Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1301-1376 από 1376
Αδερφός είναι αυτός ή σκυλί μαύρο;
(1903)
Ερμηνεία: Επί κακώς φερομένων προς αδελφού
Κρατειούμαι από τα ποδάρια
(1903)
Κρατειούμαι ή μαζώνομαι
Γίνκε και τς επύρωσε
(1903)
Ερμηνεία: Ούτω λέγουν περί των εξ αφανείας αναδεικνυομένων και προστατευόντων τους άλλους συγγενείς των
Έχ' ινατι τες παράδες του
(1903)
Ερμηνεία: Επί την αφειδώς σπαταλούντων τα χρήματα των
Να βάλς τ' βούβα ς, το στόμα
(1903)
Ερμηνεία: Συμβουλή προς νέας και παρθένους
Δεν τ' βαρεί τ' ανθρώπ' τι δίνει αλλά τι θα ντέση
(1903)
Σημ. Λέγεται υπό των ευκαταστάτων γυναικών όταν υπανδρεύουν τας θυγατέρας των
Το σίδερο λεν σίδιρο κι ο άνθρωπος γένεται σίδερο
(1903)
Ερμηνεία: Ου η υπομονή του ανθρώπου είανι σιδηρά
Έρθα κ' ηύρα το λέλε όχ
(1903)
Ερμηνεία: Μη δεν εύρον πολλά αφήνας ή ελπίζων να εύρω. Επί κυρίων καταλιπόντων την περιουσίαν αυτών εις χείρας άλλων και μετά την επάνοδόν των μηδέν ευρόντων
Όμορφέ μου και καλέ μου τι να κακοφάμε βράδυ
(1903)
Ερμηνεία: Εις τας προτιμώσας καλλονήν συνοδευομένην όμως υπό πενίας αντί ασχήμου και πλουσίου
Πουλειέται η γκαμήλα για ένα άσπρο
(1903)
Πολλάκις προηγείται το (είναι καιρός ου) και ακολουθεί το (και δεν τημ παίρνει κανένας)
Όποιος τζινάει το γάιδαρο θ' ακούση και τς πορδές του
(1903)
Ερμηνεία: Ο ενοχλών τινα θ' ακούσης φυσικώς και τα παράπονά του
Δεν τ' βαρεί τ' ανθρώπ' τι δίνει αλλά τι θα βρη
(1903)
Σημ. Λέγεται υπό των ευκαταστάτων γυναικών όταν υπανδρεύουν τας θυγατέρας των
Ο συρταφέρτας
(1924)
Εκ του: Τα έχει συρταφέρτα
Μ' ε'πήρε το σύφλογο.
(1925)
Μεγάλη στεναχώρια, παράπονο
Παίρνω τα σχαρίκια
(1919)
Κυρίως σημαίνει λαμβάνω δώρα παράτινος χαρμόσυνα αγγέλλων. Δλδ είναι απλώς αγγέλλω χαρμόσυνον.
Σπίτια παλάτια
(1919)
Ή ότι που κραίνουν, ή που να μπης και ά μην ξέρης πούθε να βγης.
Του σώθηκαν
(1925)
Αποθνήσκει
Το σφάλμα μένει πάντα ορφανό
(1931)
Δηλαδή κανείς δεν παραδέχεται, δεν υιοθετεί το σφάλμα του, το οποίον ούτω μένει πάντοτε ορφανόν
Ρίχν' από το σωρό
(1922)
Έχη περίσκελιν
Από μακρύτερα βλάχε την ταγή
(1959)
Μαλώθκε σωρός [ή μ. γρούδα ησωριάσθηκε]
(1919)
Επί την εκ γηράσθη ή νόθου μακρά κατακειμένων.
Έγινε τλούπα [ή Άσπρισε σαν τλ.]
(1918)
Ερμην. Επί των ασπρομάλληδων.
Σου τάζει χίλεια δύο
(1959)
Τουλούπα
(1918)
Ερμ. Κεφαλή ασπρότριχα
Σημ. Τουλούπα= τολύπη, μαλλί δια γνέσιμον
Τάξτε κακόμοιρες και μη δίνετε
(1921)
Συμβουλή συνηθεστάτη μητ' αστειότητος όμως λεγόμενη εις τας απόρους μητέρας τας έχουσι θυγατέρας δια γάμον.
Μου έταζε λαγούς με πετραχήλια!
(1959)
Με εκολάκεψε με μεγάλες ελπίδες.
Ταίριασ' η Τένσιρ' μι του καπάτη
(1918)
Επί της συναρμογής συζύγων κακών οκνηρωδασώτων φρενοβλαβών.
Τούρκος είσαι Μουσταφά; Τούρκος μα την Παναγιά
(1930)
Ερμ. Πειράζουνε οι Έλληνες Ηπειρώται τους Τουρκαλβανούς που μαζί με το Μωάμεθ πιστεύουν και στην Παναγία
Τούρκον είδες, άσπρα θέλει κι άλλον είδες, κι άλλα θέλει.
(1923)
Ερμ. Λέγεται επί την είσπραξην τούτων τους φόρους
Τουν Τούρκουν φίλεβι κι τουν κόλου σ' φύλαϊ
(1922)
Ερμην. Ο Τούρκος είν' άπιστος και δεν τηρεί φιλίαν
Ταίριασ΄η τέντσιρ' μι του καπάκι
(1922)
Επί της συναρμογής συζύγων κακών.
Αυτός είνε Τσιάμικο τσμπάκο
(1926)
Λέγεται περί ανθρώπου λίαν οραστηρίου και εκτάκτως ευφυούς. Το Τσιάμικο ταμπάκο φημίζεται ως λίαν ερεθιστικόν προκλητικόν πταρμού. Εντεύθεν η μεταφορική του έννοια εις την άνων παροιμίαν.
Αυτό του ναι κ' υγάδι και στημόνι.
(1919)
Κυριολεκτείται επί μονογενών εφών στηρίζουν οι γονείς όλας των τας ελπίδας.
Εις τ' αγύριστο ταξείδι
(1959)
Το ταξείδι του τάφου.
Άι μη βαρής τον ταμπ'ρά
(1940)
Μην ξύνεσαι.
Κτσοί στραβοί στουμ Παντιλέημουνα
(1916)
Η λέξις παρ' ημίν επί της σημασίας του τυφλός δεν είναι εν χρήσει, αλλ' αντ' αυτής η λέξις γκαβός, γκαβώνου, γκάβουμα, αλλά και τύφλα, ιδίως εν ταις αραίς “τύφλα να σι μάσ΄”. “Όντα θέλ΄η νύφ΄κι΄ου γαμπρός, τύφλα ναχ ου ...
Τα πλια τα λεν πλιά και μεις γίναμαν πλιά, φτάκαμαν στη Σαλαώρα!
(1936)
Η αναχώρησης των Ηπειρωτών με τα καραβάνια για την ξενητειά υπό Ερανιστου. Γράμμα το οποίον έγραψεν ένας Γιαννιώτης όταν έφθασε με τους αγωγιάτες στο λιμάνη της Σαλαώρας – δεν είχε γίνει ακόμη το λιμάνι της Πρέβεζας – το ...
όποιος έχει σύντροφο εχ' αφέντη Ο - έχει καραφέντη Ο. ε. σύντροφον, έχει κι αφέντη
(1918)
Διότι δεν έχει ιδίαν θέλησιν
Ο Τούρκος είνε σαν τον πούτσο. όσο τον χαϊδεύεις δυναμώνει.
(1931)
Χυδαιολογική παροιμ. δηλούσα ότι τον Τούρκον δεν πρέπει τις να περιποιήται πολύ και να του δεικνύη περισσήν ευγένειαν, διότι τον ευγενή τρόπον εκλαμβάνει ως αδυναμίαν, θρασύνεται ως εκ τούτου έτι μάλλον και καταντά ...