Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-10 από 14
Είναι κουνέλι απ' το μεθύσι
(1924)
Κουνέλι ή κουνάλι ή κνιάδ'
Έχει αμπελοπετριά
(1924)
Είναι μεθυσμένος
Ως να κάνη τή δουλειά του, βαστά πάντα την ποδιά του
(1926)
Από έθιμον των Βυζαντινών καθ' ό οσάκις πλούσιοι ή ισχυροί εξήρχοντο, τοτί εκρατούν οι ταπεινότεροι κολακεύοντες τις ποδιές
Τα μάζεψε κι' έφυγε
(1927)
Όπως αι γυναίκες μαζεύουν γρήγορα τ' απλωμένα τους ρούχα από το ποτάμι και φεύγουν (λόγω βροχής ή άλλου σοβαρού γεγονότος)
Αυτός πάτησε τα σταφύλια
(1924)
Είναι μεθυσμένος
Σαν κάμη ο Μάρτις δυό νερά κι' Απρίλις άλλο ένα, θα δης κουντούρες σαν παιδιά, και πίττες σαν αλώνια
(1926)
Κουντούρα = η βότρυς, η κουρβούλα, υπόδημα παλαιόν κοντόν του οποίου η χρήσις βαθμηδόν εκλείπει. Ίσως έντευθεν ελήφθη το τουρκ. Kundur το οποίον εσχέτισαν προς το ιτ. Coturno (βλ. Meyer, Turkische Studien 1, 53)
Σπίτι μου μυστήριο που και πορδαλισταριό μου
(1922)
Την αξίαν παριστάνει της οικίας, όπου έστω και πενιχρά καλύβα κι αν είναι τον ευχαριστεί.
Του τζομπάνη σφύριζε, του σοφού μίλε
(1921)
Πολιτείου αναλόγως της κοινωνικής τάξεως εκάστου.
Μη στάξη θεός και βρέξη την.
(1925)