Αναζήτηση
Αποτελέσματα 301-400 από 3022
Του νήλιου chύκλος, άνεμος του φεγγαριού, βροchή
(1945)
Όταν ο ήλιος περιβάλλεται από κύκλον, προβλέπεται άνεμος, αν το φεγγάρι, προβλέπεται βροχή
Εγέλασεν τζι' ο Γεννάρης
(1945)
Ο καιρός συνήθως τον Γεννάρη είναι βροχερός ή συνεφιασμένος και σπάνια αίθριος. Η παροιμία λέγεται και μεταφορικά για ανθρώπους που σπάνια γελούν και που είναι πάντα κατσούφηδες
Κυνηγάει τον καυγά, σαν η μύγα το σκατό
(1963)
Η ανθρωπίνη ακαθαρσία εις το ύπαιθρον συγκεντρώνει τις μύγες ίσως πιο πολύ και από το μέλι. Η παροιμία λέγεται δι' εκείνον που είναι πάντα έτοιμος για καυγά
Απ' το γάιδαρο καβάλλα την πήραν
(1928)
Επί κοινής γυναικός ήτις παρ' ελπίδα απεκατεστάθη
Δεσπότ' κιφάλ' πατεί και δαν
(1929)
Δεσπότου κεφάλι πατά και περνά
Σανιός μανιός
(1937)
Σανιάζω = μπερδεύω, σανιασμένο κουβάρι
Δίς και παίρτς και τ' ύστερ' νόν κρούς και παίρτς
(1929)
Δίνεις και παίρνεις και ύστερα χτυπάς και παίρνεις. Σαντ. Επί των πωλούντων επί πιστώσει
Δέσκαλε πη εμάθιζες και νόμον πη κ' εκράνες
(1929)
Που μάθαινες τους άλλους κ' εσύ κρατούσες νόμο
Ξένος πόνος, ξέγδαρμα
(1936)
Δηλαδή ελάχιστη λύπη μπορεί να φέρη
Κάνοντας κάνοντας η γαιδούρα πουλάρκα, το σαμάρι δεν έπεσε από πάνω της
(1917)
Ερμηνεία: Επί των μητέρων εκείνων αίτινες αν και πολλά τέκνα γεννώσι εν τούτις δεν ελαφρύνονται επί των βαρών τα οποία έχουν διότι τα γενώμενα αποβαίνουσι κακά
Δουλείαν εύρες; άφ'ς και φύγον. Φαείν εύρες; κάθ'κα και φά
(1929)
Βρήκες δουλειά; άφησέ την και φύγε. Βρήκες φαγεί; κάθησε κάι φάγε
Το αμμάτιν του νοικοτζύρη προκόβκει το χωράφιν
(1965)
Η προσωπική επίβλεψη του ίδιου του γεωργού σε όλες του τες γεωργικές εργασίες είναι απαραίτητη
Αμόν καλομηνέσ κόπρο 'ς σ' ιγτάρ' απάν' κι στέκ'
(1929)
Σαν Μαγιάτικη κοπριά δε στέκεται απάνω στο φτυάρι
Δέσκαλε πη δασκεύ'ς και νόμον κι κρατείς
(1929)
Δάσκαλε που δίδασκες και νόμο δεν κρατάς
Αν δεν βρέξης κόλο, δεν τρώς παπί
(1963)
Η παροιμία δείχνει την δυσκολία τουτ κυνηγιού της πάπιας. Για να χτυπήσης πάπια πρέπει να ενεδρεύσης σε βάλτο, ή θα σου πέση η χτυπημένη στο νερό. Και στις δυο περιπτώσεις θα γίνης μούσκεμα
Πέρσι κλάστηκε φέτος βρώμισε
(1922)
Ερμηνεία: Επί των μετά πάροδον μακρού χρόνου εγειροόντων αξιώσεις
Γκρίκα, ψάκκα, Νικολίτσι, ψείρα σαν το κοκαλίτσι
(1963)
Κοκαλίτσι ειδικώς θεωρείται ο πυρήν (κοκαλίτσι) της ελιάς. Τα χωριά αυτά θεωρούνται κατ' εξοχήν βρώμικα, ίσως λόγω ελλείψεως επαρκούς ύδατος. Πάντως τα αλβανόφωνα δεν φημίζονται δια καθαριότητα και νοικοκυρωσύνην
Ο κάττος τζι αν εγέρασεν, τα νύσα πούσεν έσει
(1931)
Ο γάτος κι αν εγέρασε τα νύχια πούχε τάχει. Δηλαδή, και στα γεράματα θάχη τες κακίες ο άνθρωπος, που τες είχε στα νιάτα του
Ο κάττος τζι ο καλόηρος το ψάριν αγαπούντο
(1931)
Δηλαδή καθένας το συμφέρον του κυνηγάει
Η καλή μέρα από το πρωΐ τση φαίνεται
(1963)
Το καλό ξεκίνημα, η καλή αρχή, είναι σημείον και καλού τέλους
Αγκρίστηκεν ο λαός με τ' όρος!
(1948)
Ερμηνεία: Όπως είναι αδύνατο ο λαγός να μαλώση με το δάσος, έτσι αδύνατο είναι και δυό που' χουν αμοιβαία μεγάλα συμφέροντα να μαλώσουν
Που δε θέλει να ζυμώση πέντε μέρες κοσκινίζει
(1930)
Επί των πολλάς προφάσεις ευρισκόντων
Τα περνάει ούλ' από τη λαίμη
(1920)
Όποιος δεν έχει νου, έχει πόδια
(1953)
Για την απερισκεψία
Με τόγ κώλο δουλειά
(1929)
Εκτελεί την εργασίαν του με απροθυμίαν και οκνηρίαν
Το πουντζίσ σου μη το 'είχνης σε πολλούς
(1934)
Οι εξ αφελείας επιδεικνύοντες τα αγαθά των, υποπίπτουν εις την εκμετάλλευσιν των πονηρών
Το ήμερο αρνί βυζαίνει δυο μαννάδες. Το άγριο δεν βυζαίνει ούτε την δική του
(1958)
Η παροιμία δηλοί τα πλεονεκτήματα του καλού χαρακτήρος
Βορκάες της Αγίας Μαρίνας ωεφή του προφήτη Ηλία: Ο γρόνος εν ναν καλός
(1945)
Αν στις 17 Ιουλίου, Εορτής της Αγίας Μαρίνας φυσούν βόρειοι άνεμοι και ο καιρός στις 20 του ίδιου μηνός, εορτήν του Προφήτη Ηλία, είναι συνεφιασμένος, το γεωργικόν έτος προβλέπεται να είναι καλόν
Ξένος, ξένα πονεί
(1938)
Ο ξένος δεν μπορεί να νιώση τον πόνο του άλλου
Μήτε τ' αμτρόγυνο χολή, μήτε στ' αδέρφια κακία
(1929)
Οτί μεταξύ των συγγενών δεν διαρκεί η έχθρα
Απ΄ αρχής του Θεριστή του δρεπανιού μας η γιορτή
(1952)
Μόλις μπει ο Ιούνιος, αρχίζει το θέρισμα
Καλομελέτα κι έρκεται
(1958)
Δηλαδή όταν πιστεύης εις κάτι επιτυγχάνεται
Είσαι 'αν dου Πράκα τη μαθράκα
(1951)
Είσαι σαν του Πράκα το βάτραχο. Τόλεγαν στους ασκημομούρηδες και στους βρώμικους. Στου Πράκα ήταν ένα μέρος γεμάτο βρώμικα νερά και βούρκο
Από τον Άννα στον Καΐφα
(1963)
Δια την γραφειοκρατικήν ταλαιπωρία
Όποιος κλέψει αυγό θα κλέψη και βόδι
(1940)
Συλλογή μαθήτριας Κυριακή Ζαχαρίου
Έγεντον άμον περδίκ'
(1939)
Έγινε σαν πέρδικα – Έγειανε, δυναμωσε, έγινε τελείως καλά από την αρρώστεια που πέρασε
Άμον αρνικόν περδίκ'
(1939)
Σαν αρσενικό περδίκι – Παραχαϊδεμένος κι΄ ανοικονόμητος
Τα δόδια απαdου dη γλώσσα
(1963)
Λέγεται όταν αποφύγης να εκστομίσης λόγο, που μπορεί να δημιουργήση ζητήματα
Έχουν οι φύλακες τη γνώση
(1963)
Λέγεται, όταν εγκαίρως φροντίζωμε για κάτι.
Το βουνό δεν εδούλιασε dο μεγάλο 'ομάρι, παρά τσοί πολλές στράτες
(1963)
Δηλαδή η συστηματική και συνεχής εργασία είναι πιο αποδοτική από την έντονη αλλά όχι συνεχή.
Τω γνωστικώ τα πράματα τα τρών οι χαροκόποι
(1963)
Δηλαδή τις οικονομίες των συνετών τις χαίρονται σπάταλοι κληρονόμοι.
Ά δε gουράσης γόνατα, κοιλιά δε θαραπεύγεις
(1963)
Δηλαδή αν δεν κουραστής, δεν εξασφαλίζεις τα προς το ζήν.
Πολλά καλά στην έρημο
(1938)
Ερμηνεία: Δια πλούτη και ευημερίαν, τα οποία υπήρχαν εις μακρυνά και απροσπέλαστα μέρη
Ο καλός ο νοικοκύρης πριν πειναση μαγηρεύει
(1940)
Συλλογή μαθήτρια Κυριακή Ζαχαρίου
Το πολύ ταμάχι χαλάει το στομάχι
(1940)
Συλλογή μαθήτρια Κυριακή Ζαχαρίου
Αυτουνού τ' αθθρώπου του σκαρίν (εσχάρα, τρόπις) είνιν γηρόν
(1941)
Λέγεται δια τον άκρως υγία άνθρωπον, όστις εκτίθεται αφόβως εις τας νοσογόνους αιτίας
Κάθε τάβλαν τζαι μαντήλιν νάσου τζαι τον κύρ Βασίλην
(1940)
Ειρωνικώς δια τους αρεσκομένους εις φαγοπότι. Κατ' επέκτασιν και δια τους αναιδείς, τους προσερχομένους όπου διασκέδασις
Ετσύλλησέμ με το σκουφίν του βαρ(ο) υπνά
(1940)
Εκ του πανελληνίου μύθου του εφιάλτου
Βάστα με να σε βαστώ
(1940)
Αλληλοβοηθούμενοι επιτυγχάνομεν ό,τι έκαστος χωριστά δεν θα κατώρθωνε
Γεννήθηκα τσ' αποκριές
(1957)
Και συνεπώς δε φοβούμαι κανέναν, δε λογαριάζω τίποτε
Βαστά σ' ο τόπος Διγενή γιατ' είσ' αντρειωμένος
(1940)
Λέγεται δι' όσους εντιμώνται όχι διά τα προτερήματα των, αλλά διότι είναι πλούσιοι και έχουσι “μέσα”
Ζουρλός παπάς σε βάπτισεν!
(1940)
Μπρος στη φ'νή τσ' ο Λάζαρος
(1943)
Ο διάβολος πωλεί τυρί, χωρίς να έχη γίδια
(1912)
Δια τον κλέπτην και ληστήν
Αλί 'ς τον ανδρειωμένον, που τον πιάσουν δυό σπασμένοι
(1917)
Σπασμένοι = σπάδοντες. Ερμηνία : Δια των καταδιωκόμενον υπό πολλών
Τρώει τα σίδερα
(1957)
Είναι ασυγκράτητος
Έχω για τη γούνα σου ράματα
(1940)
Απειλή
Με τρώει η ράχη μου!
(1957)
Θα φάω ξύλο
Τρώεται με τα ρούχα του
(1957)
Είναι μεμψίμοιρος
Ούτι νιρό να πιή δεν d' δίν'
(1915)
Ούτε ελάχιστον καιρόν αναπαύσεως. Ιδίως λέγεται επί υπεροχής εν παιγνιδίω
Ένα μουζούρι αλάτσι έχουνε μαζί φαωμένο
(1938)
Είναι πολυ σχετικοί και φίλοι
Πε, πε, εν να το πη τζι ο κώλος σου
(1931)
Άμα ένα ευχάριστο για σένα πράμα, το λες και το ξαναλές απ' την χαρά σου
Μηάλην εμποτσά φάε και μηάλο λο μημ πης
(1930)
Ερμηνεία: Επί των υπερφρονούντων και εαυτούς βλαπτόντων
Είδα ω έρον παπά κι ήθαβγε μωρά παιδιά
(1928)
Γίνονται δηλαδή πολλά αταίριαστα πράμματα
Μοναχός σου χόρευγε τσ' όσο θέλεις ππήα
(1934)
Μακράν των φθονερών ομμάτων των άλλων είναι τις ελεύθερος να συμπεριφέρεται ως θέλει
Ανάρια τις επισκέψεις σου γαμπρέ, για να 'χουν νοστιμάδα
(1963)
Συμβουλή προς τους νυμφίους
Αλεσματικά φουρνιάτικα του μυλώνα 'ν' η πίττα
(1938)
Το λέν όταν θέλουν να δείξουν πως πληρώσ' εδώ, πληρώσε εκεί, δε μένει στο νοικοκύρη τίποτα