Αναζήτηση
Αποτελέσματα 11101-11200 από 12472
Από το ένα φτί το έβαλε κι απ' τ' άλλο τόβγαλε
(1956)
Δεν έδωσε προσοχή στα λόγια που του είπαν
Της εληάς τα βάσανα
(1956)
Πολύ βασανισμένη
Βαπτίζω και μυρώνω, άρα ζήσει και δε ζήσει
(1956)
Για ένα που κάμνει μια δουλειά και δεν ενδιαφέρεται για το αποτέλεσμα
Κάθεται πάν' στα βελόνια
(1956)
Ανήσυχος, είχε μεγάλες στεναχώριες και πέρνα δύσκολες ώρες
Έσκασε τ' αφιόνι του.
(1956)
Ερμηνεία: Ξεθύμωσε
Σα βασιλιάς
(1956)
Δεν τον λείπει τίποτε
Όποιος δε θέλει να ζυμώση, πέντε μήνες κοσκινίζει
(1956)
Όποιος δε θέλει να κάνη μια δουλειά, βρίσκει δικαιολογίες
Τώρα θέλω, άντρα θέλω
(1956)
Για τους ανυπόμονους, που θέλουν ένα τι να γίνη, μόλις το συλλογισθούν
Αν δεν περισσέψη απ' τή δουλειά σ' να περισσέψη απ' το δόντι σ'
(1956)
Πρέπει να φυλάγης, γιά να έχης σε ώρα ανάγκης
Δούλευε να τρώς και κρύψε νάχης
(1956)
Οικονόμησε για να έχης σε ώρα ανάγκης και στα γεράματα
Άσωτη δουλειά, καημένη τέχνη
(1956)
Γιά έναν, πού δουλεύει χωρίς σκέψη, όλο κάμνει και χαλνά, και χάνει την ώρα του
Δυό νομάτοι μ' ένα μάτι
(1956)
Όταν για μια δουλειά πήγαιναν περισσότεροι για να την κάνουν καλλίτερα και την έκαμναν χειρότερα
Δέν είναι γιά τα δόντια του
(1956)
Λέγεται κυρίως, όταν ένας νέος θέλη μιά νέα κατά πολύ ανώτερη
Εγγυητής και καλοπληρωτής
(1956)
Όποιος γίνει εγγυητής, συνήθως πληρώνει και την εγγύηση
Το έχει δίπορτο
(1956)
Μπορεί να το κάνη και με άλλο μέσο, και δεν στεναχωριέται
Δουλειές με τις ουρές
(1956)
Έχει πολλές δουλειές
Τον έδωκε δρόμο
(1956)
Τον έδιωξε
Τ' είν' ο κάβουρας, τι το ζουμί τ'
(1956)
Ένας αδύνατος, τι δουλειά θα κάνη
Η καλή μέρα απ' το πρωί φαίνεται
(1956)
Ο καλότυχος από μικρός φαίνεται
Κρεμάει το ζουνάρι του για καβγά
(1956)
Ζητεί αφορμή για να μαλώση
Τη νύχτα κάνει μέρα
(1956)
Για τον πολύ προκκομένο άνθρωπο
Σαν τον κάβουρα
(1956)
Καρκινοβατεί. Αντί μπρος, πίσω πάγει
Καβουρντίσθηκε
(1956)
Βασανίσθηκε πολύ
Της ρετζέλως τα παιδιά στο χορό γνωρίζονται
(1958)
Ρετζέλι ή ρέτζελο, λέγεται το κουρέλι
Πέθανε η πεθερούλα μου πλάτηνε η αγκωνούλα μου
(1958)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Πεθερός φίδι κολοβό πεθερά, σαϊτα με φτερά
(1958)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Το βουβό ποτάμι να φοβάσαι
(1958)
Παροιμία κατά της υπουλότητος
Είναι για την Πυλουρή
(1956)
Δεν αξίζει. Είναι για πέταμα, ψοφίμι (ζώο ή άνθρωπος)
Οπο 'χει γιο μονογενλη το Μάη διασίδι μη διαστή
(1956)
Μια φορά μια είχ' ένα παιδί μονακριβο κι επειδή ειάστηκε το Μάη τση πέθανε. Από τότες βγήκε η ανωτέρω παροιμία
Τον πουνέντε τον τρώ' ο ήλιος
(1956)
Δηλαδή, αν βάλη πουνέντε το καλοκαιρι τ' απόγευμα, το πρωϊ που θα βγη ο ήλιος θα πέση
Σκάλ' ανεβαίνει, σκάλα κατεβαίνει
(1956)
Αμετάβατα για την τύχη των ανθρώπων
Σαν τ' αυγά της Πασχαλιάς
(1959)
Για να ζήση κανείς στη Ρεντίνα πρέπει να είναι ή σιδερένιος ή μαλαματένιος
(1959)
Δηλαδή να έχη αντοχή ή χρήμα
Άφ'σε, που λέμε, μαύρη πέτρα πίσω της
(1959)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Δυό καρπούζια στ'ν αμασκάλ' δε bαίρνουdι
(1952)
Λέγεται ως συμβουλή εις τους ασχολουμένοις εις επιχειρήσεις, οτι είναι αδύνατος η σύγχρονως επιδίωξης πολλών τοιούτων
Μι τ'ν αράδα σ' θα πάς κι ας είσι κι παπάς
(1952)
Λέγεται ως ενδεικτικόν του ότι το δικαίωμα προτεραιότητος παραμένει σεβαστόν
Δε bουρεί ν' αdαμώσ' τ'ς δυο άκρις
(1952)
Λέγεται για τους δυσπραγούντας,ελλείψει οικονομικών μέσων,ότι ουδέποτε θα ευρεθούν εν γαλήνη.
Γάμους άκλαυτους κι νικρός αγέλαστους
(1952)
Λέγεται ως ενδεικτικόν του ότι εν τω κόσμω αι αντιθέσεις συνυπάρχουν
Λάδ' βρέχ', κάστανα χιουνίζ'
(1952)
Λέγεται ως ενδεικτικόν για κείνους, που αδιαφορούνς τελείως προς το περιβάλλον αυτών
Απού έν' αρνί, δυό τουμάρια;
(1952)
Λέγεται για κείνους που για την ίδια υπηρεσία ζητούν διπλή αμοιβή
Πχοία δε θέλ' να ζ'μώσ' κάθι μέρα κουσκινίζ'
(1952)
Λέγεται ως ενδεικτικόν της απροθυμίας μερικών που για ν' αποφύγουν βαρυτέραν εργασίαν, σπαταλούν τον καιρό των εις παιδαριώδεις ασχολίαις
Μι του δικό φαι κι πχιε, μ' αλισβερίσ' μη gάμ'ς
(1952)
Λέγεται ως συμβουλή για τους συναλλασομένους συγγενείς διότι εντέλει το συμφέρον θα τους αναγκάση να ψυχρανθούν
Μήτε διάβουλου να δης μήτε κι σταυρό να κάμ'ς
(1952)
Λέγεται για κείνους, οι οποίοι χωρίς να προβλέπουν προσκόμματα εις τα έργα των, ευρίσκονται συνεχώς εις αναποδιές
Αριώνουν τα σκόρδα, χουdραίνουν τα κεφάλια
(1952)
Λέγεται ως συμβουλή προς τους επιχειρηματίες ότι ο περιορισμός των εις τας κυριωτέρας ασχολίας θα τους είναι μάλλον ωφέλιμος
Άλλους χάσκα κι' άλλους Πάσχα!
(1952)
Λέγεται ώς ενδεικτικόν εκείνων, πού κατορθώνουν με τρόπον να ωφεληθούν από τους κόπους των άλλων
Γάμος χωρίς παιχνίδια, φάβα χωρίς κρομμύδια
(1956)
Ερμηνεία: Γάμος χωρίς μουσικά όργανα
Μήτε γάμος άκλαυτος, μήτε λείψανο απεργέλαστο
(1956)
Διότι και κατά τον γάμον ο αποχωρισμός από την πατρικήν οικίαν προκαλεί δάκρυα και εις τας κηδείας ενδεχόμενον να προκληθούν γέλωτες
Καλός κακός, είναι βλοητικός
(1956)
Ερμηνεία: Επί των μη άλλως δυνατών γενέσθαι
Βρέξε κώλο να φας μπαρμούνι
(1956)
Ερμηνεία: τα καλά κόπους κτώνται
Ό,τι βρέξη, ας κατεβάση
(1956)
Έχω πλήρη αδιαφορίαν
Του φαίνεται βουνό
(1956)
Επί ανυπερβλήτου δυσκολίας
Δεν ακούει θεού βροντή
(1956)
Επί κωφού
Ανθρώπινη βόη, Θεού οργή
(1957)
Ακτυπά τζιαι της πρόκκας, ακτυπά τζιαι του πετάλου
(1954)
Σημείωση: Κτυπά το καρφί, κτυπά και το πέταλο
Εν' του σσιοινιού τζαι του παλλουτζιού
(1951)
Λέγεται δι' ένα, πολύκακουποιού άνθρωπου
Ο πεμπάμενος με δέρνεται, με σκοτώνεται
(1951)
Με = με = μήτε, ούτε
Η πρώτ' είναι μαργιόλα κι η δεύτερη ανοί'ει την όρεξη
(1958)
μαργιόλα = χαψά
Πρώτο σουρόκ' αρμένιζε και δεύτερα μαΐστρο
(1958)
Οι σουρόκοι θ' αρχινήσουν από αβαλίδοι
Δεν είμαι φαγάς, είμαι παραπονιάρης
(1954)
Ερμηνεία: Λέγει την παροιμία ταύτην ο παραπονούμενος ουχί τόσον λόγω στερήσεως υπ' άλλου αγαθού τινος, αλλά δι' αυτήν ταύτην την κατ΄αυτου προσγενομένην αδικίαν ή έλλειψιν εκτιμήσεως
Πουλάμε μέρα κι αγοράζουμε νύχτα
(1954)
Ήτοι: ημείς μεν προς τους άλλους ως προς τας υποχρεώσεις μας είμεθα δίκαιοι και ακέραιοι εν αντιθέσει προς τα σχέσεις άλλων προς ημάς
Παπά παιδί διαβόλου εγγόνι
(1954)
Η αυτή αλβανιστί: “Πρίφτ ντιάλι Σεϊτάν νιπρ”
Ο τεμπέλης κι ο φαγάς ή μουχτάρ'ς ή παπάς
(1953)
Μουχτάρης = πρόεδρος κοινότητος
Ο τεμπέλης κι ο φαγάς ή dραγάτης ή παπάς
(1953)
Dραγάτης = αγροφύλακας
Κουτσοί στραβοί στον Άγιο Παντελεήμονα
(1956)
Όταν πηγαίνουν πολλοί να βοηθηθούν από γνωστόν ελεήμονα
Ακόμη δε βγήκ' απ' τ' αβγό
(1956)
Είναι ακόμη μικρός και άπειρος του κόσμου
Έχασε τ' αβγά και τα καλάθια
(1956)
Τα έχασε, σάστισε και δεν ήξευρε τι να κάνη.
Κάνει τον άγιο Ονούφριο
(1956)
Κάνει τον ανήξερο και τον αθώο
Δε βράζ' με το ζουμί τ'
(1956)
Δύστροπος, δεν κάθεται ήσυχα
Το αβγό ψήνεται
(1956)
Κάνει υπερβολική ζέστη
Τα σκόρδα όσο αριά είναι (φυτεμένα), τόσο χοντρά γίνουνται
(1956)
Όσο ολιγώτεροι μετέχουν στα κέρδη, τόσο και τα ωφέλη περισσότερα
Του Απρίλη η βροχή, κάθε κόμπος και φλουρί
(1956)
Η βροχή τον Απρίλιο είναι πολύ ωφέλιμη στη γεωργία
Του Απρίλη η βροχή, βρέχει διαμάντια
(1956)
Του Απρίλη η βροχή είναι πολύ ευεργετική