Αναζήτηση
Αποτελέσματα 101-200 από 10257
Κακή αρχή, κακό τέλος
(1923)
Όποιος βαριέται κακιά γη
(1929)
Με το ζόρι παντρειά
(1925)
Εν έππεσεν ο ζάχαρις 'ς το νερόν
(1924)
Ουδεμία ανάγκη σπουδής. Κυρ.: δεν έπεσεν η ζάχαρις 'ςτο νερόν, ώστε να είναι φόβος, μήπως λειώση αμέσως και επομένως να είναι ανάγκη μεγίστης σπουδής. Ανάλογος την σημ. η ανωτ. π. εν λ. άνεμος “Εν επήρεν ο άνεμος ταγκάλια” ΣΚ. Β' 278, αρ. 9...
Ίσα Γιάννης, ίσα Χασάνης
(1923)
Βεν. Παρ. 117 Ι 9...
Άγιον τάξον και μωρόν μη τάγης
(1928)
Αγίου τάξε και μωρού μη τάξης.
Κερ. Επί επιμόνου και οχληράς απαιτήσεως μικρού παιδιού προς εκπλήρωσιν δοθείσης υποσχέσεως.
Αν είσαι και παπάς με την αράδα σου θα πας
(1929)
Απέναντι της τάξεως όλα πρέπει να υποχωρούν
Σ' έχου χουνέρι κάβουρα να πουρπατείς στα κάρβουνα
(1929)
Συλλογή Πελίς – Αβέτ
Κλαίς τονε τον αρφανό κι ας είν' και με τα ένια
(1925)
Αρφανό = ορφαν
Αλίμουνου στουν αρφανό κι' ας είνι κι μι γένεια
(1926)
Ουδέποτε μια ευτυχία δύναται να αφανίση προηγούμενη εμφανή δυστυχίαν. Αιτωλία
Αρχοντικά πορεύγουσαι σα bοθ σου πιειάνει κιόλα
(1925)
Να βαδίζης περήφανα, να μην ανακατεύεσαι σε προστυχοδουλειές, καθώς σου πιάνει να βαδίζης
Γέρο κριθάρι θέριζε και παλληκάρι στάρι
(1929)
Κρήτης
Χτύπ' σε τ' ανώφλι κι ηύρε το κατώφλι
(1929)
Το γνωμικό εφαρμόζεται σ' εκείνους οι οποίοι αναγκάζονται επί τέλους να πάρουν τον καλό δρόμο, διότι ως τώρα λοό προσκόμματα και δυσκολίες εύρισκαν μπροστά τους
Η ζουή τ' κρέμιτ' απού νια κολυνά
(1923)
Δηλαδή είναι επικίνδυνος
Του γίνκαν τα μούτσνα κριγιάσ'
(1929)
Δεν ντρέπεται, είναι αναίσθητος
Της χήρας τ' αναστέναμαν τζαι τ' αρφανού το κλάμαν εις τον Θεόν ανέβησαν τζ' αγγάλεμαν εκάμαν
(1920)
Σημ. Αγγάλεμαν = επίκλησις, αρά
Όπου δης πολλές μαγούλες είναι ύπνος και βαργιούλες
(1929)
Βαργιούλες = τεμπελιές, βαρεσιές
Πέντε μήνες έξ αδράχτια πότι τάγνισα η πλατώνα
(1928)
Ερμηνεία: Επί οκνηρίας
Άσπρα είναι τα λιθάρια, αλλά τα σκυλιά τα κατουράνε
(1926)
Ερμηνεία: Για τους άσπρους στο δέρμα, ότι δεν έχουν χάρι
Δεν είναι αργητό για νάρθη η αρρώστεια
(1924)
Δεν αργεί να έλθη, δεν χρειάζεται πολύ να έλθη
Αστιβές στον τράφο νάτσι μέσα
(1928)
Δεν είναι δηλαδή κλαδί ή αστοίβη να στερεωθή στον τράφο
Σαράντα γρόσσια τ' άλογο εξήντα το σαμάρι
(1928)
Όταν το ήττον σπουδαίον έχη μεγαλύτερον αξίαν εκείνου άνευ του οποίου είναι άχρηστον το ήττον σπουδαίον
Πότε πίττα και φλασκί, πότε πίττα μοναχή
(1922)
Ερμηνεία: Επί της ασταθείας της τύχης
Σαν της παλαβής τα μαλλιά
(1922)
Φύρδην μείγδην
Σαν του πουλιού τη γλώσσα
(1924)
Ισχνός, αδυνατος, μικρός. Το κριθάρι είναι σαν του πουλιού τη γλώσσα
Ήντσαν τρέχ' 'ς σήν αρχοντίαν συερά την εφτωχίαν
(1929)
Όποιος τρέχει 'ς την αρχοντιά συναντά τη φτώχια
Αρχοντιά χωρίς τα έχει τύφλα του όπου την έχει
(1920)
Ότι η ευγενής καταγωγή πρέπει να παρακολουθήται κ' από πλούτον
Ασκημέ μου κι απρεπέ μου τινά πρωτοφάμε βράδυ;
(1922)
Επί άσχημου και ασυμφύλου ανδρός, ευπορούντος δ' όμως
Να πάρ' ου δείνας τ' σκουπλάρα
(1925)
Σκόπλο μεγάλο εις το οποίον ο θεός συγκεντρώνει τη βροχή. Παρομ. Φράση Κάποιος νια βουλά επειδή ούλου κι έβρεχι βλαστήμσι : να παρ' ου διάουλους τ' σκουπλάρα!
Κι αν επεπίρνιξ' ορφανόν, τον ύπνον ατ' εχάσεν
(1929)
Κι αν ξύπνησε πολύ πρωί ο ορφανός τον ύπνο του έχασε
Ας εν' τ' ορνίθι άτσημο κι ας έν' καλογεννούδικο
(1929)
Ας είναι η κότα άσκημη κι ας είναι καλογεννούσα
Πως πάν οι στραβοί στον Άδη; Σαν τους ραφτιάδες στην κάδη
(1927)
Όταν ο είσ ακολουθεί τον κατήφορον που πήρε ο άλλος.Γιατί οι ραφτιάδες κάποια πάγαναν στην κάδη να βγάλουν κάποιον που έπεσε μέσα. Ένας ένας που πήγαινε να βγάλη τον άλλον έπεφτε μέσα και πνιγόταν στο μούστο
Φτεί η μάνα, γλύφ' του πιδί
(1923)
Δηλαδή τούτην αγάπη έχουν αυτοί
Νιτσός κι νισσός του ίδιου είναι
(1927)
Ερμηνεία: Τι Γιάννης τι Γιαννάκης
Το πονηρό πουλλί κι απ' τα δυό ποδάρια πιάνεται
(1922)
Ερμηνεία: Επί των ευφυών, οίτινες εμπίπτουσι πολλάκις εις παγίδας
Συ προγελάς εφτά κι εσέναν τριανταεφτά
(1922)
Ερμηνεία: Επί των χλευαζόντων άλλους καιπερ αυτών αξίων χλεύης όντων πολλών
Σαράντα τ' άλογο κι εξήντα το σαμάρι
(1922)
Ερμηνεία: Επί των αγροίκων και ευτελών, οίτινες τύχη επλουτίσθησαν αίφνης και περικοσμούνται λαμπράς, αναρμόστης όμως εις την όλην αγροίκον υπόστασιν αυτών
Απόθανε να σ' αγαπώ και ζιέ να μη σε θέλω
(1929)
Ως συμπλήρωμα αναγράφεται το εξής δίστιχον, όπερ πραγράφω χωριστά εις άλλη παροιμία : Δεν μ΄ έχανες να μη πονής, μα να με χάσης και να δης
Του πεθαμένου το πουγγί πάντ' αναποδα γυρναει
(1922)
Ερμηνεία: Επί φθοράς των περιουσιών των αποθνησκόντων
Άπιαστος κλέφτης, καθάριος νοικοκύρης
(1929)
Περί κακουργήματος τηλεσθέντος δι υποκρισίας και τέχνης αποκρυπτομένου του ενόχου
Δεν απόμεινε ποδάρι
(1926)
Ουδείς ή ουδέν απέμεινε
Βρουμάει απ' οθι να τουμ πιάης αυτόν
(1923)
Δηλαδή, είναι ανηθικότατος
Το 'βαλα τς αστραπής
(1929)
Το παρημέλησα τελείως
Έβαλε το κεφάλι του στον τορβά
(1929)
Φράσις προελθούσα εκ του ληστρικού εθίμου που αποστέλλει την κεφαλήν του θύματοε εις τους συγγενείς του μέσα σε ντορβά
Εμείς ψωμί δεν έχομε, ρεπανάκια για την όρεξη
(1929)
Πρώτα να εξοικονομούμε τα απολύτως αναγκαία και κατόπιν τα άλλα
Έχεις γρόσια έχεις γλώσσα
(1929)
Μεγάλη είναι η δύναμις των χρημάτων. Ένας πτωχός δεν έχει το θάρρος να λέγη ελεύθερα τη γνώμη του
Απ' τα θησαυρισμένα δίκαια παίρνει ο διάβολος τα μισά κι' απ' τ' άδικα κι αυτόν τον νοικοκύρη
(1922)
Ερμηνεία: Επί της αστασίας του πλούτου
Ο δάβολον πολλά ποδάρα έχ'
(1929)
Ερμηνεία: Ο διάβολος πολλά πόδια έχει
Όταν διψάη η αυλή σου, όξου νερό μη χύνης
(1922)
Επί του ότι εν πρώτοις πρέπει οι συγγενείς και οι οικείοι να υποστηρίζωνται και βοηθώνται και είτα οι ξένοι
Μπάει κ' έρρ'ξα στ' αστέρια, γω; (Τί θα μου κάμ'ς ισύ;)
(1923)
Ερμηνεία: Κατά προφορική ανακοίνωσιν του συλλογέως φράσις ανάλογος προς την “μήπως εμυρίστηκα τα δάχτυλα μου”
Αρχοντοσούρνει ο Σωτήρις
(1924)
Κατάγεται εξ αρχόντων
Ο Θεός αρφανά κάνει, μ' άμοιρα δεν κάνει
(1924)
Λέγεται για αρφανά που έχουν κάποτε καλή τύχη
Γένηκε άττητος
(1927)
Το στριψε, έφυγε