Αναζήτηση
Αποτελέσματα 601-692 από 692
Άφτουν οι κούδες του
(1949)
Ερμηνεία: Επί βιαζομένων ατόμων
Σαν του δώσης μούρη, θέλει και τ' αστάρι
(1949)
Αστάρι = φόδρα
Ήπεσε μούρη γόνατα
(1949)
Επί ατόμων τα οποία αναλαμβάνουν μια δουλειά πολύ ζεστά.
Σήμερα 'ν' του 'νους, αύριο τ' αλλού
(1949)
Η τύχη είναι κοινή
Αντέ δα βγή ο γάιδαρος στο μιναρέ, να κάνη το μουεζίνη
(1949)
Δια να καταδείξη το αδύνατον
Ήκαμε την αμπελική ντου
(1949)
Αμπελικό= δραγάτη
Ήκατσεν σαν την αποζυμώτρα
(1949)
Επί ατόμων τα οποία αδρανούν, ενώ έχουν πολλά να κάμουν
Τούτα μου και τ' άλλα μου κι' αυγά καθαρισμένα
(1949)
Επί υποσχέσεων που απεδείχθησαν ψευδείς.
Του Ακαθίστου εγεννήθηκε
(1949)
Επί ατόμων που κινούνται διαρκώς
Πρασόφυλλο πρασόφυλλο ήφανα το πανί μου, και έχω και τον άντρα μου και δεν πονεί ψυχή μου
(1949)
Εκ του μύθου, που αναγράφεται εις την συλλογήν
Πότε σκά η οργή του Θεού; Όντε δα δή την αράπισσα μουργτωμένη
(1949)
Μουργτωμένη = να φορή φερετζέ, για να κρύβεται το πρόσωπό της
Αποσπέρας με τα τούρτουρα ταχυτέρου με τον άγκουρα
(1949)
Προήλθεν εκ του μύθου αναγραφομένου εις την συλλογήν
Το δε φοβάσαι, βλέπου σε
(1949)
Στη Γαύδο έχει τα χωράφια ντου!
(1949)
Για να δηλώσουν ότι κάποιος είναι πάμπτωχος
Χοντρή γουλιά μην πάη κάτω
(1949)
Λέγεται για κείνους που νηστεύουν αλλά όχι αυστηρά. π.χ. Ενώ νηστεύουν και το λάδι, τρώνε ένα κουλουράκι λαδερό... Συνοδεύεται από κείμενο.
Ήπιασε το Θεό από τον πόδα!
(1949)
Ως σε θωρούνε, σε γράφουνε
(1949)
Το φεγγάρι του Γεννάρη, παρα λίγο, νάναι μέρα
(1949)
Το φεγγάρι είναι πάντα όμορφο και συμπαθητικό, αλλά, “το φεγγάρι του Γεννάρη, παρά λίγο, νάναι μέρα
Να, κασάπη, παράδες και δώσε μου κρέας!
(1949)
Επί ατόμων, τα οποία δεν ψωνίζουν προσεκτικά
Απού ντρέπεται, κακά ζη
(1949)
Το σπίτι σου ζεμπέρωνε, το γείτονά σου μην κακοφοράσαι
(1949)
Ζεμπέρωνε=κλείδωνε, κακοφοράσαι=υποπτεύεσαι (κακοφορούμαι)
Φάε, γούννα μου, πιλάφι!
(1949)
Δηλοί ότι τα φορέματα ελκύουν ταν σεβασμόν.
Οντέ κοιμάται, δε θωρεί
(1949)
Ερμηνεία: Επί επαιρομένων για την εξυπνάδα των, ενώ είναι κουτοί
Επεράσαν τα κεράσα!
(1949)
Ερμηνεία: Επί χαμένης ευκαιρίας
Έβγα που το σπίτι σου, να ξεγιβεντιστης κι έμπα στο σπίτι σου να ποσορευτής.
(1949)
Δηλοί ότι πρέπει να αποφεύγουμε τα δανεικά πράγματα.
Σερνάμενοι, κουνάμενοι και κουρνολαγαράτοι
(1949)
Λέγεται όταν πάη κάπου μαζεμένη όλη η οικογένεια
Τόνε σέρνει στην κούρτη ντου
(1949)
Επί ατόμων τα οποία προσκολλώνται σε πρόσωπα επίσημα.
- Κατέχεις να σφυρίζης; Λέει όϊ - Αι, κι ίντα τα θες τα πρόβατα;
(1949)
Δια να δηλώση ότι έκαστος πρέπει ν' ασχολήται με την ειδικότητα του.
Ήπεσε το σφουγγάρι και τον επλάκωσε
(1949)
Επί ατόμων επισφαλούς υγείας.
Τον ήβαλε στα κακά στενά.
(1949)
Οντέ με δης την ταχινή, πήγαινε στη δουλειά σου κι οντέ με δης το πρόσαργο, τρύπωνε στη φωλιά σου
(1949)
Η κεραζόζα το χειμώνα λέει στους γεωργούς την παροιμία
Η Πέφτη κάνει το νερό, η Παρασκή το χιόνι, και το Σαββατοκύργιακο το ξαναδευτερώνει, κι΄ ας δεν το κόψη Κυργιακή, Δευτέρα ως το γιόμα, την Τρίτη ξημερώματα Δεξου βαρύ χειμών
(1949)
Η βροχή συσχετίζεται με τις ημέρες της εβδομάδας
Αναθεμα στα Σάββατα τ' αναθεματισμένα: τση Κράτινης, τση Τυρινής, τση πρώτης Εβδομάδας που φάγανε τσι κόρες μου και κούρσεψε το σπίτι
(1949)
Υπόκειται παράδοσις η οποία ναγράφεται εις την συλλογήν
Απού ζυμώση και πλυθή 40 μέρες όμορφη, απού ζυμώση και δεν πλυθή, 40 μέρες άσκημη
(1949)
Αφού ζυμώσης να βάλης μέσα στη σκάφη, όσο ζεστό νερό σου περισσέψη και να ξεπλύνης τη σκάφη. Μ' αυτό το θολό νερό να πλύνης το πρόσωπό σου και να λές την παροιμία
Σαν αποθάνω το ταχύ, μέρα να μη βραδυάση, και σα με βάλουνε στη γης, ο κόσμος ας χαλάση
(1949)
Ισοδύναμιν προς το ''Εμού θανόντος γαία πυρί μειχθήτω''
Λίδια μου, βρουλίδια μου, καβρομαμονίδια μου
(1949)
Επί ατόμων τα οποία πεινούν και δεν τρώγουν, όταν τυχαίως παρευρεθούν σε γεύμα, και όταν πάνε σπίτι τους, τρώνω και τα ξεροκόμματα. (Δίδεται εις το κείμενον και σχετικώς μύθος: Η γυναίκα που παρίστανε ότι δεν τρώει, αλλά ...
Το κισιμέτι δε βουλά, τ' ασήμι δε σκουργιαίνει κι ό,τι 'ναι από το πιο γραφτό οπίσω δε γιαγέρνει
(1949)
Επειδή και οι Τούρκοι πιστεύουν στη μοίρα “το κισιμέτι” υπάρχει και η παροιμία
Μεγάλο μου Σαββάτο και πως θα σε περάσω, απουχεις τρία κολατσά και τρία μεσημέρια και τρία πρώτα σάββατα κι ακόμη έχεις μέρα!
(1949)
Το λένει οι λαίμαργοι, που ανυπομονούν πότε θα πασχάσουν
Ο κλέφτης οντέ δε δα βρη πράμα να κλέψη, βγάνει το σκούφο ντου, και τονε βάνει στην αμασκάλη ντου
(1949)
Για να καταδείξη πόσο το ελάττωμα της κλοπής είναι βαθύ
Απ' τ' αυγό πάει στην όρνιθα
(1949)
Λέγεται μάλλον επί κακού, και δηλοί ότι από το μικρό κακό καταλήγει τις να κάμη το μεγάλο. Εχει μείνει από τον μύθον: Μια φορά ήτανε μια χήρα και είχε ένα αγόρι....έκλεψε αυγό...έπειτα όρνιθα....εμεγάλωσε κλεφτης....τον ...
Στη μπάντα, μη σε πατήση το βούϊ μας. - Ντά που 'ν' το; - Στη Στεία πάει, να το φέρει ο αφεντάκης μου
(1949)
Επί ατόμων τα οποία επαίρονται, πρίν ακόμη ιδούν το αποτέλεμα