Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1201-1300 από 12472
Έκαμεν τζι' ο Γεννάρης Ήλιον
(1953)
Λέγεται όταν χαμογελάση κάποιος σκυθρωπός
Τον έκανε του αλατιού
(1956)
Φάγαμε ψωμί κι αλάτι μαζί
(1956)
Μπάτι, σκύλοι, αλέστι κι αλ'ιστικά μη δίν'ιτι
(1956)
Λέγεται σε περίσταση ακαταστασίας και αναρχίας
Ακόμα δεν τον είδαμαν, Γιάννη τον εβγάλαμεν
(1953)
Δεν πρέπει να σπεύδωμεν βεβιασμένα εις κρίσεις και επαίνους, αλλά να αφίνωμεν να μιλήσουν πρώτα τα πράγματα
Νά λείψουν τά πεπέρια μου νά ιδώ τά μαγερμά σου
(1955)
Συνήθως λέγεται για ανθρώπους οι οποίοι καυχιώνται γιά τά αγαθά τους, ενώ είναι μόχθοι άλλων εργαζομένων ανθρώπων. Δηλαδή η νοικοκυρωσύνη τών γονέων και η υπερηφάνεια τών παιδιών
Τον νούρον του αλουπού εβάλαν τον μέσ' στο καννίν τζί έν ισσίωσεν
(1954)
Την ουρά της αλεπούς την βάλανε μέσα στο καλάμι, και πάλι έμεινε στραβή
Η αλουπού είχε αργατιά κι' εκείνη ακριδολόγαγε
(1959)
Αδιαφορής για κάτι που έχεις μεγάλο συφέρο, από κείνο και ασχολείσαι με κάτι το ασήμαντο
Αλέθει ο μύλος μπάρμπα; από χαραής, παιδί μου!
(1958)
Όταν είναι από χαραής δεν είναι καλό να ρίξη στον πελάτη τα χαράματα. Το σωστό ήτανε να πρωταλέση ο μυλωνάς δικό του, να το κοσκινίση, να το βάλη στην άκρη κι ύστερα να το μοιράση λίγο λίγο στους μουστερήδες
Εμπάτε χοίροι 'λέσετε και λεστικά μή δώσετε
(1958)
Λέγεται όταν παρατηρείται ακαταστασία εις μίαν επιχείρησιν
Αν κλείση μιά πόρτα θ' ανοίξουν δέκα παράθυρα
(1953)
Δια το ότι [δεν] πρέπει να απελπίζεται κανείς όταν ευρίσκη μίαν δυσκολίαν
Η καλή νοικοκυρά πριν πειναση μαγειρεύει
(1953)
Περί προνοητικότητος
Δεν έχει αλάτι!
(1959)
Βραδυάς ύπνο δεν έχει
Δείξου τον πατέρα
(1954)
Είναι παρμένον από το Ευαγγέλιον
Παρά στην έγνοιααν κάλλιον στην τζιοιλιάν
(1956)
Τζιοιλίαν = η κοιλιά
A king does not have two heads = Ένας βασιλιάς δεν έχει δυό κεφάλια
(1959)
Βουλγάρικη παροιμία
Τζιείνος που εν ημπορεί να δέρη τον γάδαρον δέρνει το σάμαν
(1953)
Επί ανισχύρων
Όποιος δεν έχει νύχια να ξυστή τον τρων οι ψείρες
(1954)
Διά το αναντικατάστατον της χάριν ημών βοηθείας εξ ημών των ιδίων
Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινασουν μαγειρεύουν
(1953)
Περί προνοητικότητος
Εύρε νάχης και δούλεψε να πορεύεσαι
(1954)
Ευτυχής θα είσαι να βρής κληρονομιά από τους γονείς σου και έχοντας και μια τακτική εργασία από την οποία θα αμοίβεσαι καλά, θα ζής ευτυχισμένα
Ξημερώνοντας γιορτή δεν φαίνεται η προκοπή
(1953)
Αι γυναίκες κατά τας εορτάς δεν εργάζονται
Καθαρός ουρανός αστραπές δε φοβάται
(1955)
Την μεταχειρίζονται όταν πρόκειται περί ενός εντίμου προσώπου το οποίον προσπαθούν διά διαφόρων τρόπων και μέσων να συκοφαντήσωσι
Ντράπου ντράπου η παπαδιά ευρέθη γκαστρωμένη
(1955)
Δηλαδή η πολύ καλογνωμούδα καμμιά φορά φέρνει την κουταμάρα
Ο παπάς που λουτουρκά δκυό εκκλησιές της μιας γελάς της
(1953)
Λουτουρκώ = λειτουργώ
Το γινάτιν βκάλλει μμάτιν
(1953)
Να μη είμεθα πείσμονες
Η αλήθεια 'ναι λάδι και πλέει
(1952)
Στο τέλος δείχνεται
Passo kombo ercete sto fteni = Κάθε κόμπος έρχεται στο χτένι = Ogni nodo viene al pettine
(1950)
Από τους Ελληνοφώνους του Zollino της Απουλίας
Μπάτι, σκύλοι, αλέστε κι αλεστικά μη δώστε
(1957)
Για τους ασύδοτους
Όμορφέ χρυσέ μου άντρα τί σκατά θα φάμε βράδυ;
(1958)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Η αλέστα έτρωε πίτα κ' η κουτή έστεκε κ' εκοίτα
(1952)
Αλέστος (ιταλ.) = γρήγορος, σβέλτος
Η αλήθεια είναι μαλλώτρα
(1957)
Άλλαξεν ο Μανωλιός κι ήβαλεν τα ρούχα του αλλιώς
(1957)
Ερμηνεία: Ήτοι δεν αλλάζει η φύσις του ανθρώπου κι αν αλλάξη ζωήν
Κλαίε σύ τον άντρα μου κι' εγώ θα πάω στον γάμον
(1951)
Λέγεται δι' εκείνους οι οποίοι επιφορτώνουν εις άλλους υποχρεώσεις ας οποίας αυτοί έπρεπε να επιτελέσουν
Η αλήθεια είν' ο Θεός
(1952)
Τον γράφει στα παλιά του τα παπουτσια
(1956)
Ερμηνεία: Δεν τον λογαριάζει, δεν τον λαμβάνει υπ' όψη
Μπάτε λύκοι και αλέστε και αλεστικό μη δίνετε
(1954)
Όταν σε μια οικογένεια λ.χ. Υπάρχει αναρχία και καθένας κάνει ότι θέλει
Ακριβός θαρρεί κερδαίνει και φύρα και δε το νοιώθει
(1956)
Ο φιλάργυρος με τη φιλαργυρία του χάνει, αντί να κερδίσει
Τι γυρεύει η αλεπού στο παζάρι;
(1957)
Για όσους αναμιγνύονται σε ξένες και κάπως επικίνδυνες υποθέσεις
Του παιδιού μου το παιδί, δυο φορές παιδί μου
(1953)
Λέγεται στις γιαγιάδες για την αγάπη των προς τα εγγόνια
Κάθεται πάνω στα τσαλιά ή στα καρφιά
(1959)
Ερμηνεία: Δεν είναι ήσυχος
Μια φορά γελιέτ' η αλεπού
(1956)
Τα παθήματα γίνονται μαθήματα
Μαύρη αλήθεια
(1956)
Αλήθεια που μπορεί σε μερικούς μερίκους να μη συμφέρη
Ο Μάης έχει την κρουή κι' ο θεριστής την πείνα
(1956)
Από τον Γερ. Παπαδόπουλο, δημ/λο, έτων 45. Εγεννήθηκε στο Κιόνι Ιθάκης. Στο καφενείο με συνεργασία
Ανακαλύου τον άντρμ μου τζί εγιώ εν πάω στογ γάμον
(1951)
Λέγεται δι' εκείνους οι οποίοι επιφορτώνουν εις άλλους υποχρεώσεις ας οποίας αυτοί έπρεπε να επιτελέσουν
Ώσπου να πή η αλουπού τα πάθη της, εφκάλαν την πετσιάν της
(1951)
Περί των ασυνάτων και φτωχών όταν αδικώνται
Α μωρή αλεπού, πονηρεμένη
(1958)
Τη λέμε σε γυναίκα που σε πολιτεύεται : αλλά άλλα τσή λές και άλλα κάνει
Αλεπού δεν χορούσε στην τρύπα κολοκύθια, άζευε
(1954)
Επί πλεονεξίας
Εβγήκε κι η γι αλουπού στο παζάρι
(1958)
Όταν εμφανίζεται κανείς ξαφνικά στη κοινωνία
Τα τραβάς με το μαγνήτη, σαν την αλεπού
(1956)
Η φράσις αυτή, εννοεί τον άνθρωπον, ο οποίος είναι επιτήδειος, εις το να αποκτά χρήματα, κατα το πλείστον ακόπως, δια διαφόρων τεχνασμάτων, όπως ακριβώς η αλεπού ελκύη τα πουλιά με τον μαγνήτη, που πιστεύεται οτι έχει στα ...
Σε ξέρω τι αλεπού είσαι
(1956)
Με αλεπού παρομοιάζεται η πονηρή γυναίκα
Έβαλε σιδερένια παπουτσια
(1956)
Ερμηνεία: Κόπιασε πάρα πολύ για να το επιτύχη
Να σε κάμη δυο παραδιώ
(1956)
Ερμηνεία: Επί απειλής
Τρύπιου σακκί
(1953)
Ερμηνεία: Επί ασώτου
Κόβει όξου τουν πριάκουπου
(1953)
Πριάκουπους = μικρό αυλάκι που το κλείουν μετά το πότισμα
Αναπιάζει τα προυζύμια
(1953)
Θωπεύει τους μαστους της καλής του
Πώς θωρείς τον άλλονε; σαν τον εαυτό σου
(1959)
Ο κακός νομίζει τους άλλους κακούς και ο καλός καλούς και πολλές φορές την παθαίνει
Ποιός είδε το Θεό και δε το φοβήθκε
(1959)
Όταν ένας αγρίευε κι έκαμνε στον άλλον σκληρές παρατηρήσεις
Ζωντανός θάνατος
(1959)
Ο άρρωστος ούτε γιανίσκει, ούτε πεθαίνει κι ο δυστυχής τυραννιέται, γι' αυτόν λένε πως είναι ζωντανός θάνατος
Ήθελές τα και παθές τα
(1959)
Εξαιτίας σου τα έπαθες
Όσο χιονίζει αρμένιζε κι όταν κιαρίνη κάτσε
(1956)
Θα δυναμώση ο αέρας
Τ' ανταμικό και το έρμο είναι ένα
(1954)
Όταν υπάρχουν διαφοραί μεταξύ δυο ιδιοκτητών ο ένας βλάπτει και αδικεί τον άλλον
Δτις δέκα έννοιωσ ο κουφός
(1954)
Έννοιωσ ή έννοιωσε
Κοροΐδευε ο ποριάρης του κλαννιάρη κι' ο πεζός του καβαλλάρη
(1951)
Δι' εκείνους οι οποίοι κοροϊδςύνου τους άλλους δια τα ελαττώματά των, ενώ κι' αυτοί έχουν τα ίδια. Επίσης δι' εκείνους οι οποίοι κοροϊδεύουν τους ευρισκομένους εις πλεονεκτικωτέραν θέση από αυτούς
Όποιος πεί την αλήθκειαν τρυπά η τζ'σιλιά του;
(1951)
Όποιος πεί την αλήθεια τρυπά η κοιλιά του;
Κοροΐδευε ο γύμνος τον ξινοβράκωτον
(1951)
Λέγεται δι' εκείνους οι οποίοι κορϊδεύνουν τους άλλους δια τα ελαττώματά τους των ενώ κι' αυτοί έχουν τα ίδια
Η αλεπού, αλεπουδάκια θα κάνη
(1956)
Η παροιμία αυτή λέγεται συνήθως δια τους γονείς εκείνους, οι οποίοι κάνουν πονηρά ή και έξυπνα παιδιά, επειδή και αυτοί είναι πονηροί ή έξυπνοι
Η αλουπού περίμενε στον κριαριού τ΄αρχίδια κι έκατσε και ψόφησε
(1957)
Για κείνους που περιμένουν μοιρολατρικά από τη βοήθεια των άλλων
Ti ccymate dem bianni azzalia = Όποιος κοιμάται δεν πιάνει ψάρια = Chi dorme non piglia pesci
(1950)
Από τους ελληνοφώνους της Βόνα Καλαβρίας
Είδες του σκύλλου το μαλλίν να γίνεται μετάξι; είδες και του αγριόλυκου η γνώμη του ν' αλλάξη;
(1954)
Ερμηνεία: Η πονηρά φύσις των ανθρώπων δυσκόλως μεταβάλεται
Δίνει τσ' κλέφτς ψουμί
(1953)
Ερμηνεία: Επί διεφθαρμένης γυναικός
Κιρνάει τ' νύφη
(1953)
Δωροδωκεί
Κατά μάννα κατά κύρη τέτοιος γυιός τέτοιο ζαφίρι
(1954)
Όποια διαγωγή έχουν οι γονείς την ίδια θα δώσουν και στα παιδιά των