Αναζήτηση
Αποτελέσματα 101-200 από 379
Του λιναριού τα πάθη
(1914)
Ουκ οίδα υμάς
(1914)
Έχει νου και ανανού
(1914)
Ξερός κι αδράπανος
(1914)
Εν Κρήτη: ξερός ξεροχωμένος
Καθώς ακούω, κρίνω
(1914)
Μέτρα δέκα κ' ένα κόβγε
(1918)
Ανοίξανε τα μάτια του
(1919)
Έμαθε τον κόσμον
Μάρτης βρέχει ποτέ μη βγκάση
(1918)
Βιάζω= αιθριάζω
Τον έπιασε τρικούκουλο
(1919)
Δηλαδή τεταρταίος
Τόνε πιάνει το γλυκύ του
(1919)
Γλυκύ = επιληψία
Ανοίγω μίνες
(1917)
Υπούλος σχεδιάζω τι κατά τίνος
Εκοπήκανε τα ήπατά μου
(1914)
Από του διαόλου το παραντάδο
(1919)
Παραντάδο=γενεά
Τα 'καμε στην πύργια
(1914)
Ερμηνεία: Επί φόβου
Άφηκα τη στα λάπανα παννιά
(1919)
Δεν φροντίζει, αμελώ
Αλλά ρύσαι ημάς
(1914)
Εμνήσθην ημερών αρχαίων
(1914)
Ο άπιστος Θωμάς
(1914)
Γη Μαδιάμ
(1914)
Ο γέγραφα γέγραφα
(1914)
Ως αρνίον άκακον....
(1914)
Να σου κάμω το καλαντάρι
(1919)
Θα σε μαλώσω
Μνήσθητι μου Κύριε!
(1914)
Έμου κλέφτης, έμου ψεύτης
(1919)
Ξερός ξεροχωμένος
(1914)
Ξερός κι' αδράπανος
Πάει σαν Αγούδουρας
(1919)
Ιδού ο νυμφίος έρχεται
(1914)
ΚΕ. 6
Από τον Άννα στον Καϊάφα
(1914)
Και ο λόγος σάρξ εγένετο
(1914)
Κάθομαι στα λάχανα χανιά
(1919)
Ερμηνεία: Δηλαδή δεν φροντίζω, αμελώ, αδιαφορώ
Έως πότε προς υμάς έσομαι;
(1914)
Τα κάμανε μπούρδος
(1914)
Όταν οικία ή κτήμα τι γίνη έρμαιον παντός
Κύριε ελέησον!
(1914)
Ερμηνεία: Επί θαυμασμού, εκπλήξεως, φόβου, επιτιμήσεως
Ο Θεός ανοίγει θύρες
(1914)
Την έκαμα κόπανο
(1919)
Δηλαδή εχόρτασα, την παραγέμισα
Το ΄χει δίπορτο
(1914)
Μεταφορ. εκ των πεσσών
Ζώα μικρά μετά μεγάλων
(1914)
Στο μεϊντάνι
(1919)
Φανερά
Τα 'καμε χουμά κουτάλια
(1914)
Τα τριάκοντα αργύρια
(1914)
Μεγ. Πέμπτη κατ' επανάληψιν pass
Και μετά ανόμων ελογίσθη
(1914)
Άδηλα και κρύφια
(1914)
Ήτο ανοιχτός ουρανός
(1914)
Όμου κλέφτης όμου ψεύτης
(1919)
Κονδυλάκης
Απόμεινε κεφαλοπύρωτος
(1914)
Ο επιζών εξ' οικογενείας ξεκληρισθείσης, εξολοθρευθείσης
Πίσω ο σκούλος βράζει
(1914)
Επίκειται μεγαλύτερα δυστυχήματα
Ο εωρακώς μεμαρτύρηκεν
(1914)
Δότε τόπον τη οργή
(1914)
Ουαί υμίν
(1914)
Είναι Πανταχού παρών
(1914)
Μή πλανασθε, Ιουδαίοι
(1914)
Ύπαγε οπίσω μου, Σατανα
(1914)
Μ' ανακαιρώνει παλιού αρραγού βαστάγια
(1919)
Πάγκαλος
Ίδε ο αμνός του Θεού
(1914)
Ιωάν. Α΄, 29
Ακριβός θαρρεί κερδαίνει και φυρά και δεν το νοιώθει
(1919)
Ακριβός = φιλάργυρος
Εβγήκεν του τού θεριστή θερίζει δε θερίζει
(1919)
Αρκεί να βγάλη κανείς όνομα καλό να φημισθεί
Τη δουλειά σου και τόργο σου ψιλό
(1919)
Πρός γυναίκα. Σημ. Όργο (το) = νήμα το χειροποίητον
Ο Νάχας κι' ο Νάβρας ήσαν αδέρφια
(1918)
Περί των κενών ευχών
Γρήγορος σαν τον κάτω χειρόμυλο
(1914)
Σαν τη κατώπετρα του μύλου
Ο Νάχας και ο Νάβρας ήσαν αδέρφια
(1919)
Περί ματαίων ευχών νάχα, νάβρισκα
Άρον , άρον σταύρωσον αυτόν
(1914)
Σαν τούμαθε ο νοικοκύρς μου θύμωσε άρατα πύλατα, επι μεγάλου θυμού
Εις το Δόξα Πατρί
(1914)
Του την έδωκεν εις το Δόξα Πατρί, δηλ εις καίριον μέρος, εις την κεφαλήν
Οντέ δειπνάς και δε με δης, καθάρια λίγωσή 'νε
(1918)
Το φεγγάρι
Χάρι σούχω 'γω καβρέ να πηδάς στα κάρβουνα, κι ανε μπηδάς σοτ μποταμό, πηδώ ρονε κι εγώ
(1915)
Λέγεται εν Κρήτη
Τον ήβαλε στα μιτόχτενά της
(1917)
Του παρέουρι
Όντεν ειν΄ευγιά βάστα το γαμπά σου ( καπότο ) κι όντε βρέχε ξά σου
(1918)
Ερμηνεία: είσαι ελεύθερος να κάμης ότι θέλεις
Κάλλ' ας ντραπή η μούρη μου παρ' α καη η καρδιά μου
(1919)
Κάλλ' = κάλλια, 'α = να