Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-100 από 12472
Χόrtο άjje potamό, ligo tiri, ce poddi orό
(1950)
Άjje = από, εξ
Pedia ce climata θeluci kanunimena sto spiti
(1950)
Νεοελληνική: Παιδιά και κλήματα θέλουν φύλαγμα στο σπίτι
Sti skafiδa ce to pλisimo gnorijete i jineka
(1952)
Στή σκάφη και στό πλύσιμο γνωρίζεται η γυναίκα
Tes krambe te nnee fitate, ce tes pale mi ttes sizi
(1950)
Νεοελληνική: Φύτεψε τα λάχανα τα καινούρια, τα παλιά μην τα ξεριζώσης
Sti mmattza ce sto plini annozijete i jineka
(1950)
Νεοελλ. Στη σκάφη και στο πλύσιμο γνωρίζεται η γυναίκα. Ιταλικ. Alla madia e al lavare si conosce la donna
Pedia ce ampela kratesotta essu
(1950)
Νεοελληνική: Παιδιά και κλήματα θέλουν φύλαγμα στο σπίτι
Sti mmastra ce sto plima annorizete i jineka
(1950)
Νεοελλ. Στη σκάφη και στο πλύσιμο γνωρίζεται η γυναίκα. Ιταλικ. Alla madia e al lavare si conosce la donna
Afse jineka ce χαlαζi en ercete kalo
(1950)
Νεοελλ. Απ΄ τη γυναίκα και το χαλάζι δεν σου ΄ρχεται καλό. Ιταλ. Dalla donna e dalla grandine mai bene ti arriva
I pudda kάnni t' αguό ce o alestora karkaraϊ
(1950)
Από τους ελληνοφώνους της Bova Καλαβρίας. Αlestora=Αλέκτορας. Νεοελλ.: Η κόττα κάνει το αυγό και πετεινός κακαρίζει. Ιταλ.: La gallina da l' uovo e il gallo chioccia.
I όrnisa kάnni t' aguό ce o kaddo ikantali
(1950)
Από τους ελληνοφώνους του Zollino της Απουλίας. Kaddo= από το gallus. Νεοελλ.: Η κόττα κάνει το αυγό και πετεινός κακαρίζει. Ιταλ.: La gallina da l' uovo e il gallo chioccia.
Kαli jinekα 'em blevi ce 'e kkui
(1950)
Νεοελλ. Η καλή γυναίκα δεν έχει ούτε μάτια ούτε αυτιά. Ιταλ. La buona moglie non ha ne occhi ne orecchi
Peδία ce κλίmαtα θέlune filaksi sto spiti
(1952)
Ερμηνεία: Παιδιά και κλήματα θέλουν φύλαγμα στο σπίτι
Apo ζinekα ce apo χαlαζι δε s-orscete καlo
(1952)
Απ΄ τη γυναίκα και το χαλάζι δεν σούρχεται καλό
Xortαri tu Ραγαδiu, λίγο tiri ce poλί tiroγαla
(1952)
Χορτάρι του ποταμού, λίγο τυρί και πολύ τυρόγαλα
I glossa stea den exi ce stea klanni = Η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει = La linqua ossa non ha e ossa rompe
(1950)
Από τους ελληνόφωνους της Βόνα Καλαβρίας
An din jineka ce αn do kykyddo δe ss΄ orkete mai kαlo
(1950)
Νεοελλ. Απ΄ τη γυναίκα και το χαλάζι δεν σου ΄ρχεται καλό. Ιταλ. Dalla donna e dalla grandine mai bene ti arriva. kykyddo=κούκουλλο
I glossa en exi steata ce stea iklanni = Η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει = La linqua ossa non ha e ossa rompe
(1950)
Από τους ελληνόφωνους του Ζολλινο της Απουλίας
Ο άτυχος και στα ρόδα να πέση, σπάζει τη μύτη του
(1953)
Λέγεται για τον άνθρωπον που πάντα αποτυγχάνει
Ου Θιός δεν είνι βλάχους
(1959)
Ατά έν' gόσμος! Υρίζει ανdί κωθάρα
(1951)
Αυτός είν' ο κόσμος! Γυρίζει σαν κλωθάρι. Οι τύχες των ανθρώπων αλλάζουν. Κωθάρα είναι το αδράχτι που γνέθουν με το ακτινωτό σφοντύλι
Είναι νερό για λειτουγιά
(1953)
Λέγεται ειρωνικώς επ' εκείνων που θέλουν να φαίνωνται αθώοι, ενώ γέμουσιν απομημάτων
Ο λύκος πρόβατο δε γίνεται κι' αν γίνη δεν κουρεύεται
(1956)
Λέγεται για ανθρώπους ατάκτους
Όποιος περιμένει απ' αλλουνού σκουτέλλι, ένει νηστικός
(1952)
Σκουτέλλι = βαθύγυρο πιάτο, σα γαβάθα
Μάης μαΐτσης μαγιανός και Θεριστής θεριστινός
(1952)
Μαΐτσης, μαγιανός = φτιαστές λέξεις, επειδή ο Μάης έχει ομορφιές και μάγια, μα ύστερα έρχεται ο Θεριστής (Ιούνιος) που μας θερίζει από την πείνα. Η νέα σοδειά δεν έγινε ακόμη
Μαυλάει τον καυγά
(1953)
μαυλάω (ρ.)=καλώ οικόσιτα ζώα δι' ειδικής δι' έκαστον φωνής. Η φράση “μαυλάει τον καυγά” σημαίνει επιδιώκει φιλονικίαν
Δο μ', κυρά μ', τον άντρα σου και συ κράτα τον κόπανο
(1956)
Λέγεται για τον ανυπόμονο
Όποιος στα λόγια σου θαρρεί στους όρκους σου πιστεύκει, στην θάλασσαν πιάννει λαούς τζιαι στα βουνά ψαρεύκει
(1954)
Ερμηνεία: Επί εκείνων, οι οποίοι κατέχονται από το πάθος του ψεύδους
Απ' όξου από το χορό πολλά τραγούδια λέν
(1953)
Ερμηνεία: Διά τον δίδοντα συμβουλάς, χωρίς να αναλαμβάνη ευθύνην
Ξένο ζω καβαλικέψεις, μισοστρατίς θα ξαπεζέψης
(1952)
Σ' άλλα χωριά λένε: Ξένο γάϊδαρο καβαλικέψεις, μισοστρατίς θα ξαπεζέψης ή Ξένο άλογο καβαλικέψεις, μισοστρατίς θα ξαπεζέψης
Το ξένο ψωμί είν' όλο λύσσα
(1952)
Το τρως με πολύ ίδρωτα και στεναχώριες
Τσερά μαμμή, τσερά μαμμή, τσερένιο είναι το τσουλί
(1957)
Επί των εξαπατωμένων δι επιτηδείου χειρισμού, ως ο της μαμμής, ήτις ενεφάνισε το νεογέννητον θήλυ ως άρρεν
Σου Βαρασού το' ράμμα μή κρέμεσαι – Στου Βαρασού το σχοινί μην κρέμεσαι
(1951)
Μη στηρίζεσαι σε φαρασιώτικες υποσχέσεις. Οι Φαρασιώτες δεν είναι για να σε υποστηρίξουν
Τον έβαλε τα γυαλιά
(1956)
Τον γέλασε, τον ξεπέρασε
Γυρεύει τον ουρανό με τ΄ άστρα
(1959)
Ουρανός. Ζητεί αδύντατα πράγματα
Το ξένο βόι, όλο όξου τηράει
(1952)
Το πήρες για να σε βοηθήση, μα αυτό δε βλέπει την ώρα να ξαναγυρίση στ' αφεντικού του
Η καλορίζικια μάννα κάμνει πρώτα κόρη
(1958)
Όταν πρωτογεννηθή κορίτσι λέγουν την ανωτέρω
Ο κλέφτης με τους όρκους και η πουτάνα με τα κλάυματα
(1959)
Χρησιμοποιούν ως μέσο για να αθωωθούν
Ο ξένος αναπεύει, μα δε θεραπεύει
(1952)
Ο ξένος βοηθάει λίγο, μα όχι ριζικά
Κάμε το καλό και ρίξε το στο γιαλό
(1958)
Λέγεται οσάκις νουθετούμεν τινά προς το καλόν έστω και αν δεν προβλέπει ανταπόδοσιν
Αλλού ο παπάς τσ' αλλού τα ράσα του
(1957)
Επί των ατημελήτων
Δε κοιτάμε τον κλέφτη, τον τορό γυρεύομε
(1959)
Το είπε τούρκος αποσπασματάρχης στους στρατιώτες του, που του έδειξαν τους Έλληνες αντάρτες (κλέφτες) στο βουνό
Τάκαμε γυαλιά, καρφιά
(1956)
Τα ξόδευσε σε περιττά πράγματα
Είναι από γεννητού του έτσι
(1956)
Εκ κοιλίας μητρός
Ο κόσμος βίτεψεν gως, μεις μο του 'α ειπούμ' dι “τσούς” στήκνεται;
(1951)
Ο κόσμος πέταξε κώλο (πήρε τον κατήφορο), μεις με το να του πούμε “τσους” (όπως στα γαϊδούρια) στέκεται;. Τόλεγαν σε κείνους, που όλο γκρίνιαζαν πως η νέα πλάση πήρε κακό δρόμο
Κάτσες σον gόφα μου, να μάδεις τα γένε μου
(1951)
Έκατσες στον κόρφο μου, να μαδάς τα γένεια μου
Ο κορνουκσούζης ποίτσε α υιός 'α νdα 'γαπήσει dέϊ έβgαλεν dα 'ρτσίδε του
(1951)
Κορνουκσούζης = ταμαχιάρης, λαίμαργος
Άσχημε, χρυσέ μου άντρα τι καλό θα πρωτοφάμε ...
(1958)
Οι άσχημοι συνήθως προσπαθούν να σαγηνεύσουν δια του πλούτου, της νοικοκυρωσύνης και της εργατικότητος
Ερκώθης που τον άρκονταν δήννει σε που την γλώσσαν
(1954)
Εχρεώθης απ' τον πλούσιο, σε δένει από την γλώσσα
Ένα καί στόν αγκαθό καμένο
(1958)
Ο αγκαθός = γωνιά ψωμί, αγκωνή. Σάν τό ψωμί, πού καίεται στήν αγκωνή του. Μιά γυναίκα έψησε, έκανε 9-10 ψωμιά. Μιά γειτόνισσα έρριξε 1 δικό της ψωμί στό φούρνο. Εκείνη μέ τά 10 τά 'βγαλε εν τάξει. Εκείνη μέ τό 1 είπε: “Ένα καί στόν αγκαθό καμένο...
Από τσ' Αγίας Άννας, αξαιν' η μέρα νιά γατοπατησιά
(1952)
Δηλαδή, από τις 9 Δεκεμβρ....
Αξαίνω (αυξάνω), μεγαλώνω...
Νιά = μιά (πολύ συνηθισμένο στην κεφαλονίτικη γλώσσα)...
Αξαίνω (αυξάνω), μεγαλώνω...
Νιά = μιά (πολύ συνηθισμένο στην κεφαλονίτικη γλώσσα)...
Ο ασόϊλος σοϊλης δεν γίνεται
(1959)
Λάθος γιατρού, θέλημα Θεού
(1956)
Μάρτης παλουκοκάφτης, Απρίλης τιναχτοκαλαθίτης
(1954)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Άπου έσσιει, έσσιει
(1951)
Δηλαδή νουν
Έφρασε στ' άστρο του
(1952)
Τ΄αγώγι ξυπνάει τον αγωγιάτη
(1954)
Εβγήκε ασπροπρόσωπος
(1955)
Παίναε τον καλό, να γίνη καλύτερος παίναε τον κακό, να γίνη χειρότερος
(1952)
Επηρεασμένος από τη Βίβλο...
Παροιμ. 9, 8...
Παροιμ. 9, 8...
Τσ' εννιά του Μαρτιού, είτε σκύλος κούντουρος στ' αμπέλι
(1952)
Ερμηνεία: Στις 9 του Μάρτη είναι πια αναπτυγμένα τα μπουμπούκια τ' αμπελιού, και το παραμικρό πέρασμα τα βλάφτει, είτε= ούτε (πολύ συχνό στα κεφαλονίτικα), κούντουρος= με κομμένη ουρά...
Ευρήκες τον άγιον σου νάψης το τζερίν σου
(1956)
Δηλοί ότι πολλάκις καταφεύγομεν εις τα πλέον αναρμόδια πρόσωπα δια να επιτύχωμεν κάτι που επιθυμούμεν...
Ν. Γ. Κυριαζής, Κυπρ. Παροιμ., σελ. 11, λήμμα αγία, αρ. 9...
Ν. Γ. Κυριαζής, Κυπρ. Παροιμ., σελ. 11, λήμμα αγία, αρ. 9...
Εν τω ναώ εργάζεστε, εν τω ναώ τραφήσεστε
(1952)
Αργοστόλι. Φράση από τις επιστολές του Παύλου (Α' Κορινθ. 9, 13). Ερμηνεία: Όπου δουλεύει κανείς, εκεί έχει και το δικαίωμα να ζητή τη συντήρηση του...
Σαράντα αγίοι ήτανε, κι' ο καθένας έκλαιε τον πόνο του
(1952)
Ίσως από τους αγίους Σαράντα (9 Μαρτίου)...
Μήτε αρκοντιά κληρονομιά, μήτε τ' οφφίτσιον πάντα
(1956)
Τα πράγματα πάντοτε μεταβάλλονται, ουδέποτε μένουν σταθερά...
Αρκοντιά=τα πλούτη, Οφφίτσιον=το αξίωμα (από το λατ. ΟFFICIUM). Σημ. Σελ. 66, λήμ. Αρχοντιά, αρ. 1...
Αρκοντιά=τα πλούτη, Οφφίτσιον=το αξίωμα (από το λατ. ΟFFICIUM). Σημ. Σελ. 66, λήμ. Αρχοντιά, αρ. 1...
Η αλεπού την ουράτης δε σήκωνε και τραβούσε και νεροκολοκύθι ακόμη
(1954)
Ερμηνεία: Δια τους επιχειρούντας ανώτερα των δυνάμεων των, χωρίς να έχουν και τα προσόντα δια την επιτυχίαν του σκοπού που επιδιώκουν
Όποιος έSHιει έγνοιαν ας γυρέβκει κτένια
(1956)
Όποιος έχει ανάγκη από κάτι πρέπει να φροντίση να το ανεύρη
Μιτράει τ' άστρα
(1953)
Επί κλινοσκεπάσματος αραιού
Του Γενάρη το φεγγάρι είναι σαν τον Αλωνάρη
(1952)
Δηλαδή, είναι φωτερό σαν τις μέρες του Αλωνάρη
Βγαίνει απάν' απάνω
(1950)
Ερμηνεία: Η φράσις βραχυλογικώς από την πλήρη έκφρασιν “βγαίνει απάν' απάνω σαν το λάδι” λέγεται δι' άνθρωπον, όστις κατορθώνει να παρουσιάζεται αθώος, ενώ κατ' αλήθειαν δεν είναι. Η μεταφορά από το λάδι, το οποίον επιπολάζει ...
Έχεις αγά; 'Εχεις κι αρκά
(1957)
Όταν έχεις ισχυρούς προστάτες, τότε και υπολογίζεσαι
Τ' αρρώστου η βούκκα φαίνεται, του νηστικού χωρίζει
(1953)
Το κάθε τι φαίνεται, δεν δυνάμεθα να το κρύψωμεν
Κατά που σου κάμνουν κάμνε τζιαι κατζίαν μεν κρατάς
(1956)
Απόδιδε τοις ανθρώποις τα ίσα, χωρίς να αισθάνεσαι δι' αυτούς κακίαν
Ο Μάρτης να μη βρέξη κι' ο Απρίλης να μη ξεκουρασθή
(1956)
Ερμηνεία: Του Απρίλη η βροχή είναι ωφελιμώτατη στη γεωργία, και ο γεωργός θέλει όλος ο Απρίλης να βρέχη