Αναζήτηση
Αποτελέσματα 701-800 από 873
Οι λίθοι κραυγάζουν
(1939)
Ερμηνεία: Επί των φανερών
Καλλιά στο παιδί, παρά στη μάνα
(1938)
Καλύτερα να πεθάνη το παιδί παρά η μάνα
Αντάμ μπανταντάμ
(1938)
Απο πολύ παλιά
Απ' Θεού κι' απ' ντην Κυβέρνησ' δεν μπορείς να ξεφύης
(1938)
Προσφύγες εκ Κιλκίς
Τον κουφόν μπάν'τζι κι τον Αράπη σκαπάν'τζι
(1938)
Μπάν'τζι = φώναζε, σκαπάν'τζι = σαπούνιζε
Βάλ' αυγά κι βούτ'ρου κι φκιάσ' ακουνουζούμ'
(1939)
Επί εκείνων που εξοδεύουν πράγμα αξιόλοογον εις εργασίαν ελαχίστης αξίας
Η ζούλια αν ήταν ψώρα, θα γιόμ'ζε όλ' η χώρα
(1938)
Ζούλια=ζήλια
Ι γέρ'ντας είναι όμ' μικρό παιδί
(1938)
Όμ'=σαν
Πέσ' απού το δίκιο σου κι αμ' αργά στο σπίτι σου
(1937)
Ερμηνεία: Απόφευγε τα διακστήρια και τα μαλώματα ακόμη κιαν έχης δίκιο, γιατί απ' αυτά πάντα βγαίνει κανείς ζημιωμένος
Δε ξέρ' δυό γουμάργια άχυρου να μοιράσ'
(1939)
Ερμηνεία: Επί αγροίκου και αμορφώτου
Αμ' μεν άξιαζαν εν αγιάζαν. Αν δεν αξίζαν, δεν αγιάζαν
(1931)
Για κείνους που απόκτησαν τιμές από την αξία τους
Απ' τ' μίξου ζ' κακάσου
(1939)
Από το ένα κακό εις τό άλλο
Μεγάλουσι το γαϊδουρίτσι, μίκρεψε το σαμαρίτσ΄
(1938)
Γαϊδουρίτσι = γαϊδουράκι
Αλλοί που το 'χει η κούτρα του να κατεβάζη ψείρες
(1938)
Το λεν σε κείνους που θέλουν να δικαιολογήσουν κάποιον που έπταισε
Αν είναι ροδο, ν' αθήση θέλει
(1938)
Οτι δήποτε και αν γίνη κρυφό θα φανερωθή
Ότ,τ' κάμ'ς, κείνο θα βρης
(1938)
Από τα φάβατα ως τα κεράσια δεν θα πάει
(1938)
Είναι παλιό πράμα και θα χαλάση γρήγορα. Φάβατα = κουκιά
Σα δε σ' αρέσει η αιλιά, πάρε το βούι να γεννά
(1939)
Το λένε σε κείνο που δεν τ' αρέσει κάτι συμφερότερο και του τυχαίνει άλλο λιγώτερο συμφέρον
Άθρωπο βλέπεις, Θεό πιστεύεις
(1937)
Ερμηνεία: Όταν βλέπης κάποιον νομίζεις πάντα πως είναι καλός, ενώ μπορεί να κρύβη και κακίες
Είναι δικολογιά απού τση σ'κιά, το γάλα
(1938)
Σ'κιά= συκιά
Απούσταν ήκαμε η λούτα τα γουρούνια, επεθύμησε και τα σκατά που τα ρουκούνια
(1938)
Η μάννα προτιμά να φάνε τα παιδιά της και όχι εκείνη ή δεν αφήνουν τα παιδιά σ' αυτήν.
Ξερά φάβατα ΄ς σην πέτραν ΄κι πιάν΄νε
(1931)
Ερμηνεία: Επί απειλής και ύβρεως αναξίας προσοχής
Ξι! λέει και ρούζ' ήπαρη ατ'ς
(1931)
Ξι! λέγει και πέφτει το συκώτι της
Ξύμητος έν
(1931)
Είναι μυτερός ή έχει μυτερή μύτη
Άνθρωπον από γενιά και σκυλίν από μιτάτο
(1938)
Να συναναστέφεσαι άνθρωπον καλής οικογενείας και όταν πάρης σκύλον να είναι από μάνδραν, δηλ. Χορτασμένος
Τσαγκάρης ανυπόλυτος, ράφτης ακατάραφτος
(1930)
Λέγεται επί εκείνων, οι οποίοι δεν ευκαιρούν να κάμουν χρήσιν εκείνων, τα οποία διανέμουν εις τους άλλους ̇ ο υποδηματοποιός και ο ράπτης, βιαζόμενοι υπό των πελατών των, δεν προφθάνουν να ράψουν τα φορέματά των και τα ...
Μακρυά κλωνά, ζουρλή κυρά
(1938)
Έχει ψωμί κι αλάτι φαγωμένο
(1938)
Ας γίνουν όλα κουρνιαχτός κι αντάρα! Δε με μέλ'.
(1939)
Ας καταστραφούν όλα
Δε gλαίω κείνα πόπαθα, μον κλαίω αυτά π' θα πάθω
(1938)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Όχι αυγό, μόνε κοκό
(1938)
Ερμηνεία: Επί πραγμάτων ομοίων
Η θάλασσα στην ανυδριά γλυκειά ναι σαν το μέλι
(1930)
Γεράνι
Απίδια με περικαλούν κι αχλάδια θε να φάω αγάδες κι αγαδόπουλα και σένα θε να πάρω;
(1930)
Απίδια – αχλάδια. Σέλινο
Ούλο μάγκανο είχαν
(1939)
Ξένος λόος εύκολος
(1931)
Ερμηνεία: Επί ευκόλου διαβιβάσεως προς τινα απαιτήσεως τρίτου
Καημένε λύκε γιατί δεν τρώς ανθρώπους παρά τρώς γίδια και πρόβατα
(1938)
Λένε για τους κακιούς
Έβγα έξω και μπομπέψου κι' έμπα μέσα και πορέψου
(1939)
Από το σπίτι σου να εξοικονομήσαι ως μπορείς
Που φατσιήσει εις το ανόουλιον εννά δει το κατόουλιον
(1939)
Παφίτικα χωριά
Σ' σο τεσέκι σ'κιορέν άπλωσον τα ποδάρα σ'
(1931)
Κατά το στρώμα σου άπλωσε τα πόδια σου. Χαλδ.
Αν δεν κλάψη το μικρό δεν το δίν η μάννα για να φάη
(1937)
Ερμηνεία: Πρέπει να ζητήση κανείς κάτι επιμόνως για να του δοθή
Το βουνό με το βουνό δε σμίγει
(1939)
Ερμηνεία : Αλλά οι άνθρωποι σμίγουν
Παντού μη απλώνης το πράδι σου
(1931)
Ποδάρι. Ινεπ. Πρός τον πολυπράγμονα
Σ' σο γεργάνι σ'κιορέν άπλωσον τα ποδάρα σ'
(1931)
Κατά το πάπλωμα σου άπλωσε τα πόδια σου, Χαλδ. Προς τον δαπανώντα δυσαναλόγως προς τας οικονομικάς του δυνάμεις
Η ουκνός πααίν μακρά κι΄ η τσιμπρός χάν΄ς πουλλά
(1939)
Ερμηνεία: Επί οκνού και φιλαργύρου ανθρώπου
Ο άπορον με τον πορεμένον
(1931)
Ο φτωχός με τον πλούσιο, Κερ. Οφείλει ο εύπορος να βοηθή τον άπορον
Ο άπορος τον αδύνατο
(1931)
Επί απόρου προσπαθούντος να βοηθήση ομοιόν του
Κουλνάει σαν η κουλ'τσίδα
(1939)
Ερμηνεία: Επί των ιδιοτελώς και μετ' αδιακρισίας προσκολλυμένων εως τινα
Άσπορος να μεμ μείνω, όξα εν να κλάψω το θέρος;
(1930)
Το δύσκολον και το κακόν είναι το να μη δυνηθεί τις να σπείρη. Όταν σπείρη, το θέρος είναι εύκολον να το κάμη όσον πολύ και αν είναι. Παροιμία επί περιστάσεων, καθ΄ ας επιχειρών να κάμη τι εύκολον συναντά εμπόδια και ...
Στ' αχαμνό άλογο παν όλες οι μυίγες
(1937)
Ερμηνεία: Στο φτωχό κι αδύνατο πάνε όλα τα κακά!
Γύφτους δέρν', γύφτους κλαίει, γύφτους πάν' κι αγκαλνάει
(1939)
Δια τον διαπράξαντα κακόν τι και επιρρίπτοντα την αιτίαν εις άλλον
Απ' λαδικά σ'ν έλικα
(1938)
Και οι δυο λέξεις σημαίνουν το ελαιοδοχείον ¨Ελικα” λέγουσιν οι Κουβακλιώται το ελιοδοχείον, ¨λαδικά” λέγεται το αυτό κ' άλλα χωριά. Επί ομοίων κακών, όπως “απ' τη Σκύλλα στη Χάρυβδι”
Γροίκα πολλά και λέγε λίγα
(1930)
Γύρευε πολλά να βρης λίγα
(1930)
Αντί του μάννα χολήν
(1939)
Με πότισ' αυτός αντί του μάννα χολήν
Ξύλ΄ αλεύρα ΄κ΄ έχομε, τ΄ άλλα όλα έχομε
(1931)
Ξύλα, άλευρα, δεν έχομε, όλα τ΄ άλλα έχομε
Αντί να τσιρίξη αραμπάς, τσιρίζουν τα κατρακύλια!
(1938)
Κατρακύλια = τροχοί. Το λέν όταν βάζη τις φωνές κείνος που έχει το άδικο και σωπαίνει κείνος που έχει δίκιο