Αναζήτηση
Αποτελέσματα 501-545 από 545
Το βαρυό το λαφριό το σηκώνει
(1906)
Ερμηνεία: Το δίακιον του ισχυροτέρου
Ο θεός φυλάει τον ασεβή σ' ώρα που δεν ελπίζει
(1909)
Κακού τέλος κακοσκεδ.
Καλή αρχή καλό τέλος
(1909)
Φυλάκισις
Του φτωχού τ' αποδόσίδ', δυο ελιές κι ένα κρεμμυδ'
(1908)
Αποδοσίδι = δώρον, Των πωχών κ μικρών 'ς τα δώρα πτωχά 'ς μικρά
Βαφτίζω και μυρώνω θέλ' ζήση θέλ' περθάνη
(1903)
Ερμηνεία: Η μεταφορά εκ των ημιθανών παιδιών λέγεται επί των τυπικώς εκτελούντων τι και αδιαφορούντων περί της εκβάσεις του
Άπιαστα περδίκια πέντε στον παρά
(1909)
Ο μη έχων υπόσχεται
Ας είν' μικρό τ' αλώνι σου κι ας είν' μοναχικό σου
(1908)
Ερμηνεία: Απόφευγε τον συναιτερισμόν
Ξυούμαι με τς αγνώνδες
(1903)
Ερμηνεία: Επί στερηθέντων της περιουσίας των ή άλλου τινός και αμηχανούντων περί του πρακτέου
Με τ' αρνάρισμα και το ξύλο γίνεται βελόνι
(1909)
Πρόθυμος εκάστη ικανός εις οτι επίσταται
Κι αύριο ημέρα είναι
(1906)
Προς τον θέλοντα να τελειώση εν μία ημέρα έργο τι
Όσο βαρύ αξίζει
(1906)
Έπαινος (Όσον βάρος έχει, τόσην και αξίαν)
Κατά το πάπλωμα και το άπλωμα
(1906)
Ερμηνεία : Αναλόγης των ημερέρων δυνάμεων να πράττωμεν
Σίντας άρχιζες να με ορμηνεύης σαράντα κόνεψαν
(1905)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Από τη στάχτη ες τη φωτιά
(1909)
Παράδοξως απώλεια. Παρεμφερές τω παρά πολίτη Από τη μαμμή ως τη λεχού
Παντρεύεσαι Πάσκο; Κ' εγώ γι' αυτό πάσκω
(1903)
Ερμηνεία: Όταν τις ερωτά η παρανεί τινα πράξη όπερ εκείνοι έχει κατά νουν
Εκεί που 'ν' το σκνί φτενό εκεί κόβει
(1903)
Εν σερραις οι τουρκοι έχουν ομοίαν : νερdε ιντζέ ορdα κοιτάρ = όπου είναι λεπτό ελεό κόβει
Το παλιό λαγήνι κάνει καλό κρασί
(1906)
Ερμηνεία: Δια τους φρονίμους και πολυπείρους γέροντας προς ταύτα ότι και τα παλαιά είναι καλά και χρήσιμα
Χριστός ανέστη ή θάνατον πατήσας;
(1903)
Λέγεται εις δήλωσιν ευπορίας ή ανέχειας δια την εορτήν και σχετικήν περίστασιν
Δεν τ' βαρεί τ' ανθρώπ' τι δίνει αλλά τι θα ντέση
(1903)
Σημ. Λέγεται υπό των ευκαταστάτων γυναικών όταν υπανδρεύουν τας θυγατέρας των
Το σίδερο λεν σίδιρο κι ο άνθρωπος γένεται σίδερο
(1903)
Ερμηνεία: Ου η υπομονή του ανθρώπου είανι σιδηρά
Δεν τ' βαρεί τ' ανθρώπ' τι δίνει αλλά τι θα βρη
(1903)
Σημ. Λέγεται υπό των ευκαταστάτων γυναικών όταν υπανδρεύουν τας θυγατέρας των
Έχουν τ' αντρόγυνα κατσά, νάχουν τ΄αδέρφια αμάχη ενάχη τσ' μάνα με παιδί, ως που να μπή τσαί νάβγη
(1908)
Η μεταξύ συζύγων ή αδερφών έχθρα και η κατά του παιδός οργή της μητρός δεν δύναται να είναι ισχυρά, ούτε έμμονος.
Όποιος θέλει ν' αγαπήση, πρέπει να χασομερήση, πρέπει άσπρα να ξοδιάση και να μη τα λογαριάση
(1906)
Ερμηνεία: Λέγεται δια τους επιθυμούντας μεν πράγματός τινος και μεμψιμοιρούντας δια τα έξοδα και τας δυσκολίας. ("Δείται και πόνον πολλού και χρόνου μακρού και δαπάνης ου σμικράς" Λουκ.)
Κατακαημένος άθρωπος ατός τσ' απατός του κάμνει κάκο του λόγου, που δεν το κάμν' ο οχτρός του
(1908)
Πολλάκις ο άνθρωπός υπό πείσματος και ισχύρογνωμοσύνης ελαυνόμενο, ποιεί κακόν εις εαυτόν, οίον ουδ΄ο εχθρός αυτού δύναται να ποιήση
Άνθρωπος οχ του λόγου του ατός του πάλι ατός του κάνει κακό του λόγου του θιαμαίνεται κι ατός του
(1902)
Ερμηνεία: Εκ παραμυθιά λέγεται και είναι Μωαμεθανικής προελεύσεως υποδεικνύει δε οτι έκαστος μόνος του παρασκευάζει τα της τύχη του . Τοιάυτα γνωνμικά έχουσι πλείστα οι Μωαμεθανοί ενταύθα εκ τα θρησκευτικης υπόθεσεως ...
Στριψ΄έρημε δράχταρε, σκοτεινέ σοντύλαρε, την πομπή που μού 'καμες κά στον Άγιο Θόδωρο κάτου στο μπηχτομούνι
(1908)
Ούτω λέγεται εν Αυλωναρίω λέγεται δε και εν Κονίστραις, αλλ' άνευ του τελευταίου στίχου. Εις την παροιμίαν ταύτην υπόκειται μύθος ούτινος παραλλαγή είναι κατατεχωρισμένη παρά Πολίτη εν λ. Αρ. 1, Κατά την παραλλαγήν του Αυλωναρίου