεται δι' εκείνους οι οποίοι θέλουν να απολαμβάνουν των αγαθών μόνον. Τας αντιξοότητος τους αφήνουν εις άλλους
Αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννούν οι κότες
(1959)
Αλλού περιμένεις να γίνη ένα τι και αλλού γίνεται
Είναι αλμυρό
(1959)
Αλμυρό = ακριβό
Όταν γεράση ο κόκκορας, τον τσιμπούν κι οι κότες
(1953)
Συνήθως επί γερόντων, τουσ οποίους περιφρονούν λόγω του γήρατος
Κόψε με αγά ν' αγιάσω
(1957)
Το λέγανε για τους Χιώτεσελ. Φράση κοροϊδευτική για όσους υποχωρούσανε χωρίς αντίδραση
Ο άη Γιώργη ο βούργαρος και σκορποφαμελίτης
(1958)
Επειδή διώχνει τους άντρες στα ξένα (καλοκαιρεύει τότε)
Όπ' αγαπάει, γνωρίζεται αφ' την περβατησιά του΄αλλού πατεί, αλλού θωρεί, κι αλλού 'ν' το νόημά του
(1952)
Νόημα = η σκέψη του
Ηύρες άγιο ν' ανάψεις κερί
(1957)
Για τους κακότροπους και τους τσιγγούνηδες, όταν καμιά φορά τους γυρεύουν κάποιαν εξήγηση
Η αγάπη, ανάθεμάτη, στην αρκή είναι γλυκιά, μα στη μέση πιπερίζει, και στο τέλος είν' πρικιά
(1952)
Πιπερίζει (πιπέρι)καίει, πρικός = πικρός
Απ' αντραπή τζι αγκαστρωθή κακόν αγκάστριν έσιει
(1953)
Να μη ντρεπώμαστε
Όπου ακούς Μαριά και Γιάννη, βάλε ψάρια στο τηγάνι μα έχει κι έναν άγιο Γιάννη μήτε ψάρια μήτε λάδι
(1953)
Του αγίου Ιωάννου ( 29 Αυγούστου)
Τ' Αντριά αντριεύ' ο καιρός
(1953)
Όποιος θέλει ν' αγαπήσει πρέπει να χασομερήσει
(1957)
Απόσπασμα κι' αυτό από δημοτικό τραγούδι και για να συμπληρωθή μάλιστα το τετράστιχο προσθέτανε: πρέπει γρόσσα να ξοδιάσει και να μη τα λογαριάσει
Αν δεν πιάσης προζύμι, ψωμί δεν ζυμώνεις
(1953)
Δια την προνοητικότητα
Η κότα έκανε τ' αβγό ή τ' αβγό την κότα
(1959)
Μη χάνεις την ώρα σου για πράγματα που ποτέ δε θα τα μάθεις.
Άλλοι τρώσι το λαρτίν τζι' άλλοι ππέφτουν στην ορκήν
(1953)
Άλλοι είναι φταίστε, και άλλοι κατηγορούνται συνήθως
Είναι ακριβότερα από το σφουγγάτον του Άη Γιώργη
(1955)
Παροιμία για τα ακριβά πράγματα. Σφουγγάτον = είδος ομελέττας. Σχετικώς Βλ. Σελ. 296
Αγάλια, αγάλια πας μακριά
(1959)
Σιγά, σιγά αποχτώνται τα πάντα- ποτέ με μιας
Έτσι αγάδες; Στα στρώματα καί στά παπλώματα γαμώ και γώ κυράδες
(1958)
Κυράδες, ελέγοντο από τούς ραγιάδες αι αλβανίδεσελ. Η παροιμία δηλοί ότι, όταν κανείς έχει όλα τα μέσα, δύναται κι' αυτός νά τά κάνη όλα
Κόβω το κεφάλι μου, αν δεν γίνει έτσι
(1956)
Ήτοι στοιχηματίζω να κόψω το κεφάλι μου, εάν δεν συμβή γεγονός τι συμφώνως προς όσα εγώ θέλω
Βρ'ηκες κι άγιο ν' ανάψης κερί
(1959)
Δι' άνθρωπον, τον οποίον δεν ημπορείς ευκόλως να ξεγελάσης ή δι' άνθρωπον πονηρόν, ο οποίος όλα τα λογαριάζει σχολαστικώς ή δι' άνθρωπον τσιγκούνην, από τον οποίον δεν ημπορεί να περιμένη κανείς π.χ. ελεημοσύνην ή από ...
Αγία Βαρβάρα γέννησε κι ο άγιος Σάββας το δέχτηκε κι ο άγιος Νικόλας έδραμε να πάει να το βαφτίση
(1958)
Εννοείται το χιόνι
Έχει τη δραγμή στα δόντια
(1954)
Επί του καχεκτικού
Αϊ Βαρβάρα βαρβαρώνει, Αϊ Σάββας σαβανώνει κι Αϊ Νικόλας παραχώνει
(1959)
Για τις γιορτές αυτές λένε, όποιος δεν τις γιορτάζει, πως όταν ξανάρθη η Αγία Βαρβάρα δεν θα τους εύρη ζωντανούς και λένε τ' ανωτέρω
Ως τ' άγι- Αντωνιού παγώνα πάει η τρούλλα του χειμώνα
(1958)
Παγώνα= Πάγοι- κρύο. Περνά το μέσον του χειμώνα
Τ' αϊ Φιλίππου 'φίλησε τ' αϊ Πλατάνου κάτσε
(1958)
Οι παλαιοί λέγανε την ανώτερω. Δηλαδή η πούλια του αγίου Φιλίππου 'φίλησε (=εβασίλεψε) με το ηλιόβγαρμα, δηλαδή με την ανατολήν του ήλιου. Του Αγίου Πλατάνου (=αγ. Πλάτωνος) “κάτσε” δηλαδή έχει βασιλέψει πριν βγη ο ήλιος. ...
Αγία Μαρίνα κόβει τα αγγούρια και η Σωτήρα τα σταφύλια
(1952)
Της Αγίας Μαρίνης μαζεύουν τα πρώτα πεπόνια και καρπούζια λέγεται η ανωτέρω παροιμία του δε Σωτήρος γίνεται ο πρώτος τρύγος των σταφυλιών
Βαρβάρα, βαρβαρώνει Σάββας, σαβανώνει κι Αϊ Νικόλας παραχώνει
(1958)
Επειδή συνήθως αυτές τις εορτές ρίχνει πολύ και απότομο χιόνι
Το κεφάλι μου θέλει χτύπημα
(1956)
Η φράσις αυτή λέγεται εις περίπτωσιν κατά την οποίαν μεταμελείται τις δια κάτι το οποίον έπραξε
Άδρωπος εν ο τόπος τζι' ο τόπος γέρημος
(1953)
Όλα εξαρτώνται από τον άνθρωπον, Εν = είναι, Γέρημος = έρημος
Ο κούκκος θέλει σύντροφο και το ρεβύθι ανάριο
(1956)
Ο κούκκος εδώ είναι το κουκκί
Αγάλλι' αγάλλια φύτευε ο φρόνιμος αμπέλι, αγάλλι' αγάλια γένεται η αγουρίδα μέλι
(1953)
Όλα γίνονται και κατορθώνονται δια της επιμονής και της φρονήσεως
Όταν ξυρίζονταν ο αγάς χέστηκε ο μπαρμπέρης
(1958)
Παροιμία που δείχνει απρόοπτο εμπόδιο, δυσμένειαν της μοίρας
Δέκ' αγόραζε κι' ένα πούλα
(1957)
Προτιμότερο είναι ν΄ακούει κανείς παρά να μιλά
Όποιος θέλει ν' αγαπήση πρέπει να κακονυχτήση, θέλει κι' άσπρα να ξοδιάση και να μην λογαργιάση
(1958)
Λέγεται δια τας περιπετείας του έρωτος
Βαρύ καλοκαίρι, αλαφρύς χειμώνας
(1952)
Λαική παρατήρηση, που ισχύει κι αντίστροφα: Αλαφρύ καλοκαίρι, βαρύς χειμώνας
Άγια Μαρίνα με τα σύκα κι Άγιος Λιάς με τα σταφύλια
(1956)
Δηλαδή, την ημέραν της Αγίας Μαρίνης γίνονται τα σύκα, την δε ημέραν του προφήτου Ηλία, έχουν ήδη γίνει τα σταφύλια
Όπου αγαπάς, μη σύχναζε
(1956)
Δια της παροιμίας αυτής εννοείται, ότι όταν κανείς συχνοπηγαίνη εις το σπίτι του φίλου του, όταν κατ' άλλην έκφρασιν "λατσουρίζονται μαζί" ή "έχουνε λάτσα - πλούτσα" θα έλθη ημέρα που θα ψυχρανθούν.
Ο Άϊ – Γιώργης τ' ανοίγει κι' ο Άϊ – Δημήτρης τα κλείνει
(1955)
Λέει η λαϊκή παροιμία για τα πανηγύρια
Κάθα άγιους κ' χάρη d' έχ'
(1959)
Αγάλια βγαίνει ο ανήφορος
(1959)
Σιγά, σιγά κερδάμε τα μεγάλα αποχτήματα
Βαρβάρα βαρβαρώνει, Σάββας σαβανώνει άη Νικόλας παραχώνει
(1953)
Τους μη κρατούντας αργίαν
Όπ' αγαπάει βρίζει
(1959)
Οι ερωτευμένοι όταν δεν είναι φανερωμένοι στα μάτια των άλλων, βρίζουν ο ένας τον άλλον, στους άλλους για να διώξουν υποψίες
Δε σήκωσα κεφάλι
(1956)
Ήτοι δεν απηλλάγην από κάτι, λ. χ. από δουλειές, από χρέη
Δεν του το γυρίζεις το κεφάλι, ούτε με μαναβέλες
(1956)
Η φράσις αυτή λέγεται δι' άνθρωπον επίμονον και ισχυρογνώμονα, και εννοείται δι' αυτής ότι είναι αδύνατον να τον κάμης να αλλάξη γνώμην
Κακό του κεφαλιού σου κάνεις
(1956)
Η φράσις αυτή λέγεται εις δεύτερον πρόσωπον εις περίπτωσιν κατά την οποίαν τούτο παρακούει ή πράττει τι αντικείμενον προς το ιδικόν του συμφέρον
Κάλλιο σκύλ' απο την Κρήτη παρά φιλ' αγιομαυρίτη
(1958)
Αγιομαυρίτης = Λευκα δίτης απο την πρωτεύουσα
Αγάλι' αγάλια γίνεται η αγουρίδα μέλι κι' αγάλι' αγάλια φ'τεύεται σταφίδα στο Καστέλι
(1956)
Στο Καστέλι (κάστρο), ένας γέροντας έλεγε [τ' ανωτέρω]
Άλλου του κάτσι κάτσι κι άλλου του μανικουτράβα
(1955)
Λέγετια για κείνους, που δείχνουν μια τυπική φιλοφρόνηση, χωρίς έφεση για πραγματική εξυπηρέτηση. Λένε δηλαδή μονάχα κάτσε χωρίς να σε κρατάν από το μανίκι για να μη φύγης
If you want a big spoon, you should use a big hoe
(1959)
Αφού θέλεις μεγάλο κουτάλι, θα έπρεπε να χρησιμοποιούσες μεγάλη αξίνα
Αρνίν πασσίυν
(1951)
Λέγεται όταν πρόκειται να παροτρύνης κάποιο να μιλήση υπέρ σου