Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-100 από 421
Τον ζυμωτόν εις την αρχήν να τον φυλάγης, και όχι εις το τέλος
(1949)
Παρεμφερής παροιμία της γαλλ. Ce n' est que le premier par qui coute...
Ούλο με b'dολογούσε
(1943)
Μου έρριχνε πουντους, λόγια διφορούμενα
Ούλο b'dολο' ιτ'κα λόγια μούλεγε
(1943)
Διφορούμενα, πειράγματα
Που τε b'λούν το νο, να πα τεν αγοράσεις!
(1943)
Τόσο κουτός που είσαι!
Ο άσουλος φυσικώς δεν γίνεται
(1948)
Δηλαδή κείνος που δεν είναι φυσικά από σόϊ, ό,τι κι αν κάνει δεν μπορεί να γείνει από σόϊ. Ο αγενής ευγενικός δεν γίνεται ποτέ. Τα γράμματα δεν φτάνουν να γείνει κανείς καλός άνθρωπος. Χρειάζεται καλή ψυχή. Πολλές φορές ...
Δεν έχει ο πτωχός, αλλ' έχει ο Θεός
(1940)
Συλλ. μαθήτρια Κυριακή Ζαχαρίου
Τε gατέβατσ' απ' το γάδαρο
(1943)
Άσπρα νέφη, μαύρη πείνα
(1945)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Στ' ν άκρα τ' κόσμου
(1943)
Με το βελόνιβ βκάλλει λάκκον
(1940)
Έκαμεν τζι' ο Γεννάρης νήλιον
(1945)
Ο καιρός συνήθως τον Γεννάρη είναι βροχερός ή συνεφιασμένος και σπάνια αίθριος. Η παροιμία λέγεται και μεταφορικά για ανθρώπους που σπάνια γελούν και που είναι πάντα κατσούφηδες
Μ' δε μέσ' έχει, μ' δε άκρα
(1943)
Είναι ακατανόητο
Το αίμα νερό δε γίνεται, και αν γινή δεν πίνεται
(1949)
Παρεμφερής, την αγγλικήν : Blood is thicker than water
Όποιος βαστά τζαί ξαπολά για πελλόν τοβ βαστούν
(1940)
Επί δανειστών ησφαλισμένων, οι οποίοι επιδιώκεται να αφαιρεθώσι την ασφάλειαν που έχουσι
Τζαι τοβ βασιλέα πίσω του υβρίζουν τον
(1940)
Εάν πρόσωπον αξιοσέβαστον υβρίζεται, κοινός θνητός δεν πρέπει να απορή υβριζόμενος
Η κοιλιά και πολλά χωρεί κ' ολίγα
(1940)
Συλλογή μαθήτρια Κυριακή Ζαχαρίου
Βάστα με να σε βαστώ ν' ανεβούμεν το βουνό
(1940)
Κάθε δυσκολία που αντιμετωπίζομεν, όπως η ανάβασις εις ανωφέρειαν, γίνεται ευκολωτέρα αν άλλος μας υποβοηθήσει εις τον αγώνα
Του νήλιου chύκλος, άνεμος του φεγγαριού, βροchή
(1945)
Όταν ο ήλιος περιβάλλεται από κύκλον, προβλέπεται άνεμος, αν το φεγγάρι, προβλέπεται βροχή
Εγέλασεν τζι' ο Γεννάρης
(1945)
Ο καιρός συνήθως τον Γεννάρη είναι βροχερός ή συνεφιασμένος και σπάνια αίθριος. Η παροιμία λέγεται και μεταφορικά για ανθρώπους που σπάνια γελούν και που είναι πάντα κατσούφηδες
Αγκρίστηκεν ο λαός με τ' όρος!
(1948)
Ερμηνεία: Όπως είναι αδύνατο ο λαγός να μαλώση με το δάσος, έτσι αδύνατο είναι και δυό που' χουν αμοιβαία μεγάλα συμφέροντα να μαλώσουν
Βορκάες της Αγίας Μαρίνας ωεφή του προφήτη Ηλία: Ο γρόνος εν ναν καλός
(1945)
Αν στις 17 Ιουλίου, Εορτής της Αγίας Μαρίνας φυσούν βόρειοι άνεμοι και ο καιρός στις 20 του ίδιου μηνός, εορτήν του Προφήτη Ηλία, είναι συνεφιασμένος, το γεωργικόν έτος προβλέπεται να είναι καλόν
Όποιος κλέψει αυγό θα κλέψη και βόδι
(1940)
Συλλογή μαθήτριας Κυριακή Ζαχαρίου
Ο καλός ο νοικοκύρης πριν πειναση μαγηρεύει
(1940)
Συλλογή μαθήτρια Κυριακή Ζαχαρίου
Το πολύ ταμάχι χαλάει το στομάχι
(1940)
Συλλογή μαθήτρια Κυριακή Ζαχαρίου
Αυτουνού τ' αθθρώπου του σκαρίν (εσχάρα, τρόπις) είνιν γηρόν
(1941)
Λέγεται δια τον άκρως υγία άνθρωπον, όστις εκτίθεται αφόβως εις τας νοσογόνους αιτίας
Κάθε τάβλαν τζαι μαντήλιν νάσου τζαι τον κύρ Βασίλην
(1940)
Ειρωνικώς δια τους αρεσκομένους εις φαγοπότι. Κατ' επέκτασιν και δια τους αναιδείς, τους προσερχομένους όπου διασκέδασις
Ετσύλλησέμ με το σκουφίν του βαρ(ο) υπνά
(1940)
Εκ του πανελληνίου μύθου του εφιάλτου
Βάστα με να σε βαστώ
(1940)
Αλληλοβοηθούμενοι επιτυγχάνομεν ό,τι έκαστος χωριστά δεν θα κατώρθωνε
Βαστά σ' ο τόπος Διγενή γιατ' είσ' αντρειωμένος
(1940)
Λέγεται δι' όσους εντιμώνται όχι διά τα προτερήματα των, αλλά διότι είναι πλούσιοι και έχουσι “μέσα”
Ζουρλός παπάς σε βάπτισεν!
(1940)
Μπρος στη φ'νή τσ' ο Λάζαρος
(1943)
Έχω για τη γούνα σου ράματα
(1940)
Απειλή
Βάστα κώλε να φας αβκόν
(1940)
Πρέπει να δεινοπαθήσωμενμ δια να κερδίσωμεν. Εικών εκ τυ τσουγκρίσματος αυγών. Συνήθως τσουγκρίζουν πρώτον με το μυττερόν του αβκού, και σαν σπάση τούτο με το πλατύ του, “τον κώλον”. Αν σπάση και τούτο ο νικήσας κερδίζει ...
Να πάρω τον ίδρω μου
(1940)
Να ανασάνω, να ξεκουραστώ
Σα δεν έχ'ς γέρο, πέψε τσ' αγόρασε
(1943)
Τόσο πολύτιμες είναι η πείρα κι' οι συμβουλές του
Αφικί μου να σ' αφίκου, ε 'μ' αφίνεις, ε' σ' αφίννου
(1941)
Ερμηνεία: Συμβαίνει πολλάκις οι δεσμοί μετά τινος άλλου να ώσι τοιούτοι, ώστε και να θέλη τις ν' απαλλαγή δεν νύναται άνευ τη συγκατάθεσεως του άλλου
Ένας μήνας, πέντε κόμποι, πέντε μήνες, ένας κόμπος
(1948)
Θέλει να πει πως ο Αύγουστος αξίζει για ούλους τσοι μήνες αντάμα και πιάνει κανείς τσοι κόπους του
Τα λόγια χαλάν τ' ανώϊα
(1941)
Αψήλωσ' ο Θεός
(1940)
Όταν κανείς ήθελε να πη πως τώρα δεν υπάρχει ευτυχία στον κόσμο
Εσ σου κλουθά (ή κλουφά) ο τζιαιρός; Κλούθα (ή κλούφα) του εσού
(1945)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Κόφτει το ορμάνιν, αν αγκριστή ο λαός;
(1948)
Ερμηνεία: Όταν πρόκειται για δυό που συνδέονται, κι ο ένας έχει μεγάλη δύναμη, ενώ ο άλλος είναι αφανής κοντά του, και δυσαρεστείται ο δεύτερος με τον πρώτο, λοιπόν τον γνοιάζει τον πρώτο;
Το πάθημα γίνεται μάθημα
(1940)
Επάρε βούδι σελλωτό και γάϊδαρο καμπούρη γυναίκα λιγνοκάπουλη και χοίρο μακριομούρη
(1948)
Η παροιμία απαντάται με την παραλλαγή και εις Τήνον και Θήραν
Τον εκαβαλλικέψαν οι διαβόλοι
(1949)
Για τους αδιόρθωτους
Μιάλοβ βούκκοβ βάλετζ' αι μιάλολ λόομ μεμ πης
(1948)
Ερμηνεία: Για καυχησιολόγους
Το σχοινί του χωριάτη μονόν δεν φτάνει και διπλόν φτάνει
(1940)
Συλλ. μαθήτριας Κυριακής Ζαχαρίου
Τση Αγίας Μαρίνας σύκο, τ' Άη Λιού σταφύλι και τον Αύγουστο μαντήλι
(1948)
Να πούμε γένεται η είσπραξη
Άκουε βελόνισ στον τοίχον
(1940)
Όπως το βελόνιν εις τον τοίχον δεν ακούει ούτω πως και ο αποφασισμένος να μη προσέξη εις τας συμβουλάς μας
Εκόλλησεμ πάνω μου σαν την αβdέλλα
(1940)
Επί απαιτητικών αναιδών. Εικών από την παλαιάν ιατρικήν συνήθειαν να γίνεται αφαίμαξις δι' αβδέλλας
Βουθά η κουμέρα της η Λαμπρού
(1940)
Προέκυψε από τον μύθον καθ' όν οκνηρά και ανόητος γυναίκα, αντί να νήθη, όπως η τότε συνήθεια, έρριπτεν εις την φωτιάν το βαμβάκι, που έπρεπε να κλώθη. Εις κάποιοαν ερντήσασαν αυτή μόνη δεν εργάζεται απήντησεν οτι ετελείωσε ...
Με το βελόνι γυρεύκει ν' ανοίξη λάκκον
(1940)
Δια τους ματαιοπονούντας να πραγματώσωσιν έργα ανώτερα των δυνάμεων και των μέσων που διαθέτουσι
Κάθουμαι πάσ' στα βελόνια
(1940)
Τα βελόνια, τρυπούσι ώστε να αδυνατή να καθήση τις επ' αυτών. Επί αγωνιώδους αναμονής
Πε, πε, εν να το πη τζ' ο κώλος σου
(1948)
Ερμηνεία: Για τη κατάχρηση, που κάνει κανείς, άμα λέη και ξαναλέη ένα ευχάριστο γι' αυτόν πράγμα
Το πολύ το Κυριελέησον το βαριέται και ο παπάς
(1941)
Η επαναληψις της υπομνήσεως των σφαλμάτων μας είναι ανυπόφορος. Επί οχληρών προστατών
Πρίν το κάμης να σκεφθής
(1940)
Συλλογή μαθητής Κυριακή Ζαχαρίου
Ξένος πόνος, ξέγδαρμα
(1941)
Ο ξένος πόνος πολύ ολίγην αίσθησιν μας εμποιεί
Έφτασε ο κόμπος στο χτένι
(1940)
Τω ναυτώνε οι γυναίκες τα Μαγιάπριλα γλεντάνε
(1948)
Και για τσοι θαλασινούς πάλι
Βάρdα τζ' εν να περάσ' οβούς μου
(1940)
Εν να περάσ' ο βούς. -Τζαί πού ένι; - Να το σσίνι που πάω να τογ γοράσω
Ο ψεύτης και ο κλέπτης τον πρώτον χρόνον χαίρονται
(1940)
Συλλογή μαθήτρια Κυριακή Ζαχαρίου
Αυτός θέλει διάβασμαν
(1941)
Αυτός είναι τρελλός και πρέπει να σταλή εις τον ιερέα όστις να αναγνώση δι' αυτόν τας σχετικάς ευχάς, να τον διαβάση
Άνθρωπος αγράμματος ξύλον απελέκητο
(1940)
Συλλ. μαθήτρια Κυριακή Ζαχαρίου
Τ' αγώγι ξυπνά τον αγωγιάτη
(1949)
Απού τα παγωτά νερά τζι' απού τα ςhιόνια μέρες
(1945)
Ερμηνεία: Μετά την παγωνιά επακολουθεί καιρός βροχερός και μετά τα χιόνια, καιρός αίθριος
Κατά τον δάσκαλον που πηγαίνεις έτσι γράμματα θα μάθης
(1940)
Συλλογή μαθήτριας Κυριακή Ζαχαρίου
Όποιος θέλει τα πολλά χάνει και τα λίγα
(1940)
Συλλογή μαθήτρια Κυριακή Ζαχαρίου