Αναζήτηση
Αποτελέσματα 10701-10800 από 11736
Τα σάλια τ' τρέχινα
(1938)
Λαχταρά να το απολαύση
Πολυτεχνας κι' ερημοσπιτάς
(1938)
Όποιος κυνηγά πολλές εργασίες και τέχνες, χωρίς να μαθαίνη καμιά, κι' έτσι δε μπορεί να σχηματίση περιουσίαν
Ποντικός κουδούνια φόραγε, κι' αν φόραγε, ποτός τα θώραγε;
(1938)
Δι' εκείνας που εστολίζοντο ή που είχαν πλούτη και δεν ενεφανίζοντο εις τα εορτάς και τα πανηγύρια ούτε ο πλούτος των εχρησίμευε δια να μεταβάλη την ζωήν των επί το ανετώτερον
Αυτή 'ναι πονηρή κι δι λαϊμά
(1938)
Δια τας γυναίκας, εκείνας, αι οποίαι δεν ωμιλούν πολλά αλλά αντιλαμβάνοντο πολλά και έπρεπε να είναι κανείς επιφυλακτικός
Δε bολιτέβ' dαι
(1938)
Εσήμαινε ότι δεν έχουν πέρασιν και συνεπώς ούτε μεγάλην αξία
Βάλ' την αλεπού δραγάτη κι άφινε τα για σταφίδα
(1936)
Άδηλου Τόπου. Σημείωση : Επί εκείνων, οι οποίοι αναθέτουσι την φύλαξιν της περιουσίας των εις πονηρούς και άρπαγας
Έγινε Ποσειδόνας
(1939)
Δηλαδή καθαρίζει τ' αποχωρητήρια του Συντάγματος. Επειδή το μακρύ ξύλο καθαρισμού το λένε “τρίαινα”
Οι σαρδέλλες λαμποκοπάνε
(1939)
Στους Υπαξιωματικούς για τα χρυσά γαλόνια τους
Όποια θέλει να γεράση, αργαστήρι ν' αγοράση
(1938)
Τόσο πολλές είναι οι φασαρίες του αργαλειού ώστε γερνά πρόωρα η γυναίκα
Ήκατσε και μού τα 'πε απού την άρφα ίσαμε το ωμέγα
(1938)
Με όλες τις λεπτομέρειες από την αρχή κ' το τέλος
Βουηθά σ' ο τόπος Γιουδενί (sic) και βγαίνεις αντρειωμένος
(1938)
Όταν τα μέσα βοηθούν τον άνθρωπον, επιτυγχάνει του σκοπού του
Βούηθα μου, να σου βουηθώ ν' ανεβούμε τον γκρεμό
(1938)
Αλληλοβοήθεια
Γαιδουρομπερδούκλωνε, να μην καμπογυρίζης
(1938)
Όποιος κάνει μια εργασία στερεά, δεν χάνει τον καιρόν του να την επαναλαμβάνη
Γαιδάρου πόδας στο νερό, θέλει πιή, θέλει μη σώσει!
(1938)
Κείνος που δεν αποκτά κάτι καλό, ενώ είναι στο χέρι του
Απού 'χει τα γένεια θα βρη και τα χτένια
(1938)
Όποιος αναλάβη μια εργασία, θα βρη και τα μέσα που χρειάζεται
Πεσλέεψον κορώναν, ας κρούη κ' εβγάλλ' τ' ομμάτα σ'
(1931)
Αναθρεψε κόρακα για να χτυπήση και σου βγάλη τα μάτια
Περσιζ' να αχύρα οφέτος εβορρίζ'
(1931)
Σημείωση: Περυσινα άχυρα ρίχνει φέτο 'ς τον αέρα
Που 'κι σπέρ' θερίζει
(1931)
Όπου δε σπέρνει θερίζει
Πη σπέρ' θερίζ'
(1931)
Όποιος σπέρνει θερίζει
Από Σάββατο σε Σάββατο να κρέν'ς
(1938)
Στα παιδιά που είχαν την κακήν συνήθειαν να αναμιγνύωνται εις τας συνομιλίας των μεγάλων
Πότε πίτα και τυρί, πότε πίτα μοναχή
(1939)
Περί της οπωσδήποτε εξοικονομήσεως των πραγμάτων
Η πόρτα ανοίγ' από μέσα
(1938)
Δια τας παρεκτρεπομένας γυναίκας
Απού 'κλασε στήν εκκλησά κι απού πε πάλι βρέχει κι απού βλαστήμηξε παπά, ποτέ σωσμό δέν έχει
(1939)
Εξ ίσου είναι αμαρτία καί τά τρία
Ίντα θα φάμε; Τον άνεμο τηγανιστό και το βορρά σαλάτα
(1938)
Τη λένε σε μεγάλη ανέχεια, ή όταν δεν υπάρχει φαγητό
Ο ακάλεστος στο γάμο σαν το γάϊδαρο στο στάβλο
(1938)
Δεν δίδουν σημασία σε όποιον δεν εκτιμούν
Όπ' ακούς μεγάλο τρύγος, έπαιρνε μικρό καλάθι
(1938)
Τα μεγάλα λόγια συνήθως είναι ψεύτικα
Άλλος ήχασκε κι' άλλος εμετάλαβε
(1938)
Εις άλλον πρόκειται να δοθή κάτι και προλαμβάνει ο επιτήδειος και το παίρνει
Άντρα μου, χοίρε, γάϊδαρε, και ποιόν να πρωτοκλαίω; ας κλαίω σένα, γάϊδαρε, που μου 'φερνες τα ξύλα
(1938)
Παραμύθι για την απιστία και αχαριστία των γυναικών
Ετσά που 'ρθε το χάλι σου, άντρα μου γή εσύ να ποθάνης γή εγώ να χηρέψω
(1938)
Όταν θέλη κανείς ν' αποφύγη μιά εργσία, και να ρίξη όλο το βάρος σε άλλον
Άντρας μου βασιλιάς κι' εγώ βασίλισσα, αδερφός μου βασιλιάς κι' εγώ τίποτα
(1938)
Η συγγένεια είναι πιο στενή του ανδρογύνου παρά των αδερφών
Ο άντρας μου στα κίγδαλα κι' εγώ στα κιγδαλίδια
(1938)
Όταν ο άντρας απουσιάζη κι' η γυναίκα πηγαίνει στις διασκεδάσεις
Ανεμομαζώματα, δαιμονοσκορπίσματα
(1938)
Τα πλούτη που αποκτά κανείς με αδικίες είναι του διαβόλου, και άδικα σκορπίζονται
Αποτάσσ' ο σκύλος καρτσοδέτη;
(1938)
Για κείνον που σπαταλά όλην του την περιουσίαν
Βάστα, γέρο, βάστα να 'χης και παιδιά και βάσανα χεις
(1938)
Τα παιδιά δεν φροντίζουν για τους γονείς των όταν γηράσουν, γι' αυτό πρέπει να μη δίδουν σ' αυτά όλην των την περιουσίαν, αλλά να κρατούν για τα γηρατειά των
Εβγήκεν ντου τού θεριστή κι ας στρώνει να κοιμάται
(1938)
Όταν κυκλοφορήση μιά φήμη για έναν άνθρωπον, δύσκολα πιστεύεται έπειτα το αντίθετον
Αν αναεκατώνεται με τα πίτερα οι χοίροι τους τρώνε
(1938)
Όποιος συναναστρέφεται με κακούς ανθρώπους, γίνεται ο ίδιος
Η σκύλα η βγιαζόμενη τυφλά κουλούκια κάνει
(1938)
Η πολλή βιά δέν έχει καλά αποτελέσματα
Βασιλικός ορισμός, οργή θεϊκή
(1938)
Η βασιλική διαταγή είναι ανέκκλητη, όπως η οργή Θεού όταν πέση σε κανέναν
Είδες μαύρο; Μήδε γαλανό
(1938)
Σύστασις για μεγάλη εχεμύθεια.
Ο γιός γαμπρός δε γίνεται, κι η νύφη θυγατέρα
(1938)
Τα αισθήματα είναι διαφορετικά μεταξύ γονέων και παιδιών, παρά της νύφης και πεθεράς
Εγλυκάθ' η γρα στα σύκα κι' όλη νύχτα τ' ανεζήτα
(1938)
Ερμηνεία: Όταν συνηθίση κανείς κάτι, και στον ύπνο του ακόμη το ονειρεύεται
Από το Γιάννη κι ως το Λιό, ίσα κατάρας μου ν' κι οι δυο
(1938)
Για τους πολύ όμοιους κατά τα ελαττώματα
Που γεννηθή στη φυλακή, τση φυλακής θυμάται
(1938)
Η αγάπη που έχουμε στον τόπο που γεννηθήκαμε
Ας τρώη η γρά, κι' ας γογγύζη ο γέρος
(1938)
Όταν αποκτούμεν ένα άγαθόν, παρά την θέληση του άλλου
Από γενιά πάει το βασιλίκι
(1938)
Η σπουδαιότητα που έχει η κληρονομικότης
Θα μπουμπουρίσωμε τα λαβέτζια
(1938)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Άλλοι σκάβγουν και κλαδεύουν, κι' άλλοι πίνουν και χορεύουν
(1937)
Κλαδεύουν = κλαδεύγουν, χορεύουν = χορεύγουν
Κι αν μπη ο Μάης Τρίτη τρίζουνε σωροί στ' αλώνι
(1937)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Έχω τσ' άλλο παιδί στη μάννα μου καμωμένα
(1933)
Όταν θέλουν να παραστήσουν ότι είναι ειδικός δι' ασχημίας
Εκατό αγκινάργια να ρίξης απάνω ντου, δε θα πέση χάμαι ένα
(1938)
Αγκινάργια το επάνω αγκιστρωτό μέρος του αδραχτιού
Απάνω στσ΄αγκάθες κάθεται
(1938)
Η διαρκής ανησυχία για το αμφίβολο αποτέλεσμα μιας πράξεως
Ντρέτος σαν τ΄αγκίστρι
(1938)
Ειρωνικά για όποιον δεν είναι συνεπής στις υποσχέσεις του
Ν' αφουκρούντονε ο Θεός των κοράκων, ήθελα τρώνε σαφ ή κρέας (sic)
(1938)
Ο Θεός δεν εισακούει όλες τις επιθυμίες των ανθρώπων
Θα του δείξω γω, πόσα απίδια βάν' ο σάκκος
(1938)
Όταν πρόκειται να τιμωρήσουν κάποιον. Δηλ. θα σου δείξω ποιός είμαι
Μέσ' στου βουγιού το κέρατο να χώσης το πράμα, θα το βρή
(1938)
Όποιος ανακαλύπτει τα πιό καλοκρυμμένα πράγματα
Πέντε βούγια δυό ζευγάργια, και βαντζαίρνει κι ένα
(1938)
Για τους ηλίθιους, που δεν ξέρουν να μετρούν
Τα θέλ' ο Γιάννης τση Μαριάς, θώρ' η Μαριά στο Γιάννη
(1938)
Όταν θέλης κακό του άλλου, θα το ιδής στον εαυτό σου
Ο σκύλλον να ελέπ' να υλάζ'
(1931)
Ο σκύλλος, μήτε βλέπει μήτε γαυγίζει
Γαπουσε η Μάρω το χορό, πήρε κι' άdρα gαϊdατζή
(1939)
Ηύρε τον όμοιό του
Πε κοdά πέρασε
(1939)
Η φράση λέγεται ειρωνικά για κείνους που μικρή ιδέα έχουν για ένα πράγμα, είναι επιπόλαια μορφωμένοι
Τσ' Παρασκευής η λάμψ' τσ' Κυριακής η κλάψ'
(1938)
Ερμηνεία: Υπήρχε πρόληψις, ότι αν θα ήτο καλός ο καιρός την Παρασκευήν, την Κυριακήν θα έβρεχε
Όπου εγώ κι η ράβδα μου
(1939)
Οπ' πορπατεί κάτ' κάν' κι' οπ' κάθεται κάτ' χάν'
(1938)
Δια να ψέξουν την αδράνειαν