Αναζήτηση
Αποτελέσματα 11501-11600 από 12472
Όπου με βγάλ' η άκρια
(1957)
Πηγαίνω στην τύχη
Ηύρες άνθρωπο!
(1957)
Μειωτικός χαρακτηρισμός για κάποιον
Κυλάει η πέτρα στ' αυγό,αλλοίμονο στ' αυγό! Κυλάει τ' αυγό στην πέτρα,αλλοίμονο στ' αυγό
(1957)
Όταν συγκρούονται αδύνατοι με ισχυρούς,πάντα οι αδύνατοι ζημιώνονται.
Είδ' ο γύφτος τη γενιά του κι' αναγάλιασε η καρδιά του
(1957)
Για τη χαρά γενικά που νοιώθει κάποιος στο αντίκρυσμα ενός συγγενικού ή πολύ σχετικού προσώπου
Ο βήχας κι' ο παράς δεν κρύβονται
(1957)
Αλλού, όπως είναι γνωστό, προσθέτανε καί τόν έρωτα, τήν “αγάπη”
Βράζει στο ζουμί του
(1957)
Αντιμετωπίζει μια δύσκολη κατάσταση εκ' των ενόντων και όπωσδήποτε στενόχωρα με στερήσεις
Τον φάνηκε βουνό
(1957)
Ερμηνεία: Για κάτι που δημιουργεί υπερβολική εντύπωση ως εμπόδιο. Ανάλογη και η φράση: “ Βουνό το ήκανε ”
Στ' αντρούς τ' ανεσκουμπώματα παινεύεται η γυναίκα
(1957)
Ανεσκουμπώματα=δραστηριότητα κι' επιτυχίες απ' αυτή. Λέγανε όμως και αντί “παινώσται η γυναίκα”, “πετιέται κι' η γυναίκα” με την έννοια εμφανίζεται
Ο σουλμάς κι' η τραμουντίνα κάνουν τη γρηά φαντίνα
(1957)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Γέρασε και γνώση δεν ήβαλε
(1957)
Για τους αδιόρθωτους παρά την ηλικία τους. Σχετική και η φράση “Ήβαλα γνώση”= συνετίστηκα ύστερα από κάποια εμπειρία.
Κρεμάστηκε απ' τη γλωσσά μου
(1957)
Μ' άκουε με εξαιρετική προσοχή
Σαν ψαλίδι κόβει η γλώσσα του
(1957)
Για τους φλύαρους
Τι τα θές! Τι τα γυρεύεις!
(1957)
Συμπέρασμα επιβεβαιωτικό μιας γνώμης
Μπρός γκρεμός καί πίσω ρέμμα
(1957)
Άσπρα πρόβατα, παντεύουν μαύρα κούτσουρα
(1953)
Όταν υπάρχει προίκα παντρεύονται κι οι άσχημες που μοιάζουν με κούτσουρα
Τεσόν κοιλία να πονή τεσόν παιδί να εν'
(1954)
Αυτό δείχνει την επιθυμία τους για την απόκτησιν δικού των παιδιού
Σε δούλεψα, με πλέρωσες, σπολλαίτη των χεριών μου
(1952)
Έρισσος. Σπολλαίτη = ευχαριστίες (από το εκκλησιαστικό εις πολλά έτη, δέσποτα). Για τα λεφτά που μου 'δωσες, ας είν' καλά τα χέρια μου, δεν πρέπει να μου το λές διαρκώς για ευεργεσία
Ποιός σου 'βγαλε ντο μάτι σου, ο αδερφός μου
(1958)
Λέγεται όταν συκοφαντήται τις από συγγενείς του
Άλλος ψυχομαχά κι' άλλος καυλομαχά
(1957)
Στις περιπτώσεις ιδίως πού δε λογαριάζει κανείς τή δύσκολη θέση πού βρίσκεται ο άλλος, αλλά απεναντίας του γίνεται και ενοχλητικός. Γενικά όμως γιά τις έντονες αντιθέσεις πού εμφανίζει η ζωή
Όποιος δεν τον ξαίρει, ακριβά τον αγοράζει
(1957)
Όταν δείχναμε μερικοί εκτίμηση για κάποιον που δεν την άξιζε
Τραβάει το αίμα
(1957)
Η συγγένεια ελκύει
Κι' αν πέσανε τα δακτυλίδια, τα δάκτυλα μένουνε
(1957)
Για τους ξεπεσμένους που χάσανε την περιουσία τους και που εν τούτοις διατηρείται η αξία της προσωπικότητάς των
Πλιότιρις μυίγις πιάν' ς μι του μέλλι παρά μι του ξίδι
(1955)
Ο καλός δηλαδή τρόπος επιτυγχάνει καλύτερα αποτελέσματα
Έχεις γρόσια, έχεις γλώσσα
(1953)
Μεγάλη είναι η δύναμις των χρημάτων. Ένας πτωχός δεν έχει το θάρρος να λέγη ελεύθερα τη γνώμη του
ιμπρέτ
(1953)
ιμπρέτ (το) [λ. Τουρκ.] το παράδειγμα. “Πήρε ιμπρέτ'”, επαραδειγματίσθη από την ατυχή έκβασιν μιας πράξεως. “Μ' έκανες ιμπρέτ'”, με λέρωσες. Παρ.φρ.
Εδέκει π' ο Θεός τα συμμαζώνει, έρκετ' ο διάολος και τα σκροπάει
(1952)
εδέκει ή εδεκεί
Το διαμάντι κι α μαυρίση, αν το τρίψης, θα γυαλίση
(1952)
Παλική, από τη συλλογή Λιβιεράτου
Κάθε γουρούνι για τη μουσούδα του σκυλαύει
(1952)
Πύλαρος, Μουσούδα = μούρη, Σκυλαύω = σκάβω με το στόμα, Σκαλεύω = ψάχνει για τον εαυτό του να φάη
Όθε σαρτάρ' η γίδα, θα σαρτάρη κ' η βετούλα
(1952)
Σαρταίνω και σαρτάρω (ιταλ.) = πηδώ, βετούλα (ιταλ.) = μικρή κατσίκα
Τση γριάς τον έπαινο, η ανηφοριά τον δείχνει
(1952)
Πύλαρος από τη συλλογή Μακρή
Άμα δε μπορείς να δαγκάσης, γλέιφε
(1952)
Πύλαρος από τη συλλογή Μακρή
Γάλα, μπιστικέ! Λιβάδια αφέντη
(1952)
Χωρίς λιβάδια και βοσκή, τα πρόβατα δεν δίνουν γάλα
Τσ'ακαμάτρας το βελόνι, δυό οργιές κλωστή βαστάει
(1952)
Το κάνουν επίτηδες
Άλλα 'ν' τα μάτια του λαγού κι΄άλλα τση κουκουβάγιας
(1952)
Πύλαρος, απο τη συλλογή Μακρή
Κάθεται, κάθεται, αυγά γεννά
(1953)
Δι' εκείνον που γεννά διαρκώς νέας ενοχλήσεις
Αουστοτάιζε, γεναροκαβαλίκα
(1956)
Όποιος ταΐζει καλά τα ζώα του τον Αύγουστο, μπορεί να τα καβαλικεύει το Γενάρη
Άπιαστα περδίκια, πέντε στον παρά
(1953)
Εις υποσχέσεις μη πραγματοποιήσιμους
Το αψύ το ξίδ' το αγγειό τ' χαλνά
(1953)
Προς οξύθυμον, που ζημιώνεται από την σύγχυσιν
Στόν άγγελό του θυμιάμα δέ δίν'
(1953)
Είς παροιμιώδη φιλάργυρον
Λάδ' βρέχ', κάστανα χιονίζ'
(1953)
Είς περίπτωσιν μεγάλης αδιαφορίας
Βρώμια ψάρια, καλά παζάρια
(1953)
Το φτηνό είναι ακριβό
Όποιος πνίγηκε, ματάνοιωσε! (με το τριμόχολο)
(1957)
Επειδή, έπειτα από λίγο, μπουνατσάρει. Τριμόχολο ή μπουρίνι. Το Μάη – Μαγιάπριλο, στεριανός βοριάς, τα βουνα της Ηπείρου τονε φέρνουνε
Τί του ήκανα; ο γάιδαρος μου ήφαε το ψωμί του
(1957)
Σιτζίμι = τουρκ. Ένα κομμάτι σχοινί, μάλλον ψιλό, που δένενε τα ζωντανά τους στ' αχούρια (φάτνες), ή σε κάποιο παλούκι (πάσσαλο)
Κι είν' έτσι μουτρωμένος
(1957)
Σιτζίμι = τουρκ. Ένα κομμάτι σχοινί, μάλλον ψιλό, που δένενε τα ζωντανά τους στ' αχούρια (φάτνες), ή σε κάποιο παλούκι (πάσσαλο)
Κι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλλίτερα
(1957)
Έτσι τελειώνανε τα παραμύθια που κανόνα άλλωστε είχαν το happy end
Αλλοί στον που λείπει απ' το γάμο του
(1957)
Για όσους είναι απόντες ενώ διεκπεραιώνονται υποθέσεις των
Ήχυσε μαύρα δάκρυα
(1957)
Από το πολύ δηλ. Κλάμμα
Τον ήδωκε δρόμο
(1957)
Τον έδιωξε
Είναι του διαόλου κάρτσα
(1957)
Απ' τ' αυτί και στο δάσκαλο
(1957)
Είναι ηλιοβασίλεμα
(1957)
Το λέγανε πειρακτικά οι Βουρλιώτες για τους καταγόμενους από τη Δυτική Ερυθραία (Περιοχή Αλατσάτων και Ρέϊζ – ντέρε) που τους θεωρούσανε υποδέεστερους από αυτούς διανοητικά
Αυτού πού είσαι ήμουνα κι' εδώ πού είμαι θάρτεις
(1957)
Τό λέγανε οι πρεσβύτεροι πρός τούς νεωτέρους
Είναι για δέσιμο
(1957)
Ακάλεστος γάδαρος στο γάμο τι γυρεύει
(1957)
Για κείνους που προσέρχονται σε συγκεντρώσεις απρόσκλητοι λιγόταν και σαν ειρωνική απάντηση κάποιου που, καίτοι δεν τον προσκαλέσανε, δεν τούτοις κατόποιν του κάνανε παράπονο
Τι ν' ο κάβουρας, τι 'ν' το ζουμί του
(1957)
Για επιχειρήσεις περιορισμένης εκτάσεως που αναγκαστικά φέρνουν και περιορισμένα αποτελέσματα
Άλλος τον παπά και άλλος την παπαδιά
(1953)
Όταν διαφέρουν αι προτιμήσεις του καθενός
Βαφτίζω και μυρώνω άρα ζήσει, άρα δε ζήσει
(1957)
Όταν έδειχτε κανείς παντελή αδιαφορία για τα αποτελέσματα των ενεργειών του
Είδαμε τα καζάντια του
(1957)
Καζάντι (τουρκ.)=κέρδος, όφελος· και ρήμα καζαντίζω
Ηύρε το δάσκαλό του
(1957)
Βρώμα και δυσωδία
(1956)
Τσου ζουρλούς τσου πάνε στον Άγιο
(1952)
Ζουρλισμένος = τρελός, απάνω στην κρίση του
Τον Αύγουστον τον σιέρεται απόσιει να τρυγήση
(1958)
Αυτό σημαίνει, ότι χαίρονται για τον Αύγουστο εκείνοι οι οποίοι θα τρυγήσουν. (Διηγήθηκε μια γρια από το χωριό “Άγιος Γεώργιος” στην επαρχία Κυρηνείας
Βαφτίζω και μυρώνω, θέλει ζήση, θέλ' μη ζήσ'
(1953)
Λέγεται όταν τις εκτελή μίαν εργασίαν κατά καθήκον μεν αλλά αδιαφόρως, διότι η εκ του αποτελέσματος αυτή ωφέλεια είναι αμφίβολος
Εγώ γελάω τους δώδεκα και χίλιοι με μένα
(1953)
Κακόγλωσσοι και χλευασταί είναι συνήθως εκείνοι που έχουν τας περισσοτέρας κακίας και τα περισσότερα ελαττώματα
Κάλλια γιάτο παρά πούντο
(1953)
Καλύτερα να έχης τα πράγματά σου παρόντα, παρά να είναι απόντα και να ψάχνης αν τα βρής
Πρώτα κελάρης κι' άμα 'στερα 'γούμενος, ξέρ' ο γούμενος τι κάνει ο κελάρης
(1952)
Άμα στέρα = άμα ύστερα, έπειτα
Ο γλάρος (α)ψηλά περά, μα χαμηλά λογιάζει
(1952)
Όσο κι αν σε συνεπαίρνουν τα μεγάλα, μην ξεχνάς τα μικρά
Αν έχασες το δρόμο σου, ή ρώτα ή κάμε πίσω
(1952)
Παλική από τη συλλόγη Λιβιεράτου
Γάτα και γυναίκα πίστη δεν έχουνε
(1952)
Πύλαρος από τη συλλογή Μακρή. Δηλαδή δεν είναι να τις εμπιστεύεσαι
Τα γεράματα, στην πλάτη έχουνε γράμματα
(1952)
Είναι όλο πείρα
Καθ' ανάποδη έχει και την όψια της
(1952)
Η μεταφορά από τα υφάσματα. Κάθε κακό έχει και την καλή του πλευρά
Καθένας βράζει με το ζουμί του
(1952)
Δηλαδή, μόνος του υποφέρει τον πόνο του
Η μάνα μου και η μάνα του σ' έναν ήλιο άπλωναν τα ρούχα τους
(1957)
Ειρωνεία. Όταν δεν υπήρχε συγγένεια μεταξύ δύο
Του καλού αντρούς η γυναίκα από το μάγουλο φαίνεται
(1957)
Είναι καλοθρεμμένη, εύθυμη, με μάγουλα κόκκινα
Έχουνε και τα ντουβάρια αυτιά
(1957)
Ντουβάρι=τοίχος. Πρέπει να προσέχουμε όταν εκμυστηρεύονται μυστικά μας.
Άνθει και ξανανθεί
(1957)
Το λέγανε μάλιστα για τις γυναίκες που παρά την ηλικία τους δείχνονται ξανανιωμένες