Αναζήτηση
Αποτελέσματα 2001-2100 από 3022
Των ατζιγγάνω η κακιά, είν' αποσπέρας ως ταχιάς
(1938)
Το λέν για κείνους που τη μιά στιγμή μαλώνουν και την άλλη αγαπίζουν
Τ' άσπρο, μαύρο δεν ένεται
(1938)
Ένεται = γίνεται
Ή δείρέ το τ' αρχοντικό ή χέρι μη ντου βάλης
(1918)
Ερμηνεία: Ή με επειχείριε τι ή επιχειρήσας μη αφήσης ημιτελές
Τα ξερά σκατά στον τοίχο δεν κολλούνε
(1937)
Ερμηνεία: Κατηγορίες δε θίγουν τον αθώο
Έεις άσπρα κι φλουριά; έεις κι καλή καρδιά
(1939)
Διότι η φτώχεια κατατρώχει τον άνθρωπον
Στην άκρη σκάζει η σφεντόνα
(1910)
Μετά καιρού θα φανή το αποτέλεσμα.
Άρτσι βούρτσι
(1926)
Λόγια που δεν λέγονται, απρεπή και ανακατωμένα
Άρχισα από το άλφα
(1959)
Άρχισα απ΄την αρχή
Ο λαγός κουδούνια φόργι κι αν τα φόργη, ποιος τα θώργι
(1906)
Ερμηνεία: Επί των μηδαμινών ανθρώπων των πλουσίως και παρ' αξίαν ενδυομένων και μη τυγχανόντων υπολήψεως
Κάλλιο λόγια στο χωράφι παρά μάγκανα σ' ταλώνι
(1910)
Ότι οφείλει τις εκ την αρχήν πάσης υποθέσεως του να συνεννοήται καλώς, ίνα μη έχη βάσανα κατόπιν και φιλονεικίας
Τα 'χει ο νους μου δεν τα λέω παρά κάθομαι και κλαίω
(1908)
Ερμηνεία: Επί των τηρούντων μυστικήν την λύπην των
Αν αστράψ' ς το Ζάλογγο βάλε μέσα τ' άλογο αν αστράψ' σ τη Δραγομή θέλης βάλ΄ το θέλης μη
(1902)
Εννοεί το Ζάλογγο και τη Δραγόμη της Παραμυθιάς. Οι στίχοι λέγονται εκ πρόγνωσιν του καιρού
Αν είσαι και παπάς με την αράδα σου θα πας
(1929)
Απέναντι της τάξεως όλα πρέπει να υποχωρούν
Ό θεός ορφανά κάμει, αλλ άμοιρα δεν κάμει
(1912)
Ο φιλάνθρωπος θεός προστατεύει τα ορφανά
Άρτσι βούρτσι
(1926)
Αρμενική
Στο ατσάλι τρίχα δεν κολλάει
(1962)
Εκουτσάθ' η γίδ' από τ' αυτί
(1916)
Ερμηνεία: Επί των μεγαλοποιούντων μικράς σωματικάς βλάβας
Ωμό κρέας, κόκκινα μάγ'λα
(1938)
Θαν το κρύψω, που να μην το βρη πουλί
(1918)
Ερμηνεία: Φράσις περί πραγμάτων επιμελώς, όπως μη ευρεθώσι: Το δαχτυλίδι σου τόκρυψα, που δεν το βρίσκει πουλί
Επήαμεν να πούμεν , τζι' είπαν μας
(1951)
Όταν ο αδικών δεν σιωπά, αλλά έχει την αναίδειαν να υβρίζη ακόμη τον αδικηθέντα
Φάϊ λάδι κι έλα βράδυ
(1951)
Δεν αρτένισι ούτ' τ' Μιγάλ' Παραchκινή
(1915)
Επί εστερημένου εντελώς αρτύματος κ' επί κρέατος απαχούς
Κατά που σου κάμνουν κάμνε τζιαι κατζίαν μεν κρατάς
(1956)
Απόδιδε τοις ανθρώποις τα ίσα, χωρίς να αισθάνεσαι δι' αυτούς κακίαν
Άνθρούπουν βλιέψ καρδιά δε ξέρ'ς
(1939)
Ερμηνεία: Επί ανθρώπου εναρέτου μεν νομιζομένου, κακού δε αποκαλυπτομένου
Πώς πάν οι στραβοί στον Άδη; Ο ένας κοντά στον άλλο
(1936)
Για όσους είναι άβουλοι και κάνουν τυφλά ό,τι κι' οι άλλοι
Αρφανόν τρέφεις; Διάβολουν τρέφεις
(1941)
Ουχί σπανιώς οι ορφανοί ενηλικιούμενοι δεικνύονται αχάριστοι προς τους κηδεμόνας και εκτρέπονται εις ύβρεις και αδικίας και αυτών
Ούλις οι αστένειες κουλάν, μουνάχα ένας τσακ΄σμός δεν κουλάει
(1926)
Τσακ'σμος = σπάσιμο, θραύση
Μου κάθισε αγκάθι
(1925)
Επί συνεχούς ενοχλήσεως
Άλετρο ξυσμένον σπαθ(χ)ίν ακονισμένον
(1965)
Ξυσμένο και καθαρισμένον από λάσπη, χώματα και χόρτα, αλέτρι καλλιεργεί πάντα καλύτερα και πιο εύκολα το έδαφος
Και τα φτωχά τρανεύουνε και τ' αρφανά βαστιούνται, και τάρημα παντρεύονται κι οι χήρες κονομιούνται
(1929)
Φρασεολογία παρηγορητική, λεγομένη πολλάκις κι ως μοιρολόγι, καταδεικνύουσα την πρόνοιαν του Παντοδυνάμου Θεού περί των πλασμάτων αυτού και ιδία των αναξιοπαθούντων
Να σε φυλάη ο Θεός από καινούργιον άρχοντα κι' από παλιό διακονάρη
(1929)
Ο πρώτος θρασύς και υπερήφανος, ο δεύτερος πονηρότατος και κόλαξ, αμφότεροι δε ενίοτε κακοί και επικίνδυνοι
Δέ δίνει ούτε τις ψείρες του
(1926)
Χαρακτηρισμός του γλισχρού, του φιλαργύρου
Τον άρρωστο ρωτάνε
(1938)
Δηλαδή, μόνον ο άρρωστος πιθανόν να έχη ανορεξία και όταν του προσφερθή κάτι να το αρνηθή. Λέγεται επί μη αμφισβητουμένης αποδοχής επί τη προσφορά φαγωσίμου άλλου τινός πράγματος
Τόδονη τς αστραπής κι του πύρ
(1925)
Παροιμ. Φρασ. λεγομένη επί του αστόχως διαχειρισθέντος υπόθεσιν τινα
Δεν έσμιξαν τ' άστρα ντων
(1938)
Δεν ταίριασαν
Αρχοντικά το πράζομε και γύφτικα πορεύομε
(1908)
Ερμηνεία: Λέγεται κατ' ανθρώπων οι οποίοι προ των άλλων δαπανώσιν ελεθερίως παρά των υλικών των καταστεί κατ' ιδιίαν δε διάγουσι βίον λιτότατον. Αξιοσημείωτον δε είναι τι
Μ' όλα τ' αγκάθια μάλωνε, κι απού τσ' ακνίδες λείπε
(1938)
Με τους ισχυρούς μην τα βάζης
Όσο θέλεις δούλευε κι όσο θέλει ο Θεός θα σου δώση
(1939)
Άμα δε θέλει ο Θεός δεν προοδεύεις
Άστραψε απ' το Ζάλογγο δέσε μέσα τ' άλογο
(1958)
Εννοεί το Ζάλογγο (Άνω και Κάτω) της Παραμυθιάς. Άμα αστράψη από κεί δια ωρισμένα χωριά της Λάκκας Σουλίου ή από την Σκάλα της Παραμυθιάς δι άλλα θα κάνη καταιγίδα. Η παροιμία δηλοί επιμέλεια των πραγμάτων σου
Κόβει χοντρές
(1927)
Φράσις σημαίνουσα υπερβολήν
Από τα σπάργαν' ορφανή κι απ' το στεφάνι χήρα
(1917)
Ερμηνεία: Επί εσχάτης κακοτυχίας
Απ' το τζάκ' τίποτα δεν κατεβαίν'
(1915)
Ερμηνεία: Ουδέν τω ανθρώπω αυτόματον συμβαίνει
Απ' αστραπή κι από βροντή, κι από νερό και χιόνι κι από καΐρην άνθρωπο, ο Θεός να σε γλυτώση
(1938)
Καΐρην = φιλάργυρος
Δε θέλει να με δή στ' άστρο ντου
(1938)
Με μισεί παρά πολύ
Όπου και να πάη τον κώλο του μαζί τον παίρνει
(1939)
Όπου κάν πάη ίδιος είναι
Δοξά κάθου κι' ορθά κρίνε
(1963)
Δέν είναι φαντάρος, είναι στρατιώτης!
(1939)
Όμοιον τω “δεν είναι Γιάννης, είναι Γιαννάκης
Αρχοντιές κ' οι λίμπις άδειες
(1939)
Περί των υψηλά φρονούντων αλλά στερουμένων και αυτού του επιουσίου
Ή δείρε το τ' αρχοντόπουλος ή καθόλου μη το πειράζεις
(1912)
Ερμηνεία: Όπως και αν έχη θα εύρη τον μπελά σου από τον άρχοντα
Συ κ' εγώ κι' όλος ο κόσμος
(1912)
Ερμηνεία: Δεν το νομιζόμενον μυστικόν και το πασίγνωστον
Αρχόντεψε ο αϋφαντής και πάει στα ουράνια, και κρέμοντ' απ' τον κώλο του μασούρια και καλάμια
(1924)
Λέγεται για ανθρώπους που υπερηφανεύονται όταν πλουτίσουν
Ήbε το μαχαίρι στο κόκκαλο
(1940)
Εμάλωσεν ο λαός με τόρος
(1940)
Συλλογή μαθητής Σταύρος Χρίστου
Λιόντα φωνή δέν άκουσες, μηδέ νά τήν ακούσης
(1937)
Λιόντα = λιοντάρι
Το πράμα σου ασφάλιζε και τον γείτονα σου κλίπτην μη κάνης
(1907)
Προνοητικότητα
Πότε αρχόντεψες κυρά μου;
(1962)
Τώρα γρήγορα