Αναζήτηση
Αποτελέσματα 201-279 από 279
Λαγός τη φτέρην έτριβε, κακό του κεφαλιού του και πάλι τη ματάτριβε κακή του και ψυχρή του
(1936)
Για όσους επιμένουν να ασχολούνται με πράγματα που τους βλάπτουν
Είπ' ο γάϊδαρος τον πετεινό, κεφάλα
(1936)
Για όσους αποδίδουν στους άλλους ελαττώματα που τα έχουν οι ίδιοι
Η διάβουλος δ' λειά δεν έχει, δ' λειά χαλεύει
(1938)
Χαλεύει=ψάχνει να βρή
Η ζούλια αν ήταν ψώρα, θα γιόμ'ζε όλ' η χώρα
(1938)
Ζούλια=ζήλια
Ι γέρ'ντας είναι όμ' μικρό παιδί
(1938)
Όμ'=σαν
Όποιος κάνει τον άλαλο είναι για τον πιο έξυπνο
(1936)
Άλαλο = κουτό
Όλα τάχει η κυρά – Ρήνη όξ΄ από το καπελλίνι
(1936)
Ειρωνικά, για κείνους που ζητούν κάτι ή επιδεικνύουν κάτι πολυτελές, ενώ στερούνται τα στοιχειώδη
Χάνεις κόπο και σαπούνι σαπουνίζοντας γουρούνι
(1936)
Για τους αδιόρθωτους.
Το γουδί το γουδοχέρι και το κόπανο στο χέρι!
(1936)
Για τους πείσμονες, τους επίμονους.
Το γ' ρούν κόψ' του τ' ζούρλα τ', πάλι θα σκαρλίζη
(1938)
Ζούρλα=το ρύγχος, τη μούρη.
Στου γερακιώνε τσι φωλιές κουνάδια δεν πατούνε
(1936)
Για κείνους που ενώ κάνουν κακό στους αδύνατους, δεν τολμούν να ενοχλήσουν και τους δυνατούς ή που τους συμβουλεύουμε να μην ενοχλήσουν τους δυνατούς
Δυό χυμονικά σε μια αμασχάλη δεν κρατιούνται
(1936)
Χυμονικά = καρπούζια. Για αδύνατη συμβίωση ή συνύπαρξη
Δούλεψε να φας και κλέψε νάχης
(1936)
Δηλαδή δεν γίνεται κανείς πλούσιος από μόνη την εργασία του
Δυό ποδάρια δε χωρούν σ' ένα παπούτσι
(1936)
Για αδύνατη συμβίωση ή ματαιόπονες προσπάθειες
Να έης ότ' έεις μαναχός
(1938)
Έης = έχης
Όξου απ' το χουρό, πιρ'σσά τραγούδια λες
(1938)
Πιρ'σσά= περισσά
Άμα πήινες, ΄γω γυρνούσα
(1938)
Πήινες=πήγαινες
Τού ένα φέρνει τ' άλλο
(1938)
Ι Μ'αρτ'ς καίει κι τα παλούκια
(1938)
Μάρτ' ς = ο Μάρτης
Δείπνησες, γιομάτισες, μα δε θα δειλινίσης
(1936)
Γιομάτισες = εγευμάτισες
Όταν διψά η αυλή σου, έξω νερό μη χύνης
(1936)
Δηλαδή να μη σπαταλά κανείς δυνάμεις ή χρήμα, όταν ο ίδιος έχει άμεσον ανάγκην
Όξου φάτσα, μέσα λινάτσα
(1936)
Λινάτσα= σφουγγαρόπανο λινό. Ερμηνεία: Για εκείνους που η εξωτερική εμφάνιση απατά
Άμα αρχίζ' η δ'λειά να χ'τάης μακριά
(1938)
Χ'τάης = κοιτάζης
Στή δ'λειά δεν έχει ντρουπή
(1938)
Μεγάλουσι το γαϊδουρίτσι, μίκρεψε το σαμαρίτσ΄
(1938)
Γαϊδουρίτσι = γαϊδουράκι
Το γύφτο κάνουν βασιλιά κι αυτός γυρεύει ρείκια
(1936)
Για τη δύναμη της ανατροφής κ της συνήθειας
Θέλεις θέριζε και δένε, θέλεις δένε και κουβάλιε
(1936)
Όταν πρέπει κανείς να εκλέξη μεταξύ δύο εξ ίσου κακών
Θέλεις γριά πάπλωμα; Δος μου και κρεββάτι
(1936)
Για τους απαιτητικούς
Του χωριάτη το σκοινί μονό δε σώνει, διπλό σώνει και περισσεύει
(1936)
Σώνει = φτάνει, αρκεί. Για τους μίζερους ή τους πεισματάρηδες που αναγκάζονται έπειτα να κάμουν βαρύτερα απο εκείνα που απέφυγαν
Το πολύ το διάφορο τρώει και το κεφάλι
(1936)
Διάφορο = κέρδος, κεφάλι = κεφάλαιο
Δέκα μέτρα κι ένα κόβε
(1936)
Δηλαδή να σκέπτεται καλά κανείς ότι θα κάμη, μέτρα προστακτική
Αλλού τα κακαρίσματα κι' αλλού γεννούν οι κόττες
(1936)
Όταν μια πράξις έχει αντίκτυπον εις άλλους, ή όταν παρουσιάζεται ένα αποτέλεσμα εκεί που δεν το περιμένει κανείς
Κάλλιο γαιδουρόδενε, παρά γαιδουρογύρευε
(1936)
Για όσους ταλαιπωρούνται από απρονοησία
Ότ,τ' κάμ'ς, κείνο θα βρης
(1938)
Ό,τι δεν πάει στο παννί, πάει στο μπουστοπάννι
(1936)
Πάει = δαπανάται, ξοδεύεται
Το λουλό κι τον αχμάκη ξένες πίκρες τον γεράζουν
(1938)
Λουλό = λωλό, αχμάκη = κουτό
Οπόχει μυίγα, μυιγιάζεται
(1936)
Οπόχει = όποιος έχει
Ξέρει ο βλάχος τι ναι ο σπόγγος;
(1936)
Για τους αναρμόδιους να έχουν γνώμη
Κι του Μάη να τριτώσ' τότις ένεται μπιρ'κέτ
(1938)
Μια κι δυο = βροχές, ένεται = γένεται, μπιρ'κέτ = σοδειά, παραγωγή
Ξένος πόνος, ξέγδαρμα
(1936)
Δηλαδή ελάχιστη λύπη μπορεί να φέρη
Περισσότερες μυίγες πιάνει το μέλι, παρά το ξύδι
(1936)
Δηλαδή πιο πολλά κατορθώνει το γλυκύ και ήρεμο από το άγριο
Πάνε σα Βούλγαροι αιχμάλωτοι
(1939)
Για τους νωθρούς, τους ασουλούπωτους φαντάρους που δεν έχουν μέσα τους ζωή
Λόγια της καραβάνας
(1939)
Συνοδεύεται από κείμενο ....
Κοντός λογαριασμός, μακρυά αγάπη
(1936)
Κοντός = ακριβής, λεπτομερής
Και στους τραμβαγέρηδες στέκεται προσοχή
(1939)
Το λένε για τους νεοσύλλεκτους ή τους κουτους φαντάρους ή τους πολύ ευσυνείδητους, που όλους έξω τους χαιρετουν, φτάνει να φορούν κάπως στρατιωτική στολή
Ήρτε της προσκολλήσεως
(1939)
Δηλαδή ως επί πλέον
Ρέμπελο τάγμα ή Ρέμπελο ασκέρι
(1939)
Για τους λόχους ή τις διμοιρίες που πάνε άτακτα και κατά μπουλούκια
Κατά το σκόρδο, ρε!
(1939)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Τον έκαμα και στέκει προσοχή μπροστά μου
(1939)
Δηλαδή, με υπολογίζει, με φοβάται (από το στρατό)
Βαράει σκασμός
(1939)
Σαλπίζει σιωπητήριον
Έγινε Ποσειδόνας
(1939)
Δηλαδή καθαρίζει τ' αποχωρητήρια του Συντάγματος. Επειδή το μακρύ ξύλο καθαρισμού το λένε “τρίαινα”
Οι σαρδέλλες λαμποκοπάνε
(1939)
Στους Υπαξιωματικούς για τα χρυσά γαλόνια τους
Άναψε το λυχναρι σου, προτου να σ' εύρ' η νύχτα
(1936)
Συμβουλή για να προνοή κανείς