Αναζήτηση
Αποτελέσματα 301-400 από 692
Όσο κλίνει το καλάμι, δε σπα
(1949)
Ο λόγος του 'ναι μαχαιριά
(1949)
Πολύ δεικτικός
Δεν είδα μουδέ μαύρο, μουδέ γαλανό
(1949)
Για να δηλώσουν άγνοιαν.
Ηπήρε τη απάνω βόλτα
(1949)
Επί αναρρωνυόντων ή κοινωνικής ανερχομένων παρ' ελπίδα
Μιά μαμουναρά αίγα χαλά όλο τό κουράδι
(1949)
Διά νά επιστήσουν τήν προσοχήν επί τής σημασίας τής συναναστροφής
Νύφη απού 'ρθε στο χωριό σου, μη σπουδάζης να τη δης
(1940)
Το λένε, αν πάη η νύφη σε ξένο χωριό
Τα κατέχες, περάσανε!
(1949)
Άλλα βάνεις τσή κνισάρας κι' άλλα κοσκινίζει κείνη!
(1949)
Επί ατόμων, πού δεν μπαίνουν στό νόημά μας
Κάνε τή δουλειά ετσά πού κατέχεις
(1949)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Όλα τα ζωντανά σάζουνε
(1949)
Όλα τα περιστατικά της ζωής εξομαλύνονται
Άλλα λέει βαρκάρα τζη
(1949)
Βαρκάραν
Όταν είναι βέβαιος πως θα βγη ο ήλιος “πρέπει” να π'ερνη κανείς το γαμπάν ντου
(1949)
Οντέν είναι ήλιος πέρνε το γαμπά σου, οντέ βρέχη, ξάσου
Η στράτα να μυρίζει καβαλίνα
(1949)
Δηλοί ότι επιθυμεί τις καλύτερα τα παλαιά ήθη
Σκίσου γης, να πάω κάτω
(1949)
Όταν μένη κανείς κατάπληκτος, από γεγονός που του προκαλεί όνειδος
Μη σύσ' η γρά τ' αντόντι τζη και δη τη ο γέρος και σφαγή
(1949)
Ερμηνεία: Επί ζηλότυπων
Σκολαρίκι το' δεσε
(1949)
Το πήρε στα σοβαρά
Πόσοι απού την κεφαλή, καβαλλαρές κερδίζουν, και πόσ' απού την κεφαλή, έχουν και χάνουσί τζις
(1940)
Καβαλλαρές = λίρες
Φίλοι οι γιοχθροί μου γίνανε, κι οι γεδικοί μου ξένοι
(1949)
Δηλοί ότι ενίοτε ζηλοτυπούν οι συγγενείς για την πρόοδον συγγενούς των
Πόσα παράξενα θωρεί ο ήλιος την ημέρα!
(1949)
Από μαντινάδα
Μουδέ να καώ, μουδέ μύξα να βάλω
(1949)
Ερμηνεία: Ειθίσται στα εγκαύματα να βάλουν μύξα από τη μύτη
Ξάνοιξε τ' ανύχια σου
(1949)
Μερικοί “ξανοίγουνε τ' ανύχια ντως” όταν πρόκειται να εκδηλώσουν το θαυμασμό τους. Αν τυχόν το παραλείψουν, τότε οι παρευρισκόμενοι τον διατάζουν το ανώτερω
Η μάννα γεννά κι' η μοίρα μοιράζει
(1949)
Λένε στην Κρήτη
Έχουν κι απάνω κάλαντα, κι' έχουν και κάτω φώτα
(1949)
Ερμηνεία: Επί πτωχών που διακσκεδάζουν συχνά
Όπου δε φτάξη, το μηνά
(1949)
Ερμηνεία: Επί κουτσομπόληδων
Όσα πάνε κι΄όσα έρθουν
(1949)
Ερμηνεία: Αυτό δε θα πη πως οι Κρητικοί είναι αδρανείς και μοιρολάτρες. Εν τούτοις η πεποίθησις για το ρόλο που παίζει η μοίρα είναι αρκετά δυνατή, και την έχουν κληρομήσει από πολύ παληά
Ειπασί ντου να βρέξη, μ' αυτός εχιόνισε
(1949)
Επί υπερβολικού ζήλου
Πέντε βούγια, δυο μουσκάργια!
(1949)
Για να χαρακτηρισουν το μέγεθος της βλακείας ατόμου τινός
Τσι μεγάλες αποκρές κουζουλαίνουννται κι' οι γρες
(1949)
Το ρήτο δηλοί πόσο χαρούμενα γιορτάζονται στην Κρήτη οι αποκρηές
Το μπεγίρι στ' αγλάκι και τον άντρα στο γιατάκι
(1949)
Μπεγίρι=άλογο, Αγλάκι=τρέξιμο, Γιατάκι=κλίνη
Βασιλικό λένε τις μοναχοθυγατέρες
(1949)
Τηνέ βαγιοκλαδίζουνε σαν το βασιλικό
Ήνοιξ' η μοίρα ντου κι ήβγαλεν ασπαλάθους
(1940)
Λένε ειρωνικά γι' αυτούς που 'χουνε κακή μοίρα
Τα σάλια ντως τρώνε
(1949)
Υπερβολίκη φιλία
Οι γάιδαροι δεν τρώνε αθότυρο
(1947)
Προς ανάξιον ν' αναμιχθή με υψηλοτέρας υποθέσεις και να κατανοήση αυτάς
Ο ουρανός να 'ρθη κάτω κι η γης να πάη απάνω
(1949)
Δηλοί το αδύνατον της πραγματοποιήσεως
Σαν έμπ' η όρθα στην κόπρα, παρασκαλίζει κιόλας
(1949)
Ερμηνεία: Επί αναιδών
Να σου κάμη θέλει το χρυσό κοκό
(1949)
Ερμηνεία; Επί συλοστόργων γονέων
Οι εφτά ουρανοί ήσανε ανοιχτοί
(1949)
Ερμηνεία: Επί ανελπίστων ευτυχών γεγονότων
Το σκατό ντου κάνει κόμπο
(1949)
Φιλαργυρία
Οντέ δειπνάς και δε με δης, καθάρια λίγωσή 'ναι
(1949)
Καθάρια λίγωση είναι η επομένη της πανσελήνου. Στα χωριά δειπνούσε από νωρίς
Σαν κάμ' ο σκύλλος το λαγό σύντεκνο και κουμπάρο
(1949)
Δεικνύει το αδύνατον
Σκορδοκαΐλα μ' έπιασε
(1949)
Αδιαφορία
Μουδέ πρικύς και ρίξου σε, γλυκύς και φάσουσί σε
(1949)
Συνώνυμον προς το: Παν μέτρον άριστον
Οι κατάρες είναι πετρές
(1949)
Ρίχνεις μια πέτρε δηλαδή και δεν πάει εκεί που την προορίζεις ακριβώς, ρίχνεις δεύτερη τα ίδια ρίχνεις τρίτη, θα πάη
Τον κόκκινο Μάη
(1949)
Η φράσις δηλοί ότι μια υπόθεσις δεν προκείται να τελειώση ποτέ
Στα εξήντα κι' όξω νους!
(1949)
Οντέν εγεννιούντανε, ήταν εφτά καληώρες
(1949)
Τύχη
Στην οργή του κάτη
(1949)
Όλοι φοβούνται το Θεό, κι οι Θραψανιώτες τον τοίχο
(1949)
Θραψανός είναι ένα χωριό αγγειοπλαστών. Για να μεταφέρουν τα προϊόντα των τα φορτώνουν στα ζώα. Αλλοίμονο τους εάν το ζώο περάση σύντουχα, τα σταμνιά θα σπάσουν όλα στον τοίχο
Κάλλια να κλαίη το παιδί, παρά να κλαίη η μάννα!
(1949)
Για να δηλώση ότι τα παιδιά πρέπει να τιμωρούνται